Το ζήτημα της επανένωσης αποτελεί κοινό βασικό μέλημα Πεκίνου και Λευκωσίας, λέει ο Πρέσβης της Κίνας στην Κύπρο Λιού Γιαντάο και σημειώνει ότι η παγκόσμια ειρήνη και ευημερία μπορούν να διασφαλιστούν μόνο με τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Σε συνέντευξή του στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Πρέσβης της Κίνας αναφέρεται στο δικαίωμα της Κύπρου να εκμεταλλευτεί τους ενεργειακούς της πόρους, παραπέμποντας στην κοινή δήλωση των δύο χωρών του 2021, όπου, μεταξύ άλλων, γίνεται αναφορά στο σεβασμό των θαλάσσιων δικαιωμάτων σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. «Η Κίνα τηρεί σταθερά αυτήν την αρχή και καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να επιλύσουν τις διαφορές μέσω ειρηνικού διαλόγου και διαβουλεύσεων, ώστε να αποφευχθεί η τροφοδότηση της αβεβαιότητας και της αστάθειας στην περιοχή», προσθέτει.
Σχολιάζοντας την ένταση που σημειώθηκε πρόσφατα στο Στενό της Ταϊβάν και η οποία κορυφώθηκε τον περασμένο μήνα εν μέσω της επίσκεψης της Προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι στην Ταϊπέι, ο Πρέσβης λέει ότι αυτή προκλήθηκε από την αμερικανική πλευρά, η οποία πρέπει επομένως να υποστεί όλες τις συνέπειες. Οποιαδήποτε προσπάθεια άρνησης της αρχής της Μίας Κίνας «θα καταλήξει μόνο σε αποτυχία» προσθέτει και σημειώνει ότι η Κίνα τονίζει την ανάγκη για ειρηνική επανένωση, αλλά «δεν θα απαρνηθεί τη χρήση βίας» ως έσχατη λύση και επιφυλάσσεται να λάβει «όλα τα απαραίτητα μέτρα».
Ερωτηθείς για την πιθανότητα νέας κλιμάκωσης στο μέλλον, ο Πρέσβης λέει ότι η ειρήνη και η σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν εξυπηρετούν καλύτερα την ευημερία των συμπατριωτών του και στις δύο πλευρές των Στενών, καθώς και τα συμφέροντα των χωρών της περιοχής.
Σύμφωνα με τον Πρέσβη Λιού, η κρίση στο Στενό της Ταϊβάν προκαλείται μονομερώς από τις ΗΠΑ. «Παρά τα πολλά διαβήματα της Κίνας, οι ΗΠΑ επέτρεψαν στη Νάνσι Πελόζι να επισκεφθεί την Ταϊβάν και επέμειναν να πουλήσουν όπλα στην Ταϊβάν. Μπροστά στις προκλήσεις που θέτουν σε κίνδυνο την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Κίνας, η Κίνα δεν έχει άλλη επιλογή από το να λάβει αποφασιστικά αντίμετρα» σημειώνει.
Παραπέμπει στη νομοθεσία για την Πολιτική για την Ταϊβάν του 2022, η οποία πέρασε από την Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ στις 14 Σεπτεμβρίου και λέει ότι η Κίνα εξέφρασε επανειλημμένα τη σταθερή της αντίθεση, προτρέποντας την αμερικανική πλευρά να σταματήσει τη νομοθεσία.
«Η αρχή της Μίας Κίνας αποτελεί το πολιτικό θεμέλιο των σχέσεων Κίνας-ΗΠΑ. Η αναίτια ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις μιας άλλης κυρίαρχης χώρας μέσω του εσωτερικού δικαίου και η ανοχή προς αυτονομιστικές δυνάμεις έρχονται σε αντίθεση με τη νομολογία και τη δικαιοσύνη. Είναι βέβαιο ότι θα έχει εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες για τις σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ και την ειρήνη και τη σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν μόλις καταστεί νόμος», σημειώνει ο Πρέσβης.
