Να κινήσει διαδικασία εξέτασης παράβασης εναντίον του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ), αναφορικά με εκ πρώτης όψεως πιθανολογούμενη παράβαση, αποφάσισε ομόφωνα η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ), μετά την ολοκλήρωση δέουσας προκαταρκτικής έρευνας που διεξήχθη από την Υπηρεσία της.
Σε ανακοίνωσή της αναφέρει ότι “η πιθανολογούμενη, εκ πρώτης όψεως, παράβαση αφορά τις ενέργειες του ΠΙΣ γενικότερα, και ειδικότερα την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ημερομηνίας 27/10/2018, καθώς και τις προγενέστερες και μεταγενέστερες αποφάσεις του ως ένωση επιχειρήσεων και αριθμού μελών αυτού, με τις οποίες τα Μέλη του ΠΙΣ και κατ’ επέκταση οι επιστημονικές εταιρείες είτε καλούνταν είτε προτρέπονταν από την ηγεσία του, να μην συμμετάσχουν στο ΓεΣΥ εκτός και εάν γίνονταν αποδεκτές οι προϋποθέσεις που είχαν τεθεί και κοινοποιηθεί στον ΟΑΥ και στον Υπουργό Υγείας”.
Η Επιτροπή εκ πρώτης όψεως κατέληξε ότι η απόφαση του ΠΙΣ αποτελεί ένα είδος «αποκλεισμού» προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί οι όροι και/ή προϋποθέσεις που έθετε ο ΠΙΣ στις διαπραγματεύσεις σε σχέση με το προτεινόμενο Γενικό Σχέδιο Υγείας. Ειδικότερα, η Επιτροπή εκ πρώτης όψεως έκρινε ότι ο περιορισμένος αριθμός εγγραφών ιατρών (προσωπικών και ειδικών ιατρών) στο εθνικό σύστημα υγείας, περιόρισε τη διάθεση υπηρεσιών φροντίδας υγείας από τους ιατρούς στους τελικούς καταναλωτές, αφού η μειωμένη συμμετοχή των ιατρών στο ΓεΣΥ επηρέασε την απρόσκοπτη παροχή υπηρεσιών φροντίδας υγείας.
Συνακόλουθα “έκρινε εκ πρώτης όψεως, πως οι ενέργειες και αποφάσεις του ΠΙΣ είχαν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρακώλυση τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού εντός της Δημοκρατίας και συνίσταντο στον περιορισμό ή στον έλεγχο της διάθεσης ή/και παροχής υπηρεσιών, από την 1/1/2018 έως τις 11/6/2019, κατά παράβαση του άρθρου 3(1) (β) του Νόμου και του αντίστοιχου άρθρου 101(1) στοιχ.β’ της ΣΛΕΕ”.
Επίσης, η Επιτροπή, διευκρινίζει ότι “η παρούσα ανακοίνωση δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, αλλά αμιγώς ενημερωτικό και κοινοποίηση της Έκθεσης δεν προδιαγράφει το τελικό αποτέλεσμα των υποθέσεων, αλλά και ούτε δύναται σε καμία περίπτωση να προκαταλάβει και/ή να υποκαταστήσει την τελική κρίση της Επιτροπής”.
“Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης της υπόθεσης και αφότου διεξαχθεί σχετική προφορική διαδικασία και μελετηθούν οι τυχόν γραπτές και προφορικές παρατηρήσεις του εμπλεκόμενου μέρους και τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, θα εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση αναφορικά με την ύπαρξη ή μη παράβασης”, καταλήγει η ανακοίνωση.