Τη θλιβερή επέτειο της συμπλήρωσης μισού αιώνα από το μαύρο καλοκαίρι του 1974, όταν η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο και έσπειρε τον όλεθρο και τον πόνο, καταδικάζουν σύσσωμα τα πολιτικά κόμματα της Κύπρου, που τονίζουν ότι πρέπει να καταβληθεί το άπαν των δυνάμεων της Κύπρου, για την απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας.
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός, σε ανακοίνωσή του, ανέφερε πως «50 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την αποφράδα ημέρα της τουρκικής εισβολής. 50 χρόνια πόνου και προσφυγιάς ως αποτέλεσμα ενός εγκλήματος το οποίο άφησε πίσω του πληγές οι οποίες παραμένουν ανοιχτές μέχρι σήμερα: νεκροί, αγνοούμενοι, εγκλωβισμένοι, πρόσφυγες. Αυτά συνθέτουν τη ζοφερή παραβίαση από την Τουρκία των πιο βασικών δικαιωμάτων του ανθρώπου».
Συνεχίζοντας, στην ανακοίνωση προστίθεται πως «είναι μια θλιβερή επέτειος. Που μας υπενθυμίζει φορτικά τη δική μας ευθύνη να καταβάλουμε το άπαν των δυνάμεών μας για απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας. Αυτή θα είναι η μέγιστη απόδοση της οφειλόμενης τιμής στους ηρωικούς μαχητές που θυσιάστηκαν υπερασπιζόμενοι την πατρίδα, τους αγνοούμενους και τους πρόσφυγές μας».
Ο ΔΗΣΥ πρόσθεσε πως πρέπει να «παραμένουμε προσηλωμένοι στη λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας όπως καθορίζεται στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, χωρίς κατοχικά στρατεύματα και ξένες εγγυήσεις, για να καταστεί η Κύπρος ένα φυσιολογικό κράτος με πλήρη αποκατάσταση των δικαιωμάτων του συνόλου των πολιτών».
Καταλήγοντας, ο ΔΗΣΥ επεσήμανε ότι «σε αυτό το πλαίσιο θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τις διαδικασίες εκείνες που προάγουν και στηρίζουν τη νηφάλια πολιτική σκέψη στο δρόμο της δικαίωσης. Καλλιεργώντας συνθήκες ενότητας και σύμπνοιας για να επουλώσουμε τις πληγές που είναι ακόμη χαραγμένες στην ψυχή μας».
Από πλευράς του, το ΑΚΕΛ στη δική του ανακοίνωση σημείωσε ότι η 50η επέτειος της τουρκικής εισβολής αποτελεί αλάτι στις πληγές του κυπριακού λαού που παραμένει αδικαίωτος. «Ο Αττίλας της Τουρκίας παίρνοντας την σκυτάλη από την προδοσία της χούντας των Αθηνών και της ΕΟΚΑ Β΄ ολοκλήρωσε το ΝΑΤΟϊκό σχέδιο διαμελισμού της Κύπρου. Εισέβαλε στις 20 του Ιούλη του 1974 στο νησί μας σκορπώντας τον όλεθρο και τον θάνατο, ακρωτηριάζοντας την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου και επιβάλλοντας δια της βίας τον διαχωρισμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων».
Στην ανακοίνωση αναφέρεται παράλληλα, πως «τα φιλοπόλεμα πανηγύρια της κατοχικής δύναμης και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας για την επέτειο της εισβολής συνιστούν βάναυση πρόκληση για τον κυπριακό λαό».
Το ΑΚΕΛ, προστίθεται στην ανακοίνωση, υπογραμμίζει ότι κανένα από τα προσχήματα που διακινεί μέχρι σήμερα η τουρκική προπαγάνδα για την εισβολή δεν έχει έρεισμα. Ούτε το διεθνές δίκαιο ούτε η Συνθήκη Εγγύησης -που κακόβουλα επικαλείται η Τουρκία- δεν παρείχε στις εγγυήτριες δυνάμεις δικαίωμα στρατιωτικής επέμβασης στην Κύπρο αφού κάτι τέτοιο αντίκειται ευθέως στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Ούτε βέβαια ο Αττίλας αποκατέστησε ή στόχευε ποτέ να αποκαταστήσει τη συνταγματική τάξη που ανατράπηκε με το πραξικόπημα.