Η χώρα του, συνεχίζει, θα λάβει όλα τα απαραίτητα αντίμετρα για να διασφαλίσει την εθνική κυριαρχία και ασφάλεια, καθώς και τη συνολική σταθερότητα στην περιοχής, αναλόγως της προόδου και της τελικής έκβασης που θα έχει η νομοθεσία αυτή.
Ο Πρέσβης Λιού λέει ότι οι ΗΠΑ ήταν πάντα «ασυνεπείς στα λόγια και στα έργα» σχετικά με την πολιτική της Μίας Κίνας.
Κάνει ακολούθως αναφορά στο κοινό ανακοινωθέν Κίνας-ΗΠΑ για την καθιέρωση διπλωματικών σχέσεων του 1978, το οποίο αναφέρει ότι η Κυβέρνηση των ΗΠΑ «αναγνωρίζει την κινεζική θέση ότι υπάρχει μόνο μία Κίνα και η Ταϊβάν είναι μέρος της Κίνας» και ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν την Κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας ως τη «μόνη νόμιμη Κυβέρνηση της Κίνας». «Σε αυτό το πλαίσιο, ο λαός των Ηνωμένων Πολιτειών θα διατηρήσει πολιτιστικές, εμπορικές και άλλες ανεπίσημες σχέσεις με τον λαό της Ταϊβάν», προστίθεται στο ανακοινωθέν.
Ωστόσο, ο Κινέζος Πρέσβης λέει ότι «η πραγματικότητα είναι ότι οι ΗΠΑ αναζητούν διάφορες δικαιολογίες για να ανακατευτούν στις υποθέσεις της Ταϊβάν».
Τα τελευταία χρόνια, προσθέτει, η αμερικανική πλευρά έθεσε ανοιχτά το θέμα της νομοθεσίας για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν και τις «Έξι Διαβεβαιώσεις προς την Ταϊβάν» [Σ.Σ. έγγραφο που υιοθετήθηκε το 1982 από τον Αμερικανό Πρόεδρο Ρόναλντ Ρίγκαν αναφορικά με τη στήριξη των ΗΠΑ και το οποίο η αμερικανική πλευρά έχει επαναβεβαιώσει έκτοτε πολλές φορές], τα οποία η Κίνα δεν αναγνώρισε ποτέ και που έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις των τριών κοινών ανακοινωθέντων Κίνας-ΗΠΑ [Σ.Σ. αναφορικά με την καθιέρωση διμερών σχέσεων Κίνας-ΗΠΑ] και διευθέτησε την επίσκεψη της Προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ, βουλευτών και κυβερνητικών αξιωματούχων στην Ταϊβάν για να βελτιώσουν το επίπεδο των επίσημων επαφών μεταξύ ΗΠΑ και Ταϊβάν.
Τέτοιες ενέργειες αποσκοπούν, σύμφωνα με τον Πρέσβη Λιού, στο να διαταράξουν τις σχέσεις των πλευρών στο Στενό και να περιοριστεί η Κίνα μέσω της διαρκούς συσκότισης και διάβρωσης της αρχής της Μίας Κίνας. «Αντιτασσόμαστε σθεναρά σε τέτοιες ενέργειες και παροτρύνουμε την πλευρά των ΗΠΑ να τηρήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε στα ανακοινωθέντα για τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων με την Κίνα, αντί να παραβιάζει την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Κίνας και να εισάγει νέα στοιχεία αστάθειας και ανασφάλειας στο Στενό της Ταϊβάν», προσθέτει, σημειώνοντας ότι τόσο η Κυβέρνηση όσο και ο λαός της Κίνας έχουν σταθερή βούληση, ισχυρή αποφασιστικότητα και αντοχή ώστε να διαφυλάξουν την κυριαρχία και την εδαφική τους ακεραιότητα.
Κάθε προσπάθεια διαστρέβλωσης γεγονότων και αμφισβήτησης ή άρνησης της αρχής της Μίας Κίνας θα καταλήξει μόνο σε αποτυχία, προσθέτει.
