Kατά την περίοδο 2019–2020 υπήρξαν 13 γυναικοκτονίες, 5 το 2021 και 1 το 2022, φτάνοντας συνολικά τις 19 γυναικοκτονίες σε μια 4ετία, σύμφωνα με τα στοιχεία του Μεσογειακού Ινστιτούτου Μελετών Κοινωνικού Φύλου.
Η γυναικοκτονία – η εκ προθέσεως δολοφονία γυναικών με κίνητρο το φύλο – δεν είναι μόνο η πιο ακραία εκδήλωση βίας κατά των γυναικών λόγω φύλου, αλλά και η πιο βίαιη εκδήλωση των διακρίσεων και της ανισότητας εναντίον τους, δήλωσε στο ΚΥΠΕ η Διευθύντρια του Μεσογειακού Ινστιτούτου Μελετών Κοινωνικού Φύλου, Σουζάνα Παύλου.
Παρά το μέγεθος του προβλήματος και τις εκκλήσεις της Ειδικής Εισηγήτριας του ΟΗΕ για τη βία κατά των γυναικών, σημείωσε, τα δεδομένα για τις γυναικοκτονίες δεν συγκεντρώνονται επίσημα και συστηματικά στην ΕΕ, και υπάρχει έλλειψη διακρατικών εργαλείων για τη μελέτη της γυναικοκτονίας.
«Με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τις Γυναικοκτονίες (European Observatory on Femicide) άρχισε να αναπτύσσεται διεθνής βάση δεδομένων, μέσω της οποίας μπορούν για γίνονται συγκρίσεις. Ωστόσο, οι γυναικοκτονίες είναι ένα θέμα που δεν έχει ερευνηθεί επαρκώς. Δεν υπάρχει ένας κοινός ορισμός της γυναικοκτονίας. Επιπλέον, οι επιβλαβείς στάσεις, συμπεριφορές και τα στερεότυπα, καθώς και η έλλειψη κατανόησης της έμφυλης δυναμικής των γυναικοκτονιών από συντρόφους, εμποδίζουν τα μέτρα πρόληψης, συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης και αποτελεσματικής παρέμβασης», πρόσθεσε.
Η κ. Παύλου ανέφερε ότι το έντυπο «Πολιτική για την πρόληψη της γυναικοκτονίας : Κύπρος» στο πλαίσιο του έργου FEM-UnitED, που συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στοχεύει να βελτιώσει την ανταπόκριση στις περιπτώσεις βίας από στενούς συντρόφους (συντροφική βία) και στην ενδοοικογενειακή βία, προκειμένου να μειωθεί η βλάβη στις γυναίκες και τα παιδιά και να αποτραπεί η γυναικοκτονία, καθώς και στη δημιουργία δεδομένων με στόχο τη συλλογική αλλαγή πολιτικών.
Η συνεργασία στο πλαίσιο του FEM-UnitED καλύπτει πέντε χώρες της ΕΕ και περιλαμβάνει: το Πανεπιστήμιο της Μάλτας, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, το Ινστιτούτο Εμπειρικής Κοινωνιολογίας (IfeS) στο Πανεπιστήμιο Friedrich-Alexander Erlangen-Nürnberg στη Γερμανία, το Πανεπιστήμιο της Σαραγόσα στην Ισπανία και το Πανεπιστήμιο του Πόρτο στην Πορτογαλία.
Η ομάδα του έργου περιλαμβάνει επίσης ΜΚΟ για τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων: το Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου (Κύπρος), το Ίδρυμα για τα Δικαιώματα των Γυναικών (Μάλτα) και το UMAR – União de Mulheres Alternativa e Resposta (Πορτογαλία).
Επιπολασμός γυναικοκτονιών
Kατά την περίοδο 2019–2020 υπήρξαν 13 γυναικοκτονίες, 5 το 2021 και 1 το 2022, φτάνοντας συνολικά τις 19 γυναικοκτονίες σε μια 4ετία.
Σύμφωνα με την κ. Παύλου, το έργο FEM-UnitED αποκάλυψε ότι τα επίσημα εθνικά δεδομένα που συλλέγονται από την Aστυνομία και τα δικαστήρια δεν είναι συγκρίσιμα μεταξύ των χωρών εταίρων στο έργο, λόγω διαφορετικών νομικών ορισμών ή/και διαφορετικών στατιστικών πλαισίων καταμέτρησης των υποθέσεων.
Ως εκ τούτου, βασική προτεραιότητα και στόχος του έργου FEM-UnitED ήταν η ανάπτυξη δύο εργαλείων συλλογής δεδομένων: ενός για την ποσοτική και ενός για την ποιοτική συλλογή δεδομένων. Οι πληροφορίες συλλέχθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης, τα αστυνομικά δελτία τύπου ή άλλες πηγές που ήταν διαθέσιμες για τα έτη 2019-2020.