«Η συνταγματική τάξη είχε αποκατασταθεί αρχικά, με την απομάκρυνση του εγκάθετου προδότη Σαμψών και οριστικά, με την επάνοδο του Μακάριου στην Κύπρο και την Προεδρία τον Δεκέμβριο του 1974, όμως ο Αττίλας δεν έχει αποχωρήσει μέχρι σήμερα από την Κύπρο. Ψευδεπίγραφο ήταν και το πρόσχημα της «προστασίας των Τουρκοκυπρίων» αφού με τον εποικισμό και τον οικονομικοπολιτικό έλεγχο στα κατεχόμενα, η Τουρκία οδηγεί στη εξαφάνιση των Τουρκοκυπρίων ως κοινότητας».
Το μήνυμα του ΑΚΕΛ με την αφορμή της 50ης επετείου της εισβολής και της συμπλήρωσης μισού αιώνα κατοχής και διαίρεσης είναι μήνυμα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει συμβιβασμός ούτε με το στάτους-κβο ούτε με τις αξιώσεις του δίδυμου Ερντογάν-Τατάρ για λύση δύο κρατών, αναφέρεται.
«Το ΑΚΕΛ επαναλαμβάνει ότι μόνο με λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως περιγράφεται στα Ψηφίσματα του ΟΗΕ μπορεί να επιτευχθεί λύση στο Κυπριακό και για αυτό επιμένουμε στον στόχο της συνέχισης των διαπραγματεύσεων από το σημείο που διακόπηκαν το 2017 στο Κραν Μοντανά στη βάση του Πλαισίου Γκουτέρες και του συνόλου των διαπραγματευτικών συγκλίσεων. Μόνο έτσι θα ανοίξει ο δρόμος της λευτεριάς και της επανένωσης, μόνο έτσι θα ξημερώσουν μέρες πραγματικής και μόνιμης ειρήνης και ασφάλειας για όλους τους Κύπριους, Ε/κ, Τ/κ, Αρμένιους, Μαρωνίτες και Λατίνους».
Καταλήγοντας, στην ανακοίνωση σημειώνεται πως «με την αφορμή της επετείου, το ΑΚΕΛ καταθέτει φόρο ευγνωμοσύνης και αιώνιας δόξας στα παιδιά του κυπριακού λαού που υπερασπίστηκαν την πατρίδα μας απέναντι στους εισβολείς, στην προδομένη και άνιση μάχη εκείνου του καλοκαιριού. Φόρο τιμής αποτείνουμε και στους Ελλαδίτες στρατιώτες που, σε αντίθεση με τους χουντικούς αξιωματικούς, στάθηκαν στο πλευρό του λαού μας και υπερασπίστηκαν την Κύπρο. Αυτοί είναι οι ήρωες της Κύπρου και σε αυτούς αξίζουν τα στεφάνια και οι τιμές της πολιτείας και του λαού. Αντιπροσωπεία του ΑΚΕΛ, με επικεφαλής τον ΓΓ της Κ.Ε. του Κόμματος, Στέφανο Στεφάνου θα παραστεί αύριο, Κυριακή 20 Ιουλίου και ώρα 9πμ στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας για κατάθεση στεφάνων».
Το Δημοκρατικό Κόμμα, σε σχετική ανακοίνωση επεσήμανε πως «φέτος συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από την βάρβαρη εισβολή του 1974 και τη συνεχιζόμενη παράνομη κατοχή της πατρίδας μας από την Τουρκία. Το Δημοκρατικό Κόμμα, κρατά ζωντανή την ιστορική μνήμη και καταδικάζει με τον πιο έντονο τρόπο τη βάρβαρη τουρκική εισβολή της 20ης Ιουλίου 1974, την οποία προλόγισε και διευκόλυνε το προδοτικό πραξικόπημα που είχε προηγηθεί».
