Εγκρίθηκε ομόφωνα η Έκθεση του βουλευτή, Κωστή Ευσταθίου, για την εκτέλεση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης. Παρουσιάζοντας την έκθεση σημείωσε ότι «ότι «είναι απαράδεκτο ορισμένα κράτη μέλη να συνεχίζουν να μην εφαρμόζουν βασικές αποφάσεις του Δικαστηρίου που άπτονται βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών».
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Βουλής, ο κ. Ευσταθίου, μέλος της κυπριακής αντιπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ) και εισηγητής της Επιτροπής Νομικών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την εκτέλεση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), παρουσίασε την Τετάρτη στην Ολομέλεια της Συνέλευσης σχετική έκθεση και ψήφισμά του, τα οποία εγκρίθηκαν ομόφωνα.
Ο κ. Ευσταθίου υπογράμμισε ότι η εφαρμογή των αποφάσεων του ΕΔΔΑ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις αρχές και αξίες, που προάγει το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Είπε ότι «η διερεύνηση και τεκμηρίωση παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρη την επικράτεια της Ευρώπης και η παροχή στήριξης στα κράτη-μέλη, ώστε να θεραπεύσουν ελλείψεις και ανεπάρκειες και να συμμορφώνονται πλήρως με τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αποτελούν τους κύριους άξονες δράσης του Οργανισμού και των θεσμικών του οργάνων».
Ο Κύπριος βουλευτής, σημείωσε, ακόμη ότι «η ΚΣΣΕ επιλαμβάνεται, τόσο των νομικών θεμάτων που εγείρονται από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου όσο και της πολιτικής πτυχής που εν πολλοίς εξαρτάται από τη βούληση ή μη της Επιτροπής Υπουργών να ασκεί πίεση στα κράτη-μέλη, ώστε αυτά να συμμορφώνονται με τις συμβατικές τους υποχρεώσεις».
Πρόσθεσε ότι «ο έλεγχος που ασκούν τα εθνικά κοινοβούλια προς τις κυβερνήσεις και, αντίστοιχα, ο έλεγχος που ασκεί η ΚΣΣΕ στην Επιτροπή Υπουργών, το κατ’ εξοχήν αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση της εκτέλεσης των αποφάσεων, είναι καθοριστικής σημασίας».
Ο κ. Ευσταθίου επισήμανε ότι «δομικές αδυναμίες και συστημικές δυσλειτουργίες που διαπιστώνονται σε εθνικό επίπεδο, δυσχεραίνουν την ταχεία και αποτελεσματική εκτέλεση των αποφάσεων, υπονομεύουν το κράτος δικαίου και επηρεάζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών ως προς την επάρκεια του συστήματος απόδοσης δικαιοσύνης».
Είπε, επίσης, ότι «η λήψη διορθωτικών μέτρων, η αναθεώρηση της νομοθεσίας και η προώθηση μεταρρυθμίσεων κρίνονται ακόμα πιο σημαντικές και αναγκαίες, στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνονται παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνεπεία κατάχρησης εξουσίας ή/και ως απόρροια πολιτικά υποκινούμενων υποθέσεων».
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση, στο ψήφισμα που υιοθετήθηκε, περιλαμβάνονται συστάσεις, ώστε η Επιτροπή Υπουργών να λειτουργεί κατά τρόπο διάφανο, να λογοδοτεί και να δικαιολογεί επαρκώς τις αποφάσεις της, ενισχύοντας έτσι την αμεροληψία και την αξιοπιστία του συστήματος».
Καλούνται επίσης τα κράτη μέλη να ενδιατρίψουν στη νομολογία του Δικαστηρίου, ώστε να μην επιδικάζονται υποθέσεις που αφορούν τις ίδιες παραβιάσεις, να καθιερώσουν μηχανισμούς για καλύτερο κοινοβουλευτικό έλεγχο και να ενισχύσουν τη συνεργασία με τις ανεξάρτητες εθνικές αρχές προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τέλος στο ψήφισμα, «ζητείται όπως τεθούν σε εφαρμογή κίνητρα προς τα κράτη μέλη για καλύτερη συμμόρφωσή τους με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, καθώς και ποινές και κυρώσεις στις περιπτώσεις επαναλαμβανόμενης ή παρατεταμένης μη συμμόρφωσής τους».