Τη θεσμοθέτηση κοινού οργάνου συντονισμού των δύο Kυβερνήσεων ανακοίνωσαν στις κοινές τους δηλώσεις, στην Αθήνα, Νίκος Χριστοδουλίδης και Κυριάκος Μητσοτάκης.
Όπως δήλωσαν οι δύο ηγέτες μετά τη συνάντησή τους, στο Μέγαρο Μαξίμου, στο πλαίσιο της πρώτης επίσκεψης του νέου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα, το Ανώτατο Συμβούλιο διακυβερνητικής συνεργασίας καθορίζει τη νέα σελίδα συνεργασίας και συντονισμού Αθήνας και Λευκωσίας.
Στις δηλώσεις του ο Έλληνας Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι η Αθήνα στηρίζει την προσπάθεια του νέου Κύπριου Προέδρου για ενεργότερη ευρωπαϊκή εμπλοκή στο Κυπριακό και υπογράμμισε ότι διαχρονικά οι δύο χώρες βρίσκονται στην ίδια πλευρά.
Παράλληλα, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι ο κ. Χριστοδουλίδης ανέλαβε τα καθήκοντά του σε μία πολύ δύσκολη περίοδο γεωπολιτικής μεταβλητότητας με τον αναθεωρητισμό να είναι, όπως είπε, απροκάλυπτος. «Είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε η συστράτευση Ελλάδας και Κύπρου. Ξεκινάμε μαζί από το προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», είπε ο Έλληνας Πρωθυπουργός υπογραμμίζοντας την ετοιμότητα της χώρας του για συνέχιση του αγώνα για το κοινό όραμα επίλυσης του Κυπριακού στη βάση των αποφάσεων του ΟΗΕ και της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης υπογράμμισε ότι η σημερινή του επίσκεψη στην Αθήνα ξεφεύγει από τη συμβολική της διάσταση καθώς πραγματοποιείται σε μία περίοδο όπου οι δύο χώρες έχουν να αντιμετωπίσουν κοινές προκλήσεις τόσο στην περιοχή όσο και στην ευρωπαϊκή τους οικογένεια. «Ενημέρωσα τον κ. Μητσοτάκη για την ανάγκη ενεργότερης εμπλοκής της ΕΕ στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν είναι εύκολα τα δεδομένα αλλά έχουμε έντονη πεποίθηση ότι η παρούσα κατάσταση δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση του προβλήματος», τόνισε ο κ. Χριστοδουλίδης
Σημειώνεται ότι νωρίτερα οι δύο ηγέτες είχαν κατ΄ιδίαν συνάντηση ενώ ακολούθησαν διευρυμένες συνομιλίες των αντιπροσωπειών των δύο πλευρών.
Ο Πρωθυπουργός Μητσοτάκης ανέφερε μεταξύ άλλων στις δηλώσεις του πως “ξεκινάμε μια νέα σελίδα συνεργασίας και συντονισμού και οι νέες προκλήσεις για τη διατήρηση της ειρήνης, της ασφάλειας, της σταθερότητας στη γειτονιά μας και ιδιαίτερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου απαιτούν και εγρήγορση και συνεργασία με όλους τους εταίρους και όλους τους συμμάχους μας”.
Είπε πως μια πρώτη πολύ θετική έκφραση αυτού του νέου ξεκινήματος είναι η θεσμοθέτηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δυο χωρών.
Ο Πρωθυπουργός Μητσοτάκης σημείωσε πως αυτή είναι μια οργανωμένη διαδικασία διακυβερνητικού διαλόγου που ενδεχομένως θα έπρεπε να είχε δημιουργηθεί εδώ και αρκετό καιρό και ανακοινώνεται επίσημα σήμερα.
Εξέφρασε την πεποίθηση πως στην πρώτη τους συνεδρίαση θα μπορούν να συζητήσουν πολλά θέματα κοινού ενδιαφέροντος όπως η ενέργεια, η ναυτιλία, η προστασία του περιβάλλοντος και να θέτουν κοινούς στόχους και κοινά χρονοδιαγράμματα με συγκεκριμένα ορόσημα για το πως η συνεργασία μεταξύ των δυο κρατών μπορεί να γίνει ακόμα πιο στενή.
“Συνεχίζουμε λοιπόν αυτή την κοινή μας πορεία με την Αθήνα πάντα στο πλευρό της Λευκωσίας «αλλά και με εμένα πάντα στο δικό σου πλευρό φίλε μου Νίκο», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης
Επεσήμανε πως δυστυχώς η συνάντησή τους γίνεται με βαριά ακόμα τα σύννεφα της οδύνης από την τραγωδία των Τεμπών, σύννεφα που σκεπάζουν, όπως είπε και την Ελλάδα αλλά και την Κύπρο, γιατί σε αυτό το φρικτό δυστύχημα έχασαν τη ζωή τους και δυο Κύπριοι νέοι.
