Την διεξαγωγή ερευνών σε δύο επίπεδα, διοικητική έρευνα και έρευνα σε σχέση με πιθανά ποινικά αδικήματα, ζήτησε ο Αρχηγός Αστυνομίας Θεμιστός Αρναούτης ύστερα από οδηγίες του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης Μάριου Χαρτσιώτη, σε σχέση με τα όσα διαδραματίστηκαν κατά τη διαμαρτυρία την περασμένη Κυριακή των κυνηγών στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού, αναφέροντας ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών ότι η έρευνα αναμένεται να ολοκληρωθεί σε ένα μήνα.
Έντονες ήταν οι αντιδράσεις των Βουλευτών για το χάος και την ταλαιπωρία, όπως ανέφεραν, που επέφερε στους οδηγούς η συγκεκριμένη εκδήλωση με το κλείσιμο του αυτοκινητοδρόμου, με τον Αρχηγό της Αστυνομίας να αποφεύγει να δώσει απαντήσεις στη σειρά ερωτημάτων των Βουλευτών λόγω της διεξαγωγής των δύο ερευνών. Οι Βουλευτές αναφέρθηκαν επίσης στη μη παρουσία του Υπουργού Δικαιοσύνης στην Επιτροπή. Στην ημερήσια διάταξη της Επιτροπής αναφέρεται ότι στη συνεδρία κλήθηκαν να παραστούν εκπρόσωποι του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών συζήτησε το θέμα σε σχέση με “τις ενέργειες των αρμόδιων αρχών για διασφάλιση της δημόσιας τάξης και του δικαιώματος της ελεύθερης και ασφαλούς διακίνησης του κοινού στο πλαίσιο κινητοποιήσεων και/ή διαδηλώσεων που παρακωλύουν την κυκλοφορία”.
Ο κ. Αρναούτης εισηγήθηκε να αναβληθεί η συνεδρία λόγω της διεξαγωγής των ερευνών για το θέμα με τον Βουλευτή του ΑΚΕΛ Άριστο Δαμιανού να αναφέρει ότι δεν έχει το δικαίωμα ο Αρχηγός να ζητεί να μην προβεί σε κοινοβουλευτικό έλεγχο η Επιτροπή Νομικών.
«Για να μην προκαταλάβουμε οποιονδήποτε αποτέλεσμα των δύο ερευνών η εισήγηση μου είναι να αναβληθεί η συζήτηση του θέματος», είπε ο Αρχηγός της Αστυνομίας.
Τελικά συνεχίστηκε η συνεδρία και μιλώντας στην Επιτροπή, ο κ. Αρναούτης είπε ότι τη Δευτέρα, την αμέσως επόμενη ημέρα της διαμαρτυρίας, ζήτησε από τον Αστυνομικό Διευθυντή Λάρνακας και έλαβε έκθεση γεγονότων «για το τι έγινε τόσο πριν όσο και κατά» τη διάρκεια της εκδήλωσης.
Ανέφερε επίσης ότι έθεσε το θέμα στον Υπουργό Δικαιοσύνης και χθες με οδηγίες του «προχώρησα και έδωσα οδηγίες για έναρξη έρευνας σε δύο επίπεδα».
Ο κ. Αρναούτης είπε ότι το πρώτο επίπεδο, είναι η διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, η οποία «θα καλύψει όλους τους χειρισμούς που έγιναν εκ μέρους της Αστυνομίας, τόσο πριν όσο και κατά την εκδήλωση».
Πρόσθεσε ότι το δεύτερο είναι η διεξαγωγή έρευνας σε σχέση με τη διάπραξη πιθανών ποινικών αδικημάτων από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά την διάρκεια της εκδήλωσης.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νίκος Τορναρίτης είπε ότι θα διεξαχθεί νέα συνεδρία στις 23 Απριλίου στις 9.00 το πρωί, στην οποία θα κληθεί να παραστεί ο Υπουργός Δικαιοσύνης.
Σε ερώτηση του Προέδρου της Επιτροπής αν η έρευνα θα γίνει από αστυνομικούς για αστυνομικούς, ο Αρχηγός είπε ότι έδωσε ήδη οδηγίες στον Υπαρχηγό της Αστυνομίας για τη διοικητική έρευνα και «θα διερευνήσει όλα όσα έχουν σχέση με την υπό αναφορά εκδήλωση».