Στην ανακοίνωση προστίθεται πως «το ΔΗΚΟ καταδικάζει τις παράνομες και μονομερείς τουρκικές ενέργειες στην κατεχόμενη μας πατρίδα ως επίσης και την θρασύτατη προκλητικότητα της Τουρκίας και των εγκάθετων της, που πανηγυρίζουν σήμερα με προκλητικές φιέστες ντροπής, πάνω σε κλεμμένη γη και πάνω στα αιματοβαμμένα χώματα μας. Το χρέος της θύμησης των σκοτεινών ημερών εκείνου του εφιαλτικού Ιούλη, εμπερικλείει και τη μέγιστη ηθική υποχρέωση της διαρκούς απόδοσης τιμών σε κείνους που προασπίστηκαν τη δημοκρατία και την ελευθερία της πατρίδας μας».
Το ΔΗΚΟ τόνισε ότι «δεν ξεχνούμε την εθνική συμφορά του 1974. Δεν ξεχνούμε τις αιτίες των αποτρόπαιων εγκλημάτων που διαπράχθηκαν σε βάρος της Κύπρου και του Κυπριακού Ελληνισμού. Δεν ξεχνούμε την κατοχή και τον ξεριζωμό, την αδικία και τον πόνο. Δεν ξεχνούμε τους νεκρούς και τους αγνοούμενους μας. Δεν ξεχνούμε τα σκλαβωμένα χωριά και τις πόλεις μας. Το Δημοκρατικό Κόμμα τιμά τους ήρωες της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Τους γενναίους αγωνιστές, που δε δίστασαν να δώσουν την άνιση μάχη, για να υπερασπιστούν την Κύπρο μας, από τις ορδές των Τούρκων εισβολέων. Τιμούμε τους ηρωικούς εγκλωβισμένους μας, μοιραζόμαστε το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων και των χιλιάδων αμάχων που εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες και στεκόμαστε συμπαραστάτες στον προσφυγικό κόσμο».
Για μισό αιώνα η Τουρκία εξακολουθεί να παραβιάζει τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των Κυπρίων πολιτών με τις πληγές του μαύρου εκείνου Ιούλη του 1974 να παραμένουν ακόμη ανοιχτές, σημείωσε. «Η τουρκική κατοχή πρέπει να τερματιστεί. Αυτό σημαίνει ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ. Με την απαλλαγή από την κατοχή, υπάρχει ελπίδα για επανένωση, αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών όλων των νόμιμων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων».
Το ΔΗΚΟ επεσήμανε, δε, ότι «ο κύριος υπαίτιος της μη επίλυσης του Κυπριακού, είναι η Τουρκία και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε απενεχοποίηση της. Ουδεμία συμφιλίωση με την κατοχή μπορεί να υπάρξει και καταδικάζουμε την απαράδεκτη τουρκική αξίωση για κλείσιμο του Κυπριακού με διευθέτηση δυο κρατών ή συνομοσπονδία δύο κρατών. Το Κυπριακό είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται από τον Ευρωπαϊκό και ευρύτερο Διεθνή παράγοντα. Ως Δημοκρατικό Κόμμα επιδιώκουμε και επιζητούμε τον ενεργότερο ρόλο της ΕΕ ώστε το συντομότερο δυνατό να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις επί της συμφωνημένης βάσης, σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το Διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο».
Καταλήγοντας, το ΔΗΚΟ πρόσθεσε πως «για να το πετύχουμε, πρέπει να σφυρηλατήσουμε, έστω και τώρα, την ενότητα γύρω από τα θεμελιώδη ζητήματα, τα οποία μας ενώνουν και για τα οποία όλες οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου συμφωνούμε. Πρέπει να στηρίξουμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας προκειμένου να διεκδικεί και όχι να τον υπονομεύουμε με κάθε ευκαιρία προτείνοντας του υποχωρήσεις. Αυτό που πρέπει να είναι πρώτιστος στόχος όλων μας είναι ο ιερός αγώνας για την απελευθέρωση της πατρίδας μας».