Επεσήμανε την αποφασιστικότητα που υπάρχει «να αλλάξουμε όλα όσα μας πόνεσαν, κενά δεκαετιών στις υποδομές αλλά και απαράδεκτες συμπεριφορές κρατικών υπαλλήλων».
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός εξέφρασε συλλυπητήρια προς τις οικογένειες των Κύπριων θυμάτων και όλους τους Κύπριους «με ίδια θέρμη που και εμείς δεχθήκαμε τη δική σας συμπαράσταση».
Ο κ. Μητσοτάκης είπε πως ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ανέλαβε τα καθήκοντά του εν μέσω μιας μεγάλης γεωπολιτικής ρευστότητας, μιας μεγάλης πολιτικής μεταβλητότητας με την πληγή του πολέμου στην Ουκρανία να είναι ακόμα ανοικτή και τον αναθεωρητισμό και την αμφισβήτηση των διεθνών συνόρων να εκφράζονται πια δυστυχώς απροκάλυπτα.
Πρόσθεσε πως σήμερα είναι αναγκαία όσο ποτέ η ενίσχυση της συστράτευσης μεταξύ της Ελλάδας και της Κύπρου.
Η στενή μας συνεργασία ξεκινά ήδη την ερχόμενη εβδομάδα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, είπε, σημειώνοντας με τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Αναστασιάδη, είχαν μια μακρά πορεία κοινών αγώνων στις Βρυξέλλες.
«Και είμαι έτοιμος σε αυτό το νέο σου ξεκίνημα να συνεχίσουμε το μεγάλο μας κοινό όραμα για την οριστική επίλυση του Κυπριακού στη βάση πάντα των αποφάσεων των ΗΕ», επεσήμανε απευθυνόμενος στον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη.
Είπε πως με τον Νίκο Αναστασιάδη κατάφεραν τα τελευταία χρόνια να διευρύνουν τη διπλωματική επιρροή του εθνικού μετώπου σε όλα τα πεδία, από την καταδίκη της επιθετικότητας κατά των δυο χωρών έως την υιοθέτηση κοινών πολιτικών για το μεταναστευτικό.
Πρόσθεσε πως “μαζί αγωνιστήκαμε και συμβάλαμε στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, μαζί καταφέραμε και πετύχαμε Ελλάδα και Κύπρος να γίνουν πια πρωταγωνιστές ενός νέου ενεργειακού χάρτη που τώρα διαμορφώνεται”, ανέφερε.
Είπε πως στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα βρεθούν στο επίκεντρο κρίσιμα ζητήματα που αφορούν και την Ελλάδα και την Κύπρο, η οικονομία, η μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, η διαφύλαξη της ενιαίας αγοράς, η προώθηση της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης.
Για το μεταναστευτικό ανέφερε πως «θα συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε από κοινού τις θέσεις μας προκειμένου να διασφαλίσουμε τα συμφέροντα των κρατών μελών της πρώτης γραμμής όπως είναι και η Ελλάδα και η Κύπρος».
Σημείωσε πως πρωταρχική σημασία σε αυτή την προσπάθεια «έχει η προστασία των συνόρων μας, τα οποία ταυτόχρονα είναι και τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ» με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Για τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας ο κ. Μητσοτάκης είπε πως ύστερα από μια μακρά πορεία απαράδεκτων προκλήσεων, μια μακρά περίοδο επιθετικής συμπεριφοράς βιώνουμε σήμερα και στη συνέχεια των φονικών σεισμών που ανθρώπινα έφεραν τους λαούς των δυο χωρών πιο κοντά μια αποκλιμάκωση και μια πιο θετική συμπεριφορά.
«Και στη στάση αυτή εμείς ανταποκριθήκαμε και θα ανταποκρινόμαστε πάντα σε ό,τι αποσκοπεί στη μείωση της έντασης και στον διάλογο», υπογράμμισε ο Έλληνας Πρωθυπουργός.
Είπε πως θέλει να ελπίζει πως μια τέτοια βελτίωση μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο και στο Κυπριακό.
Σημείωσε πως η διεθνής νομιμότητα δεν μπορεί να ανέχεται τον 21ο αιώνα ούτε κατοχικό στρατό στην Κύπρο, ούτε ξεπερασμένα συστήματα εγγυήσεων και δικαιώματα επεμβάσεων τρίτων στις υποθέσεις της.
Αντίθετα είναι πλέον καιρός το ευρωπαϊκό κεκτημένο να απλωθεί σε όλο το νησί, στο πλαίσιο της επανενωμένης διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας στην οποία όλοι συμφωνούμε, υπογράμμισε.