Για την πιθανή διάπραξη ποινικών αδικημάτων «από οποιονδήποτε πολίτη κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης», θα διερευνήσει άλλος αξιωματικός στο αρχηγείο Αστυνομίας, πρόσθεσε.
Σε ερώτηση του Προέδρου της Επιτροπής αν γνώριζε κατά πόσον θα γίνει αυτή η εκδήλωση, ο Αρχηγός είπε ότι ξεκινά διοικητική έρευνα «για το τi έγινε εκ μέρους της Αστυνομίας» και «θα είναι πρόωρο να πω οτιδήποτε».
Σε ερώτηση του κ. Τορναρίτη κατά πόσον θα τεθεί κάποιος σε διαθεσιμότητα, μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα, ο κ. Αρναούτης απάντησε αρνητικά και είπε ότι «δεν χρειάζεται σε αυτό το στάδιο να μπει κάποιος σε διαθεσιμότητα».
Ανέφερε επίσης ότι έλαβε την έκθεση γεγονότων από την Λάρνακα και ζήτησε εκ νέου από τα μέλη της Επιτροπής αναμονή μέχρι να λάβει τα αποτελέσματα των ερευνών.
Ο κ. Δαμιανού είπε ότι δεν είναι δικαίωμα του Αρχηγού Αστυνομίας να καλεί την Βουλή να μην εξετάσει ένα ζήτημα και πρόσθεσε ότι «ο Αρχηγός είναι υποχρεωμένος να απαντήσει στα ερωτήματα που τίθενται για το τi προηγήθηκε χωρίς να επικαλείται μια διοικητική έρευνα που ουδώλος μας αφορά αυτή την στιγμή».
Η εκπρόσωπος του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Φαίδρα Γρηγορίου, ανέφερε ότι «όλα είναι κάτω από το μικροσκόπιο» και «νομικά αντιλαμβάνομαι ότι δεν μπορεί να λεχθεί οτιδήποτε που είναι αντικείμενο της έρευνας και αύριο μπορεί να επηρεάσει την έρευνα».
«Οι διοικητικές έρευνες ουδώλος επηρεάζουν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Μπορούμε να ελέγξουμε όλους πλην τον Θεό», είπε ο κ. Διαμιανού ο οποίος ζήτησε να ενημερωθεί αν αυτή είναι θέση του Υπουργού Δικαιοσύνης.
Η κ. Γρηγορίου διευκρίνισε ότι δεν ανέφερε να μην γίνει ο έλεγχος από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή και πρόσθεσε ότι «όταν ολοκληρωθεί η έρευνα θα μπορούν να απαντηθούν όλα ξεκάθαρα από την αρχή μέχρι το τέλος» με τον κ. Δαμιανού να εισηγείται να γίνει κεκλεισμένων των θυρών η συνεδρία και να αναβληθούν όλα τα άλλα θέματα της Επιτροπής.
Μιλώντας στην Επιτροπή, η Βουλευτής του ΔΗΚΟ Χριστιάνα Ερωτοκρίτου είπε ότι συμμερίζεται όσα έχει αναφέρει ο Πρόεδρος της Επιτροπής και πρόσθεσε ότι «προκαλεί μεγάλη απογοήτευση, αγωνία και ανασφάλεια ευρύτερα στο κοινό να υπάρχουν εικόνες όπου αυτά τα φαινόμενα της διακοπής κατά το δοκούν κεντρικών οδικών αρτηριών μπορούν να γίνονται σε αυτόν τον τόπο από ορισμένους για το οποιοδήποτε θέμα διακινδυνεύοντας ενδεχομένως να έχουμε πολύ επικίνδυνα και άσχημα και αρνητικά αποτελέσματα».
Ανέφερε ότι η Επιτροπή δεν είναι ανακριτικό σώμα και δεν θα κάνει ποινική έρευνα και πρόσθεσε ότι η Επιτροπή Νομικών «δεν επιθυμεί να αντικαταστήσει ή να προσθέσει ή να έχει μια παράλληλη πορεία όπως εκείνος που θα κάνει την διοικητική έρευνα είτε την έρευνα για τα ποινικά αδικήματα».
