Το Κυπριακό αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα της ελληνικής πολιτείας, ανεξαρτήτως Κυβερνήσεων, τόνισε ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας Νίκος Δένδιας σε ομιλία του σε εκδήλωση για τον εορτασμό των Εθνικών Επετείων της 25ης Μαρτίου 1821 και της 1ης Απριλίου 1955 που έγινε στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, στην Αρχιεπισκοπή.
Η Λευκωσία καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για επανέναρξη των συνομιλιών, είπε στην ίδια εκδήλωση ο Υπουργός Άμυνας Βασίλης Πάλμας ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Γεώργιος ανέφερε ότι είναι επείγουσα ανάγκη να επανατοποθετήσουμε το Κυπριακό ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής.
Στην ομιλία του, την οποία εκφώνησε ο Πρεσβευτής της Ελλάδας στην Κύπρο, Ιωάννης Παπαμελετίου – καθώς ο κ. Δένδιας λόγω κοινοβουλευτικής υποχρέωσης δεν κατέστη δυνατό να παραστεί στην εκδήλωση – ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας είπε ότι, «όπως τονίζει σταθερά και κατ΄ επανάληψη η ελληνική Κυβέρνηση, δεν μπορεί να υπάρξει πλήρης εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, χωρίς την επίλυση του Κυπριακού.
«Θα επαναλάβω για ακόμα φορά προκειμένου να καταστεί σαφές από όλους. Η Κύπρος δεν κείται μακράν», ανέφερε και υπογράμμισε ότι «ακρογωνιαίος λίθος της θέσης της Ελλάδας στο Κυπριακό, είναι η διαρκής συνεργασία και ο πλήρης συντονισμός των δύο Κυβερνήσεων μας σε όλους τους τομείς, περιλαμβανομένου και του αμυντικού».
Επίσης, ο κ. Δένδιας τόνισε τη «σταθερή συστράτευση Ελλάδας και Κύπρου στον κοινό αγώνα και στόχο για μία λύση, στη συμφωνημένη βάση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας επί τη βάσει των αποφάσεων των ΗΕ με εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια της Δημοκρατίας της Κύπρου».
Με κατάργηση, όπως είπε, «των αναχρονιστικού και απαράδεκτου για ένα κυρίαρχο κράτος μέλος των ΗΕ και της ΕΕ, συστήματος των εγγυήσεων και των επεμβατικών ‘δικαιωμάτων’ τρίτων».
«Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι πρέπει να αποφασίσουν ελεύθερα για το κοινό τους μέλλον, χωρίς έξωθεν παρεμβάσεις που λειτουργούν σε βάρος της διαπραγμάτευσης και επιδιωκόμενης λύσης» πρόσθεσε.
Μακριά, συνέχισε, «από παραπλανητικές επικοινωνιακές τακτικές και προσπάθειες αναμόχλευσης του παρελθόντος μέσω διαστρέβλωσης της ιστορίας, με αφηγήματα και πρακτικές αντίθετες προς το διεθνές δίκαιο για τις οποίες ο εισβολέας έχει καταδικασθεί πολλάκις από τη διεθνή έννομη τάξη».
Τακτικές σαν τις προαναφερόμενες, σύμφωνα με τον κ. Δένδια, «οδηγούν τις διαπραγματεύσεις σε αδιέξοδο και δεν συμβάλλουν στην διακηρυγμένη από κοινού βούληση για μια συνολική και αμοιβαία αποδεκτή λύση».
Ανέφερε ότι πρόσθετη επικαιρότητα προσλαμβάνει το φρόνημα και ο Αγώνας του ’21 και για τον κυπριακό ελληνισμό, ο οποίος, όπως είπε, «50 ολόκληρα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, εξακολουθεί να υφίσταται τα δεινά της στρατιωτικής κατοχής του βορείου τμήματος της Κύπρου, του εποικισμού, της τύχης των αγνοουμένων και των εκτοπισμένων».
Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας είπε ότι η Ελλάδα θα συνεχίζει να στηρίζει τις προσπάθειες του ΓΓ του ΟΗΕ σε στενή συνεργασία και συντονισμό με την Κυπριακή Δημοκρατία και τον Πρόεδρο της Νίκο Χριστοδουλίδη.
«Δεν είναι δυνατό μία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, η Λευκωσία, ενός κράτους μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ να παραμένει διαιρεμένη επί 50 χρόνια», ανέφερε και πρόσθεσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, είναι από το 2004, πλήρες μέλος της ΕΕ.
Ανέφερε επίσης ότι «η ευρωπαϊκή συμμετοχή και ταυτότητα προσδίδουν στην Κύπρο ισχυρή φωνή και αξιόπιστη παρουσία, καθώς και το δικαίωμα για απαρέγκλιτη εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια».
Απτή απόδειξη της υψηλής αξιοπιστίας και γεωπολιτικής αξίας της μεγαλονήσου, σύμφωνα με τον κ. Δένδια, είναι η πρωτοβουλία «Αμάλθεια» για την δημιουργία θαλάσσιου διαδρόμου για αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