Ερωτηθείς για πιθανές παρενέργειες λόγω της αυξανόμενης στρατιωτικής παρουσίας στο Στενό της Ταϊβάν, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν είτε τις αλυσίδες εφοδιασμού είτε την ενέργεια κατά τρόπο παρόμοιο με αυτό που συνέβη στην Ευρώπη λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ο Πρέσβης αναφέρεται στην κατάσταση στην Ευρώπη σημειώνοντας ότι «το ΝΑΤΟ, με επικεφαλής τις Ηνωμένες Πολιτείες, αγνόησε τις ανησυχίες της Ρωσίας για την ασφάλεια, παραβίασε τις δεσμεύσεις του και επεκτάθηκε ανατολικά πέντε φορές, γεγονός που πυροδότησε τελικά την κρίση στην Ουκρανία».
Η φύση του ζητήματος της Ταϊβάν είναι εντελώς διαφορετική από την κρίση στην Ουκρανία, καθώς η Ταϊβάν είναι αναπόσπαστο μέρος της κινεζικής επικράτειας και το ζήτημα της Ταϊβάν αποτελεί μια καθαρά εσωτερική υπόθεση της Κίνας, προσθέτει.
«Οι ΗΠΑ βελτιώνουν διαρκώς το επίπεδο των επίσημων επαφών με τις αρχές της Ταϊβάν και αναπτύσσουν τα πολεμικά τους πλοία στο κατώφλι της Κίνας προς υποστήριξη των αυτονομιστικών δυνάμεων της Ταϊβάν, διχάζοντας κακόβουλα την ηπειρωτική Κίνα και την Ταϊβάν και παρεμβαίνοντας κατάφωρα στις εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας», προσθέτει.
Επιπρόσθετα, κάνει λόγο για «σταθερά, ισχυρά και αναλογικά» αντίμετρα της Κίνας. «Οι στρατιωτικές μας ασκήσεις είναι ανοιχτές, διαφανείς και επαγγελματικές, σύμφωνα τόσο με το εσωτερικό δίκαιο όσο και με το διεθνές δίκαιο» προσθέτει.
«Οι πεισματικές ενέργειες των ΗΠΑ που παραβιάζουν τους βασικούς κανόνες των διεθνών σχέσεων πρέπει να καταδικαστούν και να τερματιστούν με τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας», προσθέτει.
Ερωτηθείς εάν το Πεκίνο εξετάζει το ενδεχόμενο επανένωσης με την Ταϊβάν με ειρηνικά μέσα ή με τη βία, ο Πρέσβης Λιού λέει ότι τόσο η τωρινή, όσο και η προηγούμενη ηγεσία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας έχουν υπογραμμίσει ως βασική πολιτική αυτή της «ειρηνικής επανένωσης και της μίας χώρας, δύο συστημάτων».
Η Κίνα, προσθέτει, κυκλοφόρησε μόλις μια λευκή βίβλο, με τίτλο «Το ζήτημα της Ταϊβάν και η Επανένωση της Κίνας στη Νέα Εποχή», στην οποία επισημαίνεται ότι η επανένωση με ειρηνικά μέσα είναι η πρώτη επιλογή της κινεζικής Κυβέρνησης για την επίλυση του ζητήματος της Ταϊβάν, καθώς εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα του κινεζικού έθνους στο σύνολό του.
«Θα εργαστούμε με τη μεγαλύτερη ειλικρίνεια και θα καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη ειρηνικής επανένωσης. Δεν θα απαρνηθούμε όμως τη χρήση βίας και επιφυλασσόμαστε να λάβουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα», υπογραμμίζει ο Πρέσβης.
Όπως λέει, «αυτό είναι για προστασία από εξωτερική παρέμβαση και από όλες τις αυτονομιστικές δραστηριότητες» και σε καμία περίπτωση δεν βάζει στο στόχαστρο τους Κινέζους συμπατριώτες του στην Ταϊβάν. Σύμφωνα με τον Πρέσβη «η χρήση βίας θα ήταν η έσχατη λύση που θα λαμβάνονταν κάτω από επιτακτικές συνθήκες».
Ερωτηθείς για τη δημόσια επιβεβαίωση της πολιτικής της Μίας Κίνας εκ μέρους της Κύπρου και κατά πόσο αυτό συνέτεινε στο να έρθουν οι δύο χώρες πιο κοντά, ο Πρέσβης απαντά ότι η πολιτική της Μίας Κίνας και της Μίας Κύπρου αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την εγκαθίδρυση και ανάπτυξη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Κίνας και Κύπρου.