«Είναι πολιτικός ο ρόλος μας. Όλη η Κύπρος την Κυριακή το βράδυ είδε από τις τηλεοράσεις της τον κύριο άξονα της χώρας κομμένο από μια μικρή ομάδα συμπολιτών μας οι οποίοι διασκέδαζαν για αυτό τους το μεγάλο επίτευγμα», στην παρουσία αστυνομικών και «όλη αυτή η εικόνα δημιούργησε αίσθημα ανασφάλειας ότι ζούμε σε μια χώρα όπου ο καθένας μπορεί να κάνει οτιδήποτε».
Ο μεμονωμένος σοσιαλιστής Βουλευτής Κωστής Ευσταθίου εξέφρασε διαφωνία στην εισήγηση για κεκλεισμένων των θυρών λέγοντας ότι κεκλεισμένων των θυρών γίνεται μια συνεδρία όταν υπάρχει λόγος μεταξύ άλλων δημόσιας τάξης.
Ανέφερε επίσης ότι συμφωνεί τόσο με τον Πρόεδρο της Επιτροπής όσο και με τον κ. Δαμιανού και πρόσθεσε ότι αυτό που ενοχλεί είναι τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά, αναφερόμενος στις ενέργειες που προέβη η Αστυνομία στην περίπτωση της ανάρτησης πανό στην παρέλαση της 1ης Οκτωβρίου.
Είπε ακόμη ότι «σίγουρα δεν μπορεί να κλείνουν δρόμοι» και ότι «είναι συνταγματική επιταγή η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων».
Απευθυνόμενος στον Αρχηγό της Αστυνομίας, ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Νίκος Γεωργίου ζήτησε να ενημερωθεί για την ενημέρωση που δόθηκε στην Κυβέρνηση για αυτή την διαμαρτυρία και «ποια ήταν η πολιτική θέση και άποψη του πολιτικού σας προϊστάμενου».
«Δεν πιστεύω ότι δεν υπήρξε πολιτική κάλυψη για αυτή την διαμαρτυρία», πρόσθεσε.
Ο Βουλευτής του ΕΛΑΜ Σωτήρης Ιωάννου είπε ότι «το ζήτημα είναι να μην ταλαιπωρούνται οι πολίτες» και ζήτησε να ενημερωθεί κατά πόσον συμμετείχε οποιοδήποτε κόμμα σε σύσκεψη και τι ενέργειες έγιναν για να μην ταλαιπωρηθεί κόσμος.
Ανέφερε επίσης ότι «υπάρχουν πέντε διαφορετικές περιπτώσεις στις οποίες τα δελτία Τύπου των κομμάτων ήταν σε διαφορετική κατεύθυνση» και πρόσθεσε ότι στη μία περίπτωση ανέφεραν ότι «η Αστυνομία δεν παρέμβηκε, δεν έκανε τίποτε και η Αστυνομία ήταν απλά θεατής και στις άλλες περιπτώσεις» ανέφεραν ότι η Αστυνομία «άσκησε υπέρμετρη βία, η Αστυνομία έχει μέσα χούλιγκαν, δολοφόνους και εγκληματικά στοιχεία».
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Ανδρέας Πασιουρτίδης ανέγνωσε ανακοίνωση της Αστυνομίας για την εκδήλωση στην οποία αναφέρεται ότι θα είναι κλειστός ο αυτοκινητόδρομος στο σημείο της εκδήλωσης και από τις δύο κατευθύνσεις και πρόσθεσε ότι από την ανακοίνωση διαφαίνεται ότι η Αστυνομία γνώριζε για το κλείσιμο του αυτοκινητόδρομου.
Σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νίκος Τορναρίτης είπε ότι στην αρχή της συνεδρίας ανέφερε στον Αρχηγό της Αστυνομίας ότι «είναι αδιανόητο το ότι μια ομάδα ατόμων, υπό το μανδύα της διαμαρτυρίας κατάφερε να κλείσει τον κεντρικό αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας – Λεμεσού για μία ώρα και 40 περίπου λεπτά προκαλώντας ταλαιπωρία, χάος και δυνητικό κίνδυνο σε πολλούς συμπολίτες μας».