Το ΕΛΑΜ, από πλευράς του, σημείωσε ότι «μισός αιώνας, από τη μέρα που ο βάρβαρος κατακτητής παραβίασε το διεθνές δίκαιο και κάθε ανθρώπινο δικαίωμα. 50 χρόνια μετά, οικογένειες πενθούν για τους νεκρούς τους, αναζητούν τους αγνοούμενους και κλαίνε για τα σπίτια που έχασαν».
Δυστυχώς, πρόσθεσε, «ενώ η πληγή της εισβολής είναι ακόμα αιμάσσουσα και οι κατακτητές αποθρασυμένοι, βλέπουμε τις πολιτικές μας ηγεσίες διαχρονικά, να διαπραγματεύονται την ιστορία και την αξιοπρέπειά μας, στη βάση της ρατσιστικής Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας».
Καταλήγοντας, το ΕΛΑΜ επεσήμανε πως «η 20η Ιουλίου πρέπει να υπενθυμίζει στον κάθε Έλληνα της Κύπρου τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας για την Κύπρο και να μην συμβιβάζεται με την κατοχή. Οφείλουμε στους ήρωες του Έθνους, την απελευθέρωση».
Η ΕΔΕΚ, στη δική της ανακοίνωση, ανέφερε πως συμπληρώθηκαν πενήντα χρόνια κατοχής, πενήντα χρόνια προσφυγιάς, πενήντα χρόνια θρήνου για τους ηρωικούς νεκρούς, τους άνανδρα δολοφονημένους, πενήντα χρόνια σκοτεινές μνήμες για τους εξευτελισμούς, τις κακοποιήσεις, τους βιασμούς.
«Πενήντα χρόνια από εκείνη την καταραμένη μέρα, όταν η Τουρκία εκμεταλλεύτηκε τη διαλυμένη από την προδοσία του πραξικοπήματος, Εθνική Φρουρά και την ανοχύρωτη πολιτεία και εισέβαλε στην Κύπρο, επιδιώκοντας να υλοποιήσει τον από το 1956 σχεδιασμένο στόχο της, να κατακτήσει εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, για να τα χρησιμοποιήσει για να αποκτήσει πλήρη πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο της Κύπρου».
Στην ανακοίνωση προστίθεται ότι «το πέρασμα του μισού αιώνα δεν έχει ξεθωριάσει ούτε κατά το ελάχιστο την τραγικότητα των συνεπειών της τουρκικής εισβολής. Συνέπειες, που ο τόπος μας τις βιώνει στους προσφυγικούς συνοικισμούς, στις χιλιάδες τάφους που είναι διάσπαρτοι σε όλη την Κύπρο, στα ηρώα που θυμίζουν τον άνισο, προδομένο αγώνα, στις ανεπούλωτες ψυχικές και σωματικές πληγές, στα θραύσματα των οστών που ακόμα κηδεύουμε, στον κατάλογο των αγνοουμένων που ακόμα υπάρχει, στους εγκλωβισμένους μας που κρατούν την σκλαβωμένη γη στους ώμους τους».
Αναφερόμενη στο Κυπριακό, η ΕΔΕΚ σημείωσε ότι «το – για πενήντα χρόνια – άλυτο Κυπριακό πρόβλημα αποτελεί ντροπή για τη διεθνή κοινότητα και αποκαλύπτει την αδυναμία του ΟΗΕ να επιβάλει το δίκαιο και να παραμερίσει τα διάφορα γεωπολιτικά, στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα. Αποτελεί το λιγότερο πρόκληση το γεγονός ότι όλες οι προτάσεις «λύσεις», τα τελευταία σαράντα χρόνια, με πιο επίμονη αυτή του σχεδίου Ανάν το 2004 και το πιο πρόσφατο πλαίσιο Γκουτέρεζ το 2017, δικαίωναν την εισβολή και νομιμοποιούσαν την κατοχή και τις συνέπειες της. Δυστυχώς όμως, η διολίσθηση του Κυπριακού, με τη μορφή ανεπίτρεπτων υποχωρήσεων, αποδεικνύει και την ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα της πολιτικής της πλευράς μας, από την εποχή που η πολιτική του «καλού παιδιού» επέτρεψε την διείσδυση της διχοτομικής, συνομοσπονδιακής «λύσης» της Διζωνικής – Δικοινοτικής Ομοσπονδίας στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ».
Η ΕΔΕΚ τόνισε πως «είναι αδιανόητο, τόσα χρόνια οι εκάστοτε ηγεσίες μας να έχουν κάνει σημαία τη «λύση» ΔΔΟ, παρά τις επανειλημμένες αποτυχίες, τόσο στη διαδικασία, όσο και επί της ουσίας και παρά το ότι, το μόνο αποτέλεσμα είναι να υποχωρεί η πλευρά μας και να αποκτά κεκτημένα η τουρκική πλευρά».
Συνεχίζοντας, έκανε αναφορά στις δικές τις εισηγήσεις, σημειώνοντας πως «δεν πρέπει να επιμένουμε σε μια αποδεδειγμένα αποτυχημένη διαδικασία και σε μια βάση διαπραγμάτευσης, που προνοεί άκρως διαχωριστικά στοιχεία, όπως:
- Εγγυημένες πλειοψηφίες πληθυσμού και γης
- Σοβαρές παρεκκλίσεις από ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα
- Σοβαρούς περιορισμούς στα δικαιώματα εγκατάστασης, απόκτησης περιουσίας και επαγγελματικής δραστηριοποίησης
Το Κυπριακό δεν επιλύεται με ψευδαισθήσεις.
Το Κυπριακό είναι ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και παράνομου εποικισμού και επιβάλλεται:
- Να διεκδικήσουμε τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπως προβλέπει και η σχετική απόφαση, για κατά προτεραιότητα συζήτηση της διεθνούς πτυχής του προβλήματος.
- Να διεκδικήσουμε ως περιεχόμενο της λύσης:
(i) την κατάργηση των εγγυήσεων και την πλήρη αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων,
(ii) τον επαναπατρισμό των εποίκων και την επιστροφή των προσφύγων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε συνθήκες ασφάλειας, στις περιουσίες τους,
(iii) την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου, χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις, σε ολόκληρη την Κυπριακή επικράτεια,
(iv) την κατοχύρωση των τεσσάρων ελευθεριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή την ελευθερία διακίνησης, εγκατάστασης, περιουσίας και εργασίας.
Για αυτή τη λύση θα συνεχίσει να αγωνίζεται η ΕΔΕΚ, γιατί αυτή η λύση θα διασφαλίσει το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας και το μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού».
Αδιάλειπτα οφείλουμε με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα να επαναλαμβάνουμε ότι το πλαίσιο Γκουτέρες παραμένει στο τραπέζι, ως μια καλή βάση για την επανέναρξη της διαδικασίας, από το σημείο που διακόπηκε στο Κρανς Μοντάνα, προσδοκώντας σε μια λύση αρχών, που να εδράζεται στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, τις Συμφωνίες Κορυφής και τις σχετικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο τη λύση Διζωνικής, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, διαμηνύει ο Πρόεδρος της Δημοκρατικής Παράταξης, Μάριος Καρογιάν, με την ευκαιρία της μαύρης επετείου 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Σε μήνυμά του, ο κ. Καρογιάν αναφέρει ότι επιθυμία, στόχος και επιδίωξή είναι η λύση του Κυπριακού το συντομότερο δυνατό, αφού το σημερινό στάτους κβο δεν είναι ούτε βιώσιμο, ούτε μπορεί να αποτελεί λύση.
Αναντίλεκτα, προσθέτει, «ζητάμε την απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο, την κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος εγγυήσεων και την αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως και την αποκατάσταση της κυριαρχίας της στο σύνολο των εδαφών της».
Όπως σημειώνει «με διεκδικητικό ρεαλισμό διεκδικούμε μια λύση, που θα αναιρεί τα αποτελέσματα της τουρκικής εισβολής και κατοχής, που θα επανενώνει την πατρίδα μας και το λαό της και που θα αποκαθιστά τις βασικές ελευθερίες όλων των νόμιμων κατοίκων της και θα διασφαλίζει το διεθνές δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα».
