Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι Ελλάδα και Κύπρος «δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα» και η επιδίωξη μας παραμένει μία, Κυπριακή Δημοκρατία με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο κράτος όπου όλοι οι πολίτες θα είναι και Κύπριοι και Ευρωπαίοι χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις, όπως ακριβώς το προβλέπουν τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, αλλά και ο σεβασμός στο Ευρωπαϊκό κεκτημένο. Στην προοπτική αυτή οι δύο εθνικοί πόλοι είμαστε πιο ενωμένοι όσο ποτέ, είπε.
Σε ομιλία του στην εκδήλωση για τα 50 χρόνια εισβολής και κατοχής που πραγματοποιήθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο, ο κ. Μητσοτάκης είπε επίσης ότι Αθήνα και Λευκωσία απορρίπτουν το χρεοκοπημένο δόγμα ότι η ακινησία παράγει κίνηση. «Ούτε βέβαια συμβιβαζόμαστε με την μοιρολατρική διαπίστωση πως κάθε νέος χρόνος θα είναι ίδιος ή χειρότερος από τον προηγούμενο, ενώ πρόσθεσε ότι στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου δεν επιτρέπονται δύο μέτρα και δύο σταθμά», είπε.
Τόνισε ότι «δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν τον οποίο συμμερίζεται και ο ΓΓ του ΟΗΕ όπως διαπίστωσα και στην τελευταία μας συνάντηση πριν από λίγες μέρες. Δρόμος δηλαδή της επανεκκίνησης των συνομιλιών με βάση τις προτάσεις που θα καταθέσει η ειδική απεσταλμένη Μαρία Άνχελα Ολγκίν».
Ελλάδα και Κύπρος συνεχίζουν την κοινή τους προσπάθεια έχοντας όχημα τους αδελφικούς δεσμούς μας.
Δεσμεύτηκε επίσης ότι ο ελληνισμός δεν θα πάψει να αγωνίζεται μέχρι να επανενωθεί η Κύπρος.
Στην ομιλία του, είπε ότι είναι βαθιά συγκινημένος, εκπροσωπώντας κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα απανταχού της γης.
«Για να επαναλάβω ενώπιόν σας, δύο λέξεις που έχουν σφραγίσει τις ζωές μας, «δεν ξεχνώ» αλλά και να σε αυτές τρεις ακόμη, ενωνόμαστε, επιμένουμε, αγωνιζόμαστε με σχέδιο και συνεργασία μέχρι την τελική δικαίωση», είπε, κυρίως όμως με ακλόνητη πίστη μέσα μας, γιατί είναι περίεργο πράγμα η καρδιά, όπως μας δίδαξε ο ποιητής Κώστας Μόντης, όσον την σπαταλάς, τόσο περισσότερη έχεις.
«Εχοντας όπλο αυτήν την περήφανη καρδιά, είπε, και με οδηγό την ωριμότητα του χρόνου, συναντάμε τα 50 χρόνια εισβολής και κατοχής σε μια συγκυρία η οποία μας καλεί να μετρήσουμε τα βήματα που κάναμε μπροστά, ζυγίζοντας ωστόσο τις στιγμές που μας κράτησαν πίσω ώστε τα διδάγματα του χθες να γίνουν προτάγματα του σήμερα», ανέφερε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Σε μια μέρα όχι μόνο οδύνης για αυτούς που χάθηκαν και τιμής για αυτούς που έπεσαν, είπε, όσο σε μια αφετηρία νέας ορμής για τις εθνικές μας διεκδικήσεις, «γυρίζουμε με περίσκεψη αλλά και με το βάρος του εθνικού ανορθοστοχασμού σε εκείνες τις στιγμές που τόσο ακριβά πλήρωσαν η Ελλάδα και η Κύπρος, η Κύπρος και η Ελλάδα. Τους επί όρκους πραξικοπηματίες της Χούντας που άνοιξαν τον δρόμο για το μεγάλο δράμα».
Ταυτόχρονα, είπε ο κ. Μητσοτάκης, «κοιτάμε μπροστά, αντλώντας δυνάμεις από την οδυνηρή εμπειρία που μεσολάβησε ώστε τα λάθη να μην επαναλαμβάνονται. Και οι σκοτεινές ώρες να μην σκεπάζουν τις κατακτήσεις που ακολούθησαν. Να μην ξεχνάμε ότι στον μισό αιώνα που πέρασε, αυτό το νησί στην άκρη της μεσογείου έγινε μια σύγχρονη Δημοκρατία, στάθηκε όρθιο, απέναντι στις ολέθριες συνέπειες του Αττίλα. Έχοντας στο πλευρό της την Αθήνα, η Λευκωσία διατήρησε ζωντανό εδώ και σχεδόν τρεις γενιές το αίτημα της επανένωσης της χώρας».