Ανέφερε ότι έθεσε το ερώτημα στον Αρχηγό της Αστυνομίας «γιατί η Αστυνομία επέδειξε τέτοια ανοχή απέναντι σε μία καθαρά παράνομη ενέργεια και ότι «είναι υποχρέωσης σας να διασφαλίσετε ότι το κράτος δικαίου εφαρμόζεται για όλους και όχι κατά το δοκούν».
Ο κ. Τορναρίτης είπε ότι «δεν γίνεται να επιτρέπεται σε οποιαδήποτε ομάδα να καταλύει τη δημόσια τάξη να παραλύει τη χώρα χωρίς συνέπειες».
«Αναμένω, είπα στον Αρχηγό, να ακούσουμε τόσο τις εξηγήσεις σας όσο και σαφείς διαβεβαιώσεις ότι τέτοια φαινόμενα δεν πρόκειται να επαναληφθούν στο μέλλον», πρόσθεσε.
Ο κ. Τορναρίτης εξέφρασε λύπη διότι «ο αρχηγός μας ανέφερε μόνον τα εξής: Πρώτον ότι διορίζεται ο Υπαρχηγός της Αστυνομίας για να διεξαγάγει διοικητική έρευνα για την κάλυψη ή αν θέλετε τις ενέργειες της Αστυνομίας και δεύτερον ότι διορίζεται επιτροπή η οποία θα διερευνήσει τη διάπραξη τυχόν ποινικών αδικημάτων».
Ανέφερε ότι στις επίμονες παρατηρήσεις και ερωτήσεις των μελών της Επιτροπής «ο Αρχηγός της Αστυνομίας δεν έδωσε καμία απολύτως απάντηση επί της ουσίας του θέματος».
Ο κ. Τορναρίτης εξέφρασε τη λύπη και την απογοήτευση του και πρόσθεσε ότι «αύριο ανάλογα με τις απαντήσεις μπορεί η λύπη και η απογοήτευση να μετεξελιχθεί σε οργή».
«Τα θεσμοθετημένα όργανα του κράτους οφείλουν να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και μόνο μακριά από οποιονδήποτε περιστασιακό συμφέρον και μακριά από την όποια απειλή για το πολιτικό κόστος που ενδέχεται να υποστούν», κατέληξε.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού είπε ότι «αυτή η Κυβέρνηση όπως και η προηγούμενη σε ένα βαθμό, έχει μία περίεργη αντίληψη για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις πολιτικές ελευθερίες» και πρόσθεσε ότι η Κυβέρνηση «έφερε στη Βουλή νομοσχέδιο που ρυθμίζει τάχατες το δικαίωμα στη διαμαρτυρία».
«Ουσιαστικά υποχρεώνει πολίτες και οργανωμένα σύνολα να την ενημερώνουν πριν διαμαρτυρηθούν, με κίνδυνο αν δεν το πράξουν, τη σύλληψη και δίωξη», πρόσθεσε.
Ανέφερε ότι «με τη λογική του κυβερνητικού νομοσχεδίου η αυθόρμητη διαμαρτία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων για τα Τέμπη θα ήταν παράνομη» και πρόσθεσε ότι «η ίδια Κυβέρνηση συλλαμβάνει πολίτες γιατί ανάρτησαν πανό πολιτικού περιεχομένου ή έκαναν μία αιχμηρή ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
Ανέφερε ότι αυτά είναι «νοοτροπίες που όζουν αυταρχισμού και μας φέρνουν μια δρασκελιά από τον φασισμό» και πρόσθεσε πως «είναι η ίδια Κυβέρνηση που έκλεισε τα μάτια και κάλεσε στο Προεδρικό εκείνους που έκλεισαν την Κυριακή τον αυτοκινητόδρομο».
Ο κ. Δαμιανού είπε ότι είναι «περίεργη αντίληψη για τη δημοκρατία η οποία για τον Πρόεδρο και την Κυβέρνησή του εφαρμόζεται κατά που βολεύει, δηλαδή α λα καρτ».
Αναφορικά με το θέμα της Επιτροπής, ο κ. Δαμιανού εξέφρασε απαρέσκεια για «την άρνηση του Αρχηγού να απαντήσει στις επίμονες ερωτήσεις στο πλαίσιο άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου».
Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών Χαράλαμπος Θεοπέμπτου είπε ότι όταν ήταν φοιτητής στην Αγγλία στο πρώτο έτος του πανεπιστημίου, οι χρεώσεις του Πανεπιστημίου από 250 λίρες έγιναν μερικές χιλιάδες και τότε ξεκινήσαμε να κάνουμε διαδηλώσεις».
Ανέφερε ότι «η διαδικασία που ακολουθήσαμε τότε μου έχει κάνει φοβερή είναι εντύπωση» και πρόσθεσε ότι «ειδοποιούσαμε την αστυνομία ότι είχαμε πρόθεση να κάνουμε διαδήλωση, ερχόταν αστυνομικός στην ένωση φοιτητών και μας εξηγούσε ποιες είναι οι συμπεριφορές οι αναμενόμενες από εμάς» και «δεν τους ενδιαφέρει αν υβρίζεις ή το τι περιέχει το σύνθημα σου».
Είπε ότι «ο στόχος τους ήταν να μην περάσεις» και «μας εξηγούσαν τι θα συμβεί σε αυτόν που δοκίμαζε να σπρώξει τον αστυνομικό» και πρόσθεσε πως «υπήρχαν γραμμένες διαδικασίες για το πως κάνεις διαδήλωση, για το πως συμπεριφέρεται ο διαδηλωτής, τι είναι επιτρεπόμενο και τι όχι και πώς συμπεριφέρεται η αστυνομία».
«Εμείς είμαστε στο 2025 και ακόμα τούτα τα απλά τα πράγματα δεν τα έχουμε καθορίσει», πρόσθεσε.
Η ανεξάρτητη Βουλευτής Αλεξάνδρα Ατταλίδου είπε ότι η Κυβέρνηση έστειλε ένας σαφές μήνυμα ότι οδεύομε προς μία αυταρχική διακυβέρνηση η οποία δεν λογοδοτεί» και πρόσθεσε πως «το Σύνταγμα είναι πολύ ξεκάθαρο ότι η εκτελεστική εξουσία λογοδοτεί για τις πράξεις της ενώπιον της Βουλής».
«Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια είμαστε μάρτυρες μίας κατάστασης που συνεχώς ολισθαίνει προς το χειρότερο», ανέφερε και πρόσθεσε πως «είχαμε την Χλώρακα, είχαμε την Λεμεσό, είχαμε αυτό που έγινε με τον αυτοκινητόδρομο και βλέπουμε μία Αστυνομία η οποία επιλεκτικά εκεί όπου δεν της αρέσει το θέμα της διαδήλωσης χτυπά και συλλαμβάνει και προσάπτει κατηγορίες και κάπου σφυρίζει αδιάφορα, παρακολουθεί, ενώ πολίτες ξυλοφορτώνονται, τζαμαρίες σπάζουν, δρόμοι κλείνουν».
Η κ. Ατταλίδου είπε ότι «είναι η ώρα να δούμε επιτέλους τι γίνεται με την Αστυνομία και γιατί ο Υπουργός της Δικαιοσύνης δεν δίνει εξηγήσεις» και πρόσθεσε πως «δεν μπορούμε να ανεχτούμε πλέον αυτή την κατάσταση κάτι πολύ περίεργο συμβαίνει».
«Θεωρώ ότι η Βουλή στο σύνολο της πρέπει να το εξετάσει γιατί έχουμε πολίτες εκεί έξω, έχουν δικαιώματα, τα δικαιώματα τους παραβιάζονται κατά το δοκούν αν δεν αρέσουν στην αστυνομία ενώ άλλοι πολίτες φαίνεται ότι έχουν περισσότερα δικαιώματα από τους άλλους και είναι θέμα το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί και να δώσει εξηγήσεις η Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη», κατέληξε.
Ο Πρόεδρος του Αστυνομικού Κλάδου της συντεχνίας ΙΣΟΤΗΤΑ Νίκος Λοϊζίδης είπε ότι «από τη στιγμή που υπάρχει νομοθετικό κενό όσον αφορά τις εκδηλώσεις το μόνο που μας μένει είναι η αστυνομική διάταξη 536 για να μπορέσουμε ένα οργανώσουμε τις διαδηλώσεις και τις εκδηλώσεις» και πρόσθεσε ότι το άρθρο 21 του Συντάγματος λέει ότι «είναι ελεύθερες οι διαδηλώσεις και το συνέρχεστε είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη».
