Αυτούσια τη δήλωση της, ημερομηνίας 14 Ιουλίου 2022, παραθέτει, σε σημερινή γραπτή της δήλωση, η Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, Στέφη Δράκου, απαντώντας σε επιστολή του ευρωβουλευτή, Γιώργου Γεωργίου.
«Σε σχέση με την επιστολή του ευρωβουλευτή κ. Γιώργου Γεωργίου «…για τις τελευταίες εξελίξεις στην Κύπρο για το θέμα των παρακολουθήσεων στις κεντρικές φυλακές.» και προς άρση των ανακριβών ισχυρισμών του περί παραδοχής της Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, για σκοπούς διαφάνειας και αποφυγής λανθασμένων εντυπώσεων, παραθέτω αυτούσια τη δήλωσή μου ημερομηνίας 14/07/2022», αναφέρει η κα. Δράκου.
Συγκεκριμένα, στη δήλωση της η Υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρει ότι «με στόχο την άρση οποιονδήποτε παρερμηνειών και ανυπόστατων ισχυρισμών, σε σχέση με την παράνομη χρήση κινητών τηλεφώνων στις Κεντρικές Φυλακές», επιθυμεί να δηλώσει ότι μετά το ζήτημα που δημιουργήθηκε αναφορικά με παράνομη χρήση κινητών τηλεφώνων τον Αύγουστο του 2021 στις Κεντρικές Φύλακες, με δική της πρωτοβουλία πραγματοποιήθηκε υπό την προεδρία της, ευρεία σύσκεψη στην οποία παρέστησαν αρμόδιοι Υπουργοί, ο Επίτροπος Επικοινωνιών, ο Αρχηγός Αστυνομίας και η Διεύθυνση των Φυλακών.
«Επισημαίνοντας ότι στις Κεντρικές Φυλακές λειτουργεί ήδη σύστημα απενεργοποίησης κινητών τηλεφώνων, από το καλοκαίρι του 2020, τονίζω ότι οι όποιες ενέργειες μας αποσκοπούν στην εναρμόνιση με τα τεχνολογικά δεδομένα που διαρκώς αναδιαμορφώνονται», προσθέτει.
Όπως αναφέρει, στο πλαίσιο αυτό αποφασίστηκε η αναβάθμιση του συστήματος ώστε η απενεργοποίηση να καλύπτει και συχνότητες που δεν υπήρχαν στο στάδιο υλοποίησης της αρχικής σύμβασης.
«Υπογράφηκε ήδη σύμβαση και βρίσκεται σε διαδικασία υλοποίησης και αναμένεται να ολοκληρωθεί τον επόμενο μήνα. Στη συνέχεια με την παρουσία και της Διεύθυνσης των Φυλακών, αποφασίστηκε η ενεργοποίηση περαιτέρω δυνατοτήτων που παρέχει το υφιστάμενο σύστημα, με τρόπο ώστε σε περίπτωση απόπειρας παράνομης χρήσης κινητού εντός των Κεντρικών Φυλακών, να καταγράφονται η ταυτότητα του κινητού και ο χώρος που αυτό βρίσκεται με σκοπό τον άμεσο εντοπισμό και κατάσχεσή του», σημειώνει.
Αναφέρει, επιπρόσθετα, ότι στη βάση των συμφωνηθέντων, ο Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων κατέγραψε σε επιστολή του τις λειτουργίες του συστήματος που θα έπρεπε να ενεργοποιηθούν.
«Με επιστολή μου ζήτησα από την Διευθύντρια Τμήματος Φυλακών να προχωρήσει σε συνεργασία με το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, στην υλοποίησή τους. Συνεπώς τα δημοσιεύματα τα οποία με φέρουν να προωθώ την παρακολούθηση περιεχομένου επικοινωνίας αντί την απενεργοποίηση ή τον εντοπισμό τους, ουδόλως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα», προσθέτει.
Επισημαίνει, επίσης, ότι όλες τις οι ενέργειες έγιναν κατόπιν γνωματεύσεως από τη Γενική Εισαγγελία.
Αναφέρει, ακόμα, ότι «για την εφαρμογή των ενεργειών που έχουμε αποφασίσει, απαιτείται ευρύτερος συντονισμός και για αυτό, προτίθεμαι να έχω σύντομα συνάντηση με την Διευθύντρια των Φυλακών, προκειμένου να την ενημερώσω προτού λάβω την τελική μου απόφαση».
«Στις εκφρασθείσες επιφυλάξεις της διεύθυνσης των φυλακών στην επιστολή της προς εμένα, ζητήθηκε και λήφθηκε η γνωμάτευση της νομικής υπηρεσίας που περιλαμβάνει και τη γνώμη της Επιτρόπου Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ως επίσης και του Υπουργείου Μεταφορών Επικοινωνιών και Έργων ως η αναθέτουσα αρχή αρμόδια για την εγκατάσταση του συστήματος», προσθέτει.
Αναφέρει, τέλος, ότι στη βάση των πιο πάνω ενεργειών θα εγκατασταθεί το αναγκαίο σύστημα που θα δώσει τη δυνατότητα στη διεύθυνση των φυλακών να επιβάλει αποτελεσματικά τον νόμο και τους κανονισμούς των φυλακών, σε ότι αφορά τη χρήση κινητών τηλεφώνων εντός του χώρου των φυλακών.