Ο κ. Μητσοτάκης είπε πως η εμπειρία του κ. Χριστοδουλίδη ως Υπουργού Εξωτερικών τον κάνει πιο αισιόδοξο και αυτή η αισιοδοξία γίνεται πραγματική ελπίδα, “γνωρίζοντας την ισχυρή σου βούληση, την οποία διατύπωσες από την πρώτη στιγμή που σε εμπιστεύτηκε ο κυπριακός λαός να επανεκκινήσει ο σχετικός διάλογος για το Κυπριακό και ενδεχομένως μάλιστα και με πιο δυναμική ευρωπαϊκή εμπλοκή την οποία η χώρα μας προφανώς θα στηρίξει και θα διεκδικήσει”.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης εξέφρασε για ακόμα μια φορά συλλυπητήρια για την ανείπωτη τραγωδία στα Τέμπη, σημειώνοντας πως η Κύπρος συμπαρίσταται και πενθεί μαζί με την Ελλάδα.
Είπε πως η σημειολογία της πρώτης επίσκεψής του εκάστοτε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά σημαντική και στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα για το επίπεδο των σχέσεων και των αδελφικών δεσμών ανάμεσα στις δυο χώρες.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε πως η επίσημη επίσκεψή του στην Ελλάδα δεν είναι απλά συμβολικής σημασίας αλλά έχει ιδιαίτερη και ουσιαστική σημασία, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινές προκλήσεις που οι δυο χώρες έχουν να αντιμετωπίσουν καθώς και τις κοινές τους επιδιώξεις σε διμερές και περιφερειακό επίπεδο αλλά και εντός της κοινής ευρωπαϊκής οικογένειας.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε πως κατά τη συζήτηση για το Κυπριακό ενημέρωσε λεπτομερώς τον Πρωθυπουργό Μητσοτάκη για την ανάγκη ενεργότερης εμπλοκής της ΕΕ «στην προσπάθεια για να σπάσουμε το αδιέξοδο στο Κυπριακό και να επαναρχίσουν οι συνομιλίες».
“Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά πως τα δεδομένα δεν είναι εύκολα, γνωρίζουμε τις δυσκολίες αλλά την ίδια στιγμή έχουμε την έντονη πεποίθηση ότι η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση του Κυπριακού, δεν μπορεί η Κύπρος να παραμένει μοιρασμένη και υπό κατοχή”, σημείωσε.
Ανέφερε πως αντάλλαξαν απόψεις για τις διμερείς σχέσεις οι οποίες είναι εξαίρετες, όπως σημείωσε. «Αλλά υπάρχει πάντοτε περιθώριο βελτίωσής τους και είναι σε αυτό το πλαίσιο που συμφωνήσαμε να καθιερώσουμε ένα θεσμοθετημένο όργανο διακυβερνητικής συνεργασίας το οποίο θα προβλέπει κοινές συναντήσεις των Υπουργικών Συμβουλίων στην παρουσία των δυο μας, σε τακτά χρονικά διαστήματα”, ανέφερε.
Είπε πως θεωρεί την απόφαση αυτή ως ιδιαίτερα σημαντική, μια απόφαση που έπρεπε να είχε ληφθεί εδώ και χρόνια.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλιδης σημείωσε πως “τα περιφερειακά ζητήματα και ειδικότερα οι εξελίξεις στη γειτονιά μας ήταν επίσης ένα σημαντικό μέρος των συζητήσεων που είχαμε σήμερα”.
Ανέφερε πως «εμείς επικεντρωνόμαστε στην κατάλληλη διαχείριση των προκλήσεων όσο και στη βέλτιστη αξιοποίηση των ευκαιριών που υπάρχουν», σημειώνοντας πως σε αυτό το πλαίσιο συζήτησαν τις κοινές περιφερειακές δράσεις που αποδεικνύουν στην πράξη την προσπάθεια της Ελλάδας και της Κύπρου να είναι πυλώνες ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή.
Αναφερόμενος στην άμεση ανταπόκριση των κυβερνήσεων και των απλών ανθρώπων σε Ελλάδα και Κύπρο μετά τους καταστροφικούς σεισμούς σε Τουρκία και Συρία ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είπε πως αυτά δείχνουν για ακόμα μια φορά πως επί της ουσίας η επιδίωξη όλων πρέπει να είναι η ειρηνική συνύπαρξη σε συνθήκες ευημερίας και ασφάλειας μακριά από πολεμικές κορώνες και απειλές εκτός του πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας.
Ο κ. Χριστοδουλίδης είπε πως συζήτησαν επίσης τα ευρωπαϊκά ζητήματα και για το επικείμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και αναφέρθηκαν στο γεγονός πως και οι δυο ανήκουν στη μεγάλη οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και στη σημασία που έχει αυτό στην υλοποίηση των κοινών τους στόχων.
Διαβεβαίωσε, ακόμη, πως η συνεργασία τους θα συνεχιστεί όπως και πριν και θα είναι πολύ στενή, ειλικρινής, άμεση και αποτελεσματική αλλά θα ενισχυθεί και ακόμη περισσότερο και θα είναι ακόμη πιο αποτελεσματική