Στο μεταξύ, ανέφερε ο Έλληνας Πρωθυπουργός, «η Κύπρος με τη βοήθεια της Ελλάδας, έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής οικογένειας με την οικονομία της να αναπτύσσεται συνεχώς, ξεπερνώντας πολλαπλές κρίσεις, βελτιώνοντας την καθημερινότητα της κοινωνίας της».
«Πληγή ωστόσο εξακολουθεί να αιμορραγεί, Ο βορράς του τόπου μένει αιχμάλωτος της κατοχής. Η γη της Αφροδίτης παραμένει διχοτομημένη. Υπάρχουν ακόμη αγνοούμενοι και πρόσφυγες ενώ εδώ κοντά συνεχίζει να προκαλεί το μόνο τείχος του καιρού μας το οποίο διχοτομεί μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Πρόκειται για μια φωτογραφία ενοχής αυτών που το προκάλεσαν. Ταυτόχρονα όμως, και μια απόδειξη ανοχής όσων επιτρέπουν να διατηρείται ακόμα. Είναι μια ανοχή που δεν πρέπει να καταλήξει σε λήθη», σημείωσε.
Απέναντι σε όλα αυτά, είπε ο κ. Μητσοτάκης, «η θέση μας είναι σαφής: Δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα. Και η επιδίωξή μας παραμένει μία, Κυπριακή Δημοκρατία με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο κράτος όπου όλοι οι πολίτες θα είναι και Κύπριοι και Ευρωπαίοι χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις, όπως ακριβώς το προβλέπουν τα ψηφίσματα του ΟΗΕ αλλά και ο σεβασμός στο Ευρωπαϊκό κεκτημένο».
«Στην προοπτική αυτή οι δύο εθνικοί πόλοι είμαστε πιο ενωμένοι όσο ποτέ. Κάτι που πρέπει να το παραδεχθούμε, δεν υπήρξε ανέκαθεν σταθερό δεδομένο στον κοινό αγώνα. Τώρα όμως η εμπειρία μας χαλύβδωσε τη συνεργασία. Αθήνα και Λευκωσία απορρίπτουμε το χρεοκοπημένο δόγμα ότι η ακινησία παράγει κίνηση. Ούτε βέβαια συμβιβαζόμαστε με την μοιρολατρική διαπίστωση πως κάθε νέος χρόνος θα είναι ίδιος ή χειρότερος από τον προηγούμενο, Και είμαι σίγουρος ότι τα λόγια αυτά εκφράζουν απόλυτα και τον καλό μου φίλο Νίκο», τόνισε.
Θεωρούμε ότι η ελληνοτουρκική προσέγγιση βοηθά και στην πρόοδο του Κυπριακού, ανέφερε για να προσθέσει ότι «την ίδια ώρα όμως, στο πλαίσιο του διαλόγου αναδεικνύουμε συστηματικά το εθνικό μας θέμα. Και είμαι ειλικρινής και προς την Αγκυρα αλλά και προς κάθε κατεύθυνση το γεγονός ότι συζητούμε δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και πολύ περισσότερο ότι υποχωρούμε. Το αντίθετο, θα έλεγα. Η Ελλάδα πλέον συνομιλεί με όλους ως ένα κράτος ισχυρό σε όλα τα πεδία, οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, διπλωματικά».
«Δεν υπάρχει συνεπώς άλλος δρόμος από αυτόν τον οποίο συμμερίζεται και ο ΓΓ του ΟΗΕ όπως διαπίστωσα και στην τελευταία μας συνάντηση πριν από λίγες μέρες. Δρόμος δηλαδή της επανεκκίνησης των συνομιλιών με βάση τις προτάσεις που θα καταθέσει η ειδική απεσταλμένη κ. Ολγκίν. Άλλωστε μόνο οποίος δεν έχει δίκιο, μόνο όποιος δεν έχει επιχειρήματα αποφεύγει το διάλογο, όταν μάλιστα προχωρεί και σε προκλήσεις τότε βαρύνει ακόμα περισσότερο το κλίμα», επισήμανε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Αναφέρομαι ασφαλώς σε μια κατεύθυνση από την οποία δεν μπορεί να απουσιάζει και η Ευρώπη, ανέφερε, «γιατί η Κύπρος αποτελεί πλέον κομμάτι της, αποτελεί το φυσικό της ανατολικό σύνορο έτσι κάθε απειλή εναντίον της γίνεται ταυτόχρονα κίνδυνος για την ήπειρό μας αλλά και για όλο τον δυτικό κόσμο. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι προ ημερών η επανεκλεγείσα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Ρομπέρτα Μετσόλα τάχθηκε υπέρ της ενιαίας και ελεύθερης Κύπρο, το ίδιο έπραξε σήμερα με δήλωσή της η επανεκλεγείσα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Ουρσουλα Φον Ντερ Λάιεν».
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι πριν από 50 χρόνια τα όμορφα νερά της Κερύνειας βεβηλώθηκαν. Και στο γαλάζιο ουρανό της Μεγαλόνησου το σκέπασαν τα γκρίζα αεροπλάνα των εισβολέων. Έτσι το χρυσοπράσινο φύλλο της μεσογείου πατήθηκε.
«Με βαρύ τίμημα, με χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους. Με εκατοντάδες χιλιάδες Ε/Κ εκτοπισμένους από τον ίδιο τους τον τόπο. Με τη Λευκωσία ακρωτηριασμένη, με τη φυλακισμένη Αμμόχωστο να ανασαίνει ακόμα βαριά, δίπλα στα ερείπια της. Ένα εθνικό τραύμα που πονά και θα πονά. Όμως όπως είπα, δεν είμαστε εδώ σήμερα μόνο για να θρηνήσουμε και για να τιμήσουμε. Είμαστε εδώ για να αγωνιστούμε και να δικαιωθούμε, να μετατρέψουμε τον θυμό και τη θλίψη μας σε ρεαλιστική ενέργεια προβάλλοντας το κυπριακό ως μια εκκρεμότητα που προσβάλλει τη διεθνή νομιμότητα, ως ένα απαράδεκτο παράδειγμα εισβολής και κατοχής», ανέφερε.
Κάτι, πρόσθεσε, «που δυστυχώς στις μέρες μας βρίσκει αυταρχικούς μιμητές όπως συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία». Όμως, συνέχισε, «στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου δεν επιτρέπονται δύο μέτρα και δύο σταθμά. Γι’αυτό και ενώ δεν τρέφω ψευδαισθήσεις, θεωρώ ότι καμία μάχη δεν χάνεται αν πρώτα δεν δοθεί, Έχω εμπιστοσύνη και στο δίκαιο αλλά κυρίως έχω αυτοπεποίθηση στις θέσεις μας γιατί υπάρχει πάντοτε ελπίδα όσον τα τετελεσμένα στο έδαφος δεν γίνονται τετελεσμένα στην καρδιά του ελληνισμού. Ούτε όμως και της διεθνούς κοινότητας η οποία όπως βλέπουμε εξακολουθεί να αντιδρά και να μην αναγνωρίζει το τεχνητό κατασκεύασμα στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού».
Αργά ή γρήγορα, σημείωσε ο Ελληνας Πρωθυπουργός, η «Τουρκία οφείλει να αντιληφθεί πως οι φιλοδοξίες της δεν μπορούν να ταυτίζονται με μαύρες επετείους, με εμπρηστικές δηλώσεις που παρουσιάζουν την πολύ σημαντική κ. Πρόεδρε, συμβολή της Κύπρου στην ανθρωπιστική βοήθεια προς τη Γάζα ως δήθεν κίνδυνο για την ασφάλειά της, με ψηφίσματα τα οποία καλούν σε διχασμό και βεβαίως δεν μπορούμε να αγνοούμε το γενικό αίτημα για δικοινοτικές συνομιλίες στο δρόμο της επίλυσης του Κυπριακού».
«Χωρίς λοιπόν να λείπει το συναίσθημα, πώς θα μπορούσε άλλωστε σε μια μέρα όπως τη σημερινή, Αθήνα και Λευκωσία οφείλουμε να δούμε με πραγματισμό την κατάσταση σήμερα Τα δύο κράτη μας ανήκουν στο δυτικό κόσμο. Συμβαδίζουν με πυξίδα τις αξίες του, γνωρίζουμε τις δυσκολίες που συναντά συχνά το εθνικό μέτωπο. Κάθε λύση άλλωστε το ξέρουμε, προϋποθέτει γενναίες και τολμηρές αποφάσεις. Γι’ αυτό και ποτέ δεν πρέπει να ξεχωρίζουμε όσους μάχονται και διεκδικούν σε λιγότερο ή περισσότερο πατριώτες», ανέφερε.
Είναι όλοι, σημείωσε, «είμαστε όλοι πιστεύω στο ίδιο μετερίζι και για τον ίδιο σκοπό. Ελλάδα και Κύπρος συνεχίζουμε έτσι την κοινή μας προσπάθεια έχοντας όχημα τους αδελφικούς δεσμούς μας, την παρουσία μας στην ΕΕ αλλά και στα διεθνή φόρα και προπαντός με τον διαρκή συντονισμό των ενεργειών μας. Πάντοτε μέσα, φίλε Πρόεδρε, να έχετε τον πρώτο λόγο, αλλά με την Ελλάδα να στέκεται σταθερά και ενεργά στο πλευρό σας. Σε ένα ρόλο που δεν είναι μόνο δική μου επιλογή, είναι επιλογή του έθνους, είναι τελικά επιλογή της ίδιας της ιστορίας».
Κλείνοντας, είπε όχι «με ένα ακόμα σύνθημα, αλλά με μια δέσμευση ότι ο ελληνισμός δεν θα πάψει να αγωνίζεται μέχρι να επανέλθει η Κύπρος».