«Με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν, κατά τα έτη 2019-2020, ο συνολικός αριθμός των περιπτώσεων γυναικοκτονίας που καταγράφηκαν στην Κύπρο ήταν 11, καθώς και 2 θύματα που ήταν κορίτσια. Όλες αυτές οι περιπτώσεις, εκτός από μία, σημειώθηκαν στο πλαίσιο βίας από στενό σύντροφο ή/και ενδοοικογενειακής βίας», πρόσθεσε η κ. Παύλου
Μεταξύ των 5 χωρών εταίρων στο έργο FEM-UnitED, το υψηλότερο ποσοστό γυναικοκτονιών, τηρουμένων των αναλογιών του πληθυσμού, ήταν στην Κύπρο.
Με βάση τα ποσοτικά δεδομένα που συλλέχθηκαν, τα βασικά χαρακτηριστικά των γυναικοκτονιών στην Κύπρο ήταν τα ακόλουθα: (i) στην πλειονότητά τους οι γυναικοκτονίες σημειώθηκαν στο πλαίσιο της βίας από συντρόφους ή/και της ενδοοικογενειακής βίας (ii) όλοι οι δράστες ήταν άνδρες (iii) η πλειοψηφία των θυμάτων ήταν μη Κύπριες υπήκοοι, με μεταναστευτικό υπόβαθρο (iv) η πλειοψηφία των δραστών ήταν Κύπριοι υπήκοοι (v) μόνο μία υπόθεση ήταν γνωστή στην Αστυνομία και στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, όπου το θύμα είχε υποβάλει καταγγελία και είχε εκδοθεί εντολή για περιοριστικά μέτρα (vi) στην πλειονότητά τους οι υποθέσεων γυναικοκτονίας οδηγήθηκαν σε δίκη, και ο δράστης καταδικάστηκε για φόνο.
Με βάση την ποιοτική ανάλυση, εντοπίστηκαν τα ακόλουθα κοινά σημεία: (i) υπήρχε ιστορικό βίας από συντρόφους ή/και ενδοοικογενειακής βίας (ii) οι γυναικοκτονίες συνέβησαν στο πλαίσιο του χωρισμού μεταξύ του θύματος και του δράστη και (iii) ο δράστης είχε απειλήσει να σκοτώσει το θύμα πριν τη γυναικοκτονία.
Τα αποτελέσματα της έρευνας υπογραμμίζουν ότι: (i) η έκδοση εντολής περιοριστικών μέτρων, σε μία από τις περιπτώσεις δεν ήταν επαρκής για την πρόληψη της γυναικοκτονίας (ii) αν και το προσφυγικό καθεστώς ενός από τα θύματα οδήγησε στην πολύ πρώιμη εμπλοκή των υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας και της Αστυνομίας, τα πιθανά γλωσσικά και πολιτισμικά εμπόδια, καθώς και η αυξημένη ευαλωτότητα του θύματος, δεν αντιμετωπίστηκαν επαρκώς (iii) σε μία από τις περιπτώσεις ο δράστης φέρεται να είχε προβλήματα ψυχικής υγείας και είχε απειλήσει να αυτοκτονήσει πριν προβεί στη γυναικοκτονία (iv) η απεικόνιση των μέσων ενημέρωσης προσδιόρισε την απειλή του δράστη να αυτοκτονήσει μόνο ως ψυχική ασθένεια και όχι ως στρατηγική καταναγκαστικού ελέγχου από τον δράστη στο θύμα.
Κενά και προκλήσεις
Σύμφωνα με το έργο FEM-UnitED, αν και το νομικό πλαίσιο προβλέπει την έκδοση περιοριστικών μέτρων σε περιπτώσεις συντροφικής και ενδοοικογενειακής βίας, δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για να εξακριβωθεί o αριθμός και το είδος των περιοριστικών μέτρων που εκδόθηκαν στην Κύπρο.
Ως εκ τούτου, αναφέρεται, δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθεί ο επιπολασμός ή η αποτελεσματικότητά τους στην προστασία των θυμάτων ή στην πρόληψη περαιτέρω βίας, συμπεριλαμβανομένης της γυναικοκτονίας. Επιπλέον, δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με το εάν τα περιοριστικά μέτρα παρακολουθούνται αποτελεσματικά ή/και ποιες δραστηριότητες αναλαμβάνουν οι αστυνομικές/εποπτικές αρχές για τον έλεγχο στη συμμόρφωσης με τις εντολές για τα περιοριστικά μέτρα.
