Καθ’ ολοκληρία αντισυνταγματικούς θεωρεί το Ανώτατο Δικαστήριο τους νόμους της Βουλής για ΦΠΑ σε πετρελαιοειδή και ηλεκτρική ενέργεια. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι και για τους δύο υπό αναφορά νόμους, η Βουλή των Αντιπροσώπων, μέσω της ψήφισης των προτάσεων νόμου, παρενέβη στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας να ρυθμίζει τη ροή εσόδων του κράτους και κατ’ επέκταση, να διασφαλίζει το δημοσιονομικό ισοζύγιο.
Όπως αναφέρει ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας, οι νόμοι αφορούν ο μεν πρώτος, στη μη επιβολή ΦΠΑ μέχρι το τέλος του 2022 επί του ειδικού φόρου κατανάλωσης με τον οποίο βαρύνονταν τα πετρελαιοειδή, και ο δε δεύτερος, στην επιβολή μηδενικού συντελεστή ΦΠΑ μέχρι το τέλος του 2022 στην αναπροσαρμογή της τιμής των καυσίμων που είναι ενσωματωμένη στους τελικούς λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου. Σημειώνεται ότι και οι δύο νόμοι κρίθηκαν ως αντισυνταγματικοί κατόπιν δύο Αναφορών του Προέδρου της Δημοκρατίας στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Η Νομική Υπηρεσία εξηγεί ότι ο πρώτος νόμος με τίτλο «Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικός) (Αρ.2) Νόμος του 2022» που ψήφισε η Βουλή και αφορούσε στη μη επιβολή ΦΠΑ μέχρι το τέλος του 2022 επί του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα πετρελαιοειδή, προέβλεψε τον μη συνυπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης στην αξία παράδοσης πετρελαιοειδών επί της οποίας επιβάλλεται ο ΦΠΑ.
Προσθέτει, ακολούθως, ότι με τον δεύτερο νόμο που φέρει τίτλο «Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικός) (Αρ.3) Νόμος του 2022», η Βουλή τροποποίησε το Έκτο Παράρτημα του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000, ώστε να επιβάλλεται μηδενικός συντελεστής ΦΠΑ στο ενσωματωμένο μέρος των τελικών λογαριασμών προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος που αφορά στην αναπροσαρμογή τιμή των καυσίμων, στην οποία περιλαμβάνονται το ποσοστό κόστους αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, το κόστος αγοράς καυσίμων και το κόστος διατήρησης στρατηγικών αποθεμάτων.
Σημειώνεται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο, και για τους δύο υπό Αναφορά νόμους, έκρινε ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων, μέσω της ψήφισης των προτάσεων νόμου, παρενέβη στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας να ρυθμίζει τη ροή εσόδων του Κράτους και κατ’ επέκταση, να διασφαλίζει το δημοσιονομικό ισοζύγιο.
Ειδικότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο και στις δυο Αναφορές συμφώνησε με τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ότι, η άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής και διασφάλιση ισοσκελισμένου προϋπολογισμού καθορίζεται από την εκτελεστική εξουσία με στόχο την υλοποίηση των νομικών δεσμεύσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Το γεγονός ότι τέτοια άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής, μετά από την έγκριση του Προϋπολογισμού από την Βουλή των Αντιπροσώπων, αποτελεί αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας προκύπτει τόσο από τη φύση της εξουσίας όσο και από τις νομοθετικές πρόνοιες του περί Δημοσιονομικής Ευθύνης και Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου ο οποίος μεταφέρει τις υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως αυτές απορρέουν από την Οδηγία της ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών», σημειώνει η Νομική Υπηρεσία.
Η Νομική Υπηρεσία καταλήγει ότι στην Αναφορά για τον μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ στην ηλεκτρική ενέργεια, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών παραβιάζεται και από το γεγονός ότι, ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμος του 2000 ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο ως αρμόδιο για τροποποίηση του Έκτου Παραρτήματος, με αποτέλεσμα ο υπό Αναφορά Νόμος να προκαλεί εξόφθαλμη παραβίαση της αρμοδιότητας της εκτελεστικής εξουσίας.