Ανέφερε ότι με την επικοινωνία που θα έχει η Αστυνομία με τον οργανωτή συμφωνεί κάποια πράγματα, προσθέτοντας ότι «εάν τα πράγματα που έχεις συμφωνήσει πάρουν διαφορετική πορεία, τότε λέμε ότι ζυγίζεις τις συνέπειες εάν θα επέμβεις με τις συνέπειες του να μην επέμβεις».
Ο κ. Λοϊζίδης είπε ότι «απέναντι – λέω φανταστικά νούμερα για να μη μας πουν ότι κάνουμε οποιανδήποτε παρέμβαση σε διαδικασία – 5.000 κόσμο με 125 αστυνομικούς στους οποίους αν επέμβαινες, αφού έχουν αθετήσει κάποια συμφωνία, θα έπρεπε να κόψεις εξώδικα, θα έπρεπε να κάνεις και ανακρίσεις για αδίκημα παράνομης συνάθροισης, θα έπρεπε να ελέγξεις αν κάποιοι είχαν στο όχημα τους όπλο και τις άδειες του όπλου».
«Το νομοθετικό κενό που υπάρχει όσον αφορά τις διαδηλώσεις θέλουν ας το ψηφίσουν θέλουν ας μην το ψηφίσουν», ανέφερε και πρόσθεσε πως «εμείς κάνουμε τη δουλειά μας σαν Αστυνομία».
Ανέφερε ότι «η Αστυνομία δεν είναι πολιτεία», αλλά «ανεξάρτητος οργανισμός».
Πρόσθεσε ότι είναι εκπαιδευμένοι οι αστυνομικοί για ανάλογη βία όμως παράλληλα τους αστυνομικούς «κανένας δεν τους κάλυψε τόσα χρόνια όταν τους ανοίχτηκαν υποθέσεις για πειθαρχικές ή ποινικές».
Είπε ακόμη ότι «δεν μας άφησαν να τοποθετηθούμε σήμερα στην Επιτροπή Νομικών» και «ακούστηκαν πάρα πολλά πράγματα».
Ανέφερε ότι το «τι επήγε λάθος – που κάτι επήγε λάθος – δεν σημαίνει ότι θα επαναληφθεί».
Ο Γραμματέας του Συνδέσμου Αστυνομίας Κύπρου Άγγελος Νικολάου είπε ότι δεν τους δόθηκε η ευχέρεια να εκφράσουν τις απόψεις τους και πρόσθεσε ότι ο σύνδεσμος Αστυνομίας Κύπρου κατανοεί την δυσαρέσκεια των πολιτών για το κλείσιμο και την ταλαιπωρία που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια της διαμαρτίας.
Ανέφερε ότι «η Αστυνομία ενεργεί πάντοτε με βάση τους νόμους και τα πρωτόκολλα ισορροπώντας μεταξύ της εξασφάλισης της τάξης και του σεβασμού του δικαιώματος διαμαρτυρία» και πρόσθεσε πως σε κάθε παρόμοια κατάσταση τα μέλη της Αστυνοομίας «κάνουν ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να αποτρέψουν επιπτώσεις στους πολίτες χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την δική τους ή την κοινωνική ειρήνη».
Είπε ακόμη ότι «οι κινητοποιήσεις σε κρίσιμους κόμβους μετακίνησης όπως αυτοκινητόδρομοι, απαιτούν άμεσες και μετρημένες αντιδράσεις, ώστε να αποφευχθούν εντάσεις ή επιθέσεις».
Ανέφερε επίσης ότι η Αστυνομία «δεν μπορεί πάντα να προβλέψει την κλίμακα μιας διαμαρτυρίας αλλά ενεργεί με επαγγελματισμό και αυτοσυγκράτηση σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες και δυνάμεις».
Ο κ. Νικολάου κάλεσε την κοινωνία να αναγνωρίσει ότι η Αστυνομία δεν είναι υπεύθυνη για τις αιτίες των διαμαρτυριών αλλά για τη διαχείριση τους με βάση το νόμο.
«Κατανοούμε την δυσαρέσκεια των πολιτών αλλά ζητούμε κατανόηση για τις συχνά δύσκολες αποφάσεις που παίρνονται σε πραγματικό χρόνο», πρόσθεσε.