Ο κ. Καρογιάν καταδικάζει τη βάρβαρη τουρκική εισβολή και όλα τα συνεπακόλουθα και τετελεσμένα της κατοχής των πενήντα αυτών ετών, σημειώνοντας ότι «ξυπνούν και πάλι μνήμες από το τραγικό εκείνο καλοκαίρι του 1974, που οδήγησε στην σημερινή θλιβερή και ανυπόφορη πραγματικότητα, που βιώνει η μοιρασμένη μας πατρίδα».
Αναφέρει, επίσης, ότι για πενήντα χρόνια «η Κύπρος μας μετρά νεκρούς, αγνοούμενους, πρόσφυγες και ανυπολόγιστες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές πληγές», προσθέτοντας πως «μισό αιώνα μετά, η ευθύνη για τη διαχείριση του κυπριακού προβλήματος είναι βαρύτατη και το ιστορικό μας χρέος, τεράστιο».
Υπενθυμίζει προς πάσα κατεύθυνση ότι «η κατοχή των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία και η αδιάλλακτη στάση της συνεχίζουν να αποτελούν τις γενεσιουργές αιτίες και αιτίες διαιώνισης του Κυπριακού, όπως και πηγές έντασης και αστάθειας στην περιοχή».
«Για πενήντα χρόνια, ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής και κατοχής, ένα διεθνές έγκλημα, παραμένει άλυτο και ατιμώρητο, αποθρασύνοντας την Τουρκία και επιτρέποντας της να θέτει ξεκάθαρα στο τραπέζι λύση δυο κρατών, παραβιάζοντας κάθε αρχή διεθνούς δικαίου. Σίγουρα, οι ευθύνες των Ηνωμένων Εθνών και γενικά της διεθνούς κοινότητας, για την πολύχρονη εκκρεμότητα του κυπριακού προβλήματος, είναι τεράστιες», αναφέρει.
Το Κίνημα Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών, στην δική του ανακοίνωση, ανέφερε πως «συμπληρώνονται σήμερα πενήντα χρόνια από την ημέρα που ο Αττίλας εισέβαλε στην πατρίδα και στις ζωές μας. Μόλις πέντε εικοσιτετράωρα μετά από την εκτέλεση του προδοτικού πραξικοπήματος, εκδηλώθηκε η άλλη όψη του δίδυμου εγκλήματος».
Μισός αιώνας από όταν ο Αττίλας στο πέρασμα του άφηνε νεκρούς και αγνοούμενους, αιχμαλώτους, τραυματίες, πρόσφυγες, εγκλωβισμένους και παθόντες, πρόσθεσε. «Η αντίσταση των προδομένων υπερασπιστών της πατρίδας, όσο μάταιη και αν ήταν, έγραψε σελίδες απαράμιλλου ηρωισμού και παρακαταθήκης στην προσπάθεια του λαού μας να σταθεί όρθιος επί των ερειπίων. Τα γεγονότα του Ιουλίου και Αυγούστου του 1974 αλλά και η περίοδος που προηγήθηκε του πραξικοπήματος, πέρασαν στην Ιστορία, αλλά, όσα χρόνια και αν περάσουν, δεν ξεχνιούνται».
Καταλήγοντας, το Κίνημα Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών θα συνεχίσει να αγωνίζεται για τον τερματισμό της κατοχής και την απελευθέρωση της πατρίδας μας, προστίθεται στην ανακοίνωση. «Αποτελεί οφειλόμενο χρέος τόσο σε αυτούς που έπεσαν ηρωικά υπερασπιζόμενοι τη δημοκρατία και την ελευθερία, όσο και στον λαό μας. Ο στόχος παραμένει μία δίκαιη, βιώσιμη, και αειφόρος λύση, η οποία θα εξασφαλίζει για ολόκληρο τον κυπριακό λαό τα ανθρώπινα δικαιώματα και αξίες, και το ευρωπαϊκό κεκτημένο».