Η Τουρκία και η τ/κ πλευρά γνωρίζουν καλά τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με την περίκλειστη πόλη των Βαρωσίων, δήλωσε εκπρόσωπος της Κομισιόν, σχολιάζοντας το περαιτέρω άνοιγμα παραλίας στην περίκλειστη περιοχή των Βαρωσίων ως βήμα προς την λάθος κατεύθυνση.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση στο πλαίσιο της μεσημβρινής ενημέρωσης του Τύπου στις Βρυξέλλες, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Στέφαν Ντε Κέιρσμακερ σημείωσε πως η Κομισιόν έχει υπόψη της τις συγκεκριμένες ενέργειες και πως παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία τις εξελίξεις.
«Η τουρκική κυβέρνηση και η ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας έχουν πλήρη επίγνωση της θέσης της ΕΕ για τα Βαρώσια», υπογράμμισε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν αρμόδιος για ζητήματα περιφερειακής πολιτικής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
«Συνεχίζουμε να καθοδηγούμαστε από τα σχετικά με τα Βαρώσια ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, τα οποία θεωρούν απαράδεκτη κάθε προσπάθεια κατοίκησης οποιουδήποτε μέρους της πόλης από άτομα άλλα από τους κατοίκους της, και ζητούμε την μεταφορά της διαχείρισης της περιοχής στα Ηνωμένα Έθνη», πρόσθεσε.
Όπως τόνισε, «κανένα βήμα δεν πρέπει να γίνεται σε σχέση με τα Βαρώσια που να μην συνάδει με τα ψηφίσματα αυτά», υπογραμμίζοντας ότι «το άνοιγμα και νέων τμημάτων της παραλίας ή η προετοιμασία της για την καλοκαιρινή περίοδο όπως μεταδόθηκε πρόσφατα από τα ΜΜΕ αποτελούν ακόμα ένα βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση».
«Η ΕΕ τονίζει για ακόμα μια φορά την ανάγκη να αποφευχθούν μονομερείς ενέργειες που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, καθώς και να αποφευχθούν νέες προκλήσεις οι οποίες θα μπορούσαν να αυξήσουν τις εντάσεις στο νησί και να υποσκάψουν τις συνεχιζόμενες προσπάθειες να εξευρεθεί κοινό έδαφος μεταξύ των μερών προς μια διαρκή διευθέτηση του Κυπριακού που να συνάδει με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ», σημείωσε.
Κληθείς να διευκρινίσει ποιες ενέργειες μπορεί να αναλάβει η ΕΕ σε σχέση με αυτό το θέμα και γενικότερα τις τουρκικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά ζητήματα της τ/κ κοινότητας, ο εκπρόσωπος ανέφερε πως δεν μπορεί να προσθέσει κάτι περισσότερο πέρα από την επαναδιατύπωση της θέσης πως ενέργειες που υποσκάπτουν τα ψηφίσματα του ΣΑ του ΟΗΕ είναι απαράδεκτες.