Εξάλλου, παρά τον σημαντικό αριθμό μεταναστευτικού πληθυσμού στην Κύπρο και την υψηλή συχνότητα της βίας κατά των γυναικών και των γυναικοκτονιών κατά αυτής της ομάδας, οι γυναίκες μετανάστριες και οι προερχόμενες από εθνοτικές μειονότητες δεν αντιμετωπίζονται εξειδικευμένα στα Εθνικά Σχέδια Δράσης, καθιστώντας τις αόρατες σε επίπεδο πολιτικής. Συνολικά, τα Εθνικά Σχέδια Δράσης δεν κάνουν αναφορά ούτε προβλέπουν ενέργειες για την καταπολέμηση της βίας κατά των μεταναστριών, των γυναικών με αναπηρίες, των μονογονέων και άλλων ευάλωτων ομάδων γυναικών.
Παράλληλα, οι δημόσιες αρχές δεν συλλέγουν ολοκληρωμένα δεδομένα για όλες τις μορφές βίας κατά των γυναικών, ανά φύλο και ηλικία θύματος και δράστη, τύπο βίας, σχέση μεταξύ θύματος και δράστη. Τα διαθέσιμα δεδομένα περιλαμβάνουν μόνο περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, βιασμού και σεξουαλικής επίθεσης που αναφέρθηκαν στην Αστυνομία. Υπάρχουν περιορισμένες έρευνες ή δεδομένα σχετικά με τη βία κατά των γυναικών από εθνοτικές μειονότητες ή μετανάστριες στην Κύπρο.
Όσον αφορά την εκτίμηση κινδύνου, υπάρχει ένα πρωτόκολλο σε περιπτώσεις συντροφικής βίας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων πρώην συζύγων και πρώην συντρόφων, το οποίο εφαρμόζεται από την Αστυνομία από το 2018. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει πραγματοποιηθεί αξιολόγηση του πρωτοκόλλου εκτίμησης κινδύνου, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί η χρήση και η αποτελεσματικότητά του για τη μείωση και την πρόληψη της συντροφικής βίας και κατ’ επέκταση της γυναικοκτονίας. Άλλοι επαγγελματίες πρώτης γραμμής (π.χ. Υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας, Υπηρεσίες Υγείας) δεν χρησιμοποιούν εργαλεία αξιολόγησης κινδύνου για να ενημερώνουν, έτσι ώστε να ενεργοποιείται η άμεση ανταπόκριση στις περιπτώσεις βίας κατά των γυναικών.
Σημειώνεται ότι παρόλο που η Κύπρος έχει αναπτύξει διαδικασίες διυπηρεσιακής συνεργασίας μεταξύ της Αστυνομίας, των Υπηρεσιών Κοινωνικής Πρόνοιας και των Υπηρεσιών Υγείας σε υποθέσεις που σχετίζονται με ενδοοικογενειακή βία, υπάρχει απουσία της διάστασης του φύλου και της σύνδεσης μεταξύ της ενδοοικογενειακής βίας ή της συντροφικής βίας και της γυναικοκτονίας. Αυτό έχει οδηγήσει σε κενά στο επίπεδο συστημάτων προστασίας των θυμάτων, εμποδίζοντας την πρόληψη της γυναικοκτονίας. Οι υπηρεσίες πρώτης γραμμής, για παράδειγμα στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, στερούνται εξειδικευμένων ή διϋπηρεσιακών πρωτοκόλλων, διαδικασιών και κατευθυντήριων γραμμών για τον εντοπισμό και τον χειρισμό περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας και συντροφικής βίας.
Σημειώνεται επίσης ότι γενικά υπάρχει περιορισμένη τεχνογνωσία σε σχέση με τη βία κατά των γυναικών μεταξύ των επαγγελματιών πρώτης γραμμής. Αυτό είναι αποτέλεσμα της έλλειψης εξειδικευμένης εκπαίδευσης. Η κατάρτιση προσφέρεται από ΜΚΟ, αλλά όχι συστηματικά λόγω έλλειψης χρηματοδότησης. Επίσης, απουσιάζει η κατάρτιση για τη βία που επηρεάζει συγκεκριμένες ομάδες γυναικών, ιδίως σε σχέση με τις μετανάστριες και τις γυναίκες με αναπηρίες.
Σύμφωνα με την κ. Παύλου μέχρι σήμερα, τα εθνικά σχέδια δράσης δεν έχουν κάνει αναφορά ούτε έχουν προβλέψει δράσεις ειδικά για την πρόληψη της γυναικοκτονίας. Επιπλέον, τα εθνικά σχέδια δράσης δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένους μετρήσιμους στόχους, ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες, διάθεση επαρκούς χρηματοδότησης και δεν υπάρχουν στοιχεία για παρακολούθηση ή αξιολόγηση. Τα εθνικά σχέδια δράσης δεν διαθέτουν την πολιτική βούληση και τους πόρους που απαιτούνται για την υλοποίησή τους και παραμένουν σε μεγάλο βαθμό στα χαρτιά, επεσήμανε.
