Tην ειλικρινή εκτίμηση της για τη σταθερή στήριξη της Ιρλανδίας στις προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού, στη βάση των αρχών του διεθνούς δικαίου και των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς και για τη διαχρονική συνεισφορά της Ιρλανδίας στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ, εξέφρασε η Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Αννίτα Δημητρίου, στη νέα Πρέσβειρα της Ιρλανδίας στην Κύπρο, Sarah Hamilton, σε συνάντηση που είχαν σήμερα στη Βουλή.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Βουλής, η κ. Δημητρίου επαναβεβαίωσε την προσήλωση της ελληνοκυπριακής πλευράς στον στόχο της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού το συντομότερο και εξέφρασε την ελπίδα η επικείμενη τριμερής συνάντηση στη Νέα Υόρκη στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ να αποδώσει καρπούς.
Κατά τη συνάντηση, η κ. Δημητρίου και η κ. Hamilton υπογράμμισαν τις εξαιρετικές διακρατικές και διακοινοβουλευτικές σχέσεις Κύπρου – Ιρλανδίας και τις προοπτικές περαιτέρω ενίσχυσης της συνεργασίας στη βάση κοινών αρχών και αξιών, αναφέρεται.
Η κ. Hamilton επεσήμανε ότι Κύπρος και Ιρλανδία είναι νησιωτικά κράτη στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), που τα συνδέει η κοινή εμπειρία διαίρεσης και τα οποία αξιοποιούν την στρατηγική τους θέση για να ενισχύσουν τον ρόλο τους στην ΕΕ και να προωθήσουν μια ατζέντα συνεργασίας και αλληλεγγύης.
Ενόψει της επερχόμενης ανάληψης από την Κύπρο της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 2026, η Πρόεδρος της Βουλής αναφέρθηκε στη σημασία του στενού συντονισμού μεταξύ Κύπρου και Ιρλανδίας, δεδομένου ότι οι δύο χώρες θα αναλάβουν διαδοχικά την Προεδρία και ενημέρωσε την Ιρλανδή Πρέσβη για την προετοιμασία της Βουλής των Αντιπροσώπων, στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής διάστασης της Κυπριακής Προεδρίας.
Σημειώθηκαν δε οι πολλαπλές προκλήσεις που θα κληθούν να διαχειριστούν οι δύο χώρες, στο πλαίσιο των διαδοχικών Προεδριών τους, περιλαμβανομένων των συζητήσεων για το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, θεμάτων άμυνας και ασφάλειας καθώς και θεμάτων που άπτονται της διεύρυνσης της Ένωσης, σημειώνεται.
Συζητήθηκε, τέλος, η ανάγκη ουσιαστικής αντιμετώπισης, ενδεχομένως και με ρύθμιση σε επίπεδο ΕΕ, των φαινομένων εξτρεμισμού, προπαγάνδας και τοξικότητας που χαρακτηρίζουν συχνά πλέον τον δημόσιο διάλογο, ενώ πλήττουν ιδιαίτερα τις γυναίκες και τους νέους, αποθαρρύνοντάς τους από την ενεργό συμμετοχή στη δημόσια ζωή, σύμφωνα με την ανακοίνωση.