«Η Κύπρος πάντοτε εφάρμοζε την πολιτική της Μίας Κίνας και υποστήριξε σθεναρά τις προσπάθειες της Κίνας να διαφυλάξει την κυριαρχία και την εδαφική της ακεραιότητα, επιδεικνύοντας υψηλό επίπεδο αμοιβαίας πολιτικής εμπιστοσύνης μεταξύ Κίνας και Κύπρου ως Στρατηγικών Εταίρων, κάτι το οποίο η Κίνα επικροτεί θερμά», λέει.
Όπως σημειώνει ο Πρέσβης Λιού, η πραγμάτωση της επανένωσης είναι το κοινό βασικό μέλημα τόσο της Κίνας όσο και της Κύπρου. «Είναι επίσης η θεϊκή δύναμη και εξουσία που προσδίδει το διεθνές δίκαιο σε όλα τα κυρίαρχα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Κύπρου. Μόνο με τον σεβασμό του Χάρτη του ΟΗΕ, του διεθνούς δικαίου και των βασικών κανόνων των διεθνών σχέσεων μπορεί να διασφαλιστεί η παγκόσμια ειρήνη, ανάπτυξη και ευημερία», προσθέτει.
Επιπλέον, λέει ότι η αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ Κίνας και Κύπρου δεν βασίζεται μόνο στη φιλία, αλλά και στις αρχές και τις ιδέες που μοιράζονται οι δύο πλευρές ως υπεύθυνα μέλη της διεθνούς κοινότητας.
Μετά τις πρόσφατες ανακοινώσεις για ανακαλύψεις φυσικού αερίου στο τεμάχιο 6, ο Πρέσβης ρωτήθηκε επίσης κατά πόσο η Κίνα υποστηρίζει το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να αναπτύξει τους ενεργειακούς της πόρους στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη, στη σκιά των παράνομων τουρκικών γεωτρήσεων που σημειώθηκαν κατά τα περασμένα έτη.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Πρέσβης σημειώνει ότι στα τέλη του 2021, οι δύο χώρες εξέδωσαν κοινή δήλωση για την εγκαθίδρυση Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης Κίνας-Κύπρου, στην οποία επιβεβαίωσαν την κοινή τους δέσμευση για σεβασμό της εδαφικής κυριαρχίας και των θαλάσσιων δικαιωμάτων και συμφερόντων όλων των κρατών σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.
«Η Κίνα τηρεί σταθερά αυτή την αρχή και καλεί τα εμπλεκόμενα μέρη να επιλύσουν τις διαφορές μέσω ειρηνικού διαλόγου και διαβουλεύσεων, ώστε να αποφευχθεί η τροφοδότηση της αβεβαιότητας και της αστάθειας στην περιοχή», προσθέτει.
Όσον αφορά τα θέματα του τουρισμού, ο Πρέσβης Λιού λέει ότι η Κίνα και η Κύπρος σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν μια διαδικτυακή εκδήλωση για ώθηση του τουρισμού μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.
Προσθέτει ότι εκπρόσωποι των Κυβερνήσεων και των φορέων της τουριστικής βιομηχανίας και από τις δύο πλευρές θα συζητήσουν τους τρόπους με τους οποίους θα ενθαρρύνουν τις διμερείς ανταλλαγές σε επίπεδο πολιτών και την τουριστική συνεργασία, ώστε να έρθουν πιο κοντά στην καθιέρωση απευθείας πτήσεων.
Σημειώνει ωστόσο ότι το άνοιγμα απευθείας πτήσεων «είναι μεγάλο πράγμα» καθώς περιέχει θέματα πολιτικής, τεχνικά ζητήματα και ειδικότερα την ύπαρξη προοπτικών στην αγορά.
Η Κίνα υποστηρίζει τη διεξαγωγή περαιτέρω διμερών συζητήσεων για το άνοιγμα των απευθείας πτήσεων στην Κύπρου το συντομότερο δυνατό, στη βάση της εμπορικής συνεργασίας, καταλήγει.