Εξάλλου σημειώνεται ότι τα μέσα ενημέρωσης προωθούν σεξιστικές και στερεοτυπικές αντιλήψεις για τις γυναίκες. Οι αναφορές των μέσων ενημέρωσης για τις γυναικοκτονίες δεν παρουσιάζουν τη διάσταση του φύλου και τη σχέση της βίας κατά των γυναικών με την ενδοοικογενειακή/συντροφική βία. Αυτή η σύνδεση συχνά παραβλέπεται εστιάζοντας στον άντρα θύτη. Επιπλέον, η κάλυψη από τα ΜΜΕ για τις γυναικοκτονίες στην Κύπρο χαρακτηρίζεται από τη χρήση σεξιστικής γλώσσας που αποδίδει την ευθύνη στο θύμα, κανονικοποιώντας τη βία που διαπράττουν οι άνδρες κατά των γυναικών.
Συστάσεις για αποτελεσματική πρόληψη και παρέμβαση
Οι συστάσεις για αποτελεσματική πρόληψη και παρέμβαση σύμφωνα με το FEM-UnitED είναι η συλλογή αξιόπιστων και επικαιροποιημένων στατιστικών στοιχείων για τα θύματα και τους δράστες όλων των μορφών βίας κατά των γυναικών, ανά φύλο, ηλικία και σχέση θύματος – θύτη.
Η εκπαίδευση των επαγγελματιών πρώτης γραμμής που ασχολούνται με θύματα και δράστες όλων των πράξεων βίας κατά των γυναικών – και συγκεκριμένα στην πρόληψη της γυναικοκτονίας από σύντροφο – πρέπει να είναι υποχρεωτική και συστηματική.
Σημειώνεται ότι θα πρέπει να υιοθετηθεί μια τυποποιημένη προσέγγιση για την εκτίμηση κινδύνου που θα προάγει την κοινή κατανόηση του κινδύνου σε ολόκληρο το σύστημα και μια κοινή γλώσσα για την επικοινωνία του κινδύνου. Πρωτόκολλα αξιολόγησης κινδύνου που είναι τόσο ευαίσθητα στο φύλο όσο και πολιτισμικά προσαρμοσμένα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από όλους/όλες τους/τις επαγγελματίες πρώτης γραμμής.
Επιπρόσθετα, οι παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με την καταναγκαστική και ελεγκτική συμπεριφορά θα πρέπει να ενσωματώνονται σε αυτά τα πρωτόκολλα. Η εξειδικευμένη εκπαίδευση για επαγγελματίες πρώτης γραμμής σχετικά με τη χρήση εργαλείων αξιολόγησης κινδύνου είναι επίσης απαραίτητη.
Όπως αναφέρεται στο έργο, η χρήση των διαταγμάτων προστασίας θα πρέπει αφενός να αυξηθεί και αφετέρου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητά τους, διασφαλίζοντας ότι αναπτύσσονται και τίθενται σε εφαρμογή μηχανισμοί παρακολούθησης, ώστε να παρέχontai αποτελεσματική ασφάλεια και προστασία στις γυναίκες και τα παιδιά τους. Οι παραβιάσεις των διαταγμάτων προστασίας πρέπει να τιμωρούνται κατάλληλα, ώστε να έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα.
Τονίζεται επίσης, ότι η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ των διαφόρων φορέων θα πρέπει να ενισχυθούν και να υποστηριχθεί η διεπαγγελματική και διατομεακή συνεργασία, με τη συμμετοχή όλων των σχετικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των γυναικείων οργανώσεων και των ΜΚΟ και στο πλαίσιο του Σπιτιού της Γυναίκας που λειτουργεί ως κέντρο διαχείρισης κρίσεων και υποστήριξης για θύματα βίας κατά των γυναικών.
Επισημαίνεται ότι τα εμπόδια στην πρόσβαση σε ολοκληρωμένη προστασία και υποστήριξη για όλες τις γυναίκες και τα κορίτσια πρέπει να αρθούν, ιδιαίτερα για τις γυναίκες που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση και αντιμετωπίζουν πολλαπλές διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών μεταναστευτικής καταγωγής.
Παράλληλα τονίζεται ότι η επιφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας για το άρθρο 59 της Σύμβασης της 7 Κωνσταντινούπολης σε σχέση με τις αυτόνομες άδειες διαμονής για μετανάστριες που υφίστανται βία θα πρέπει να αρθεί.
Το FEM-UnitED αναφέρει ακόμη ότι τα κορίτσια που δολοφονούνται πρέπει να προσμετρώνται ως θύματα γυναικοκτονίας. Το παιδιά που ζουν υπό το καθεστώς της συντροφικής βίας, πρέπει να αναγνωρίζονται αυτόματα ως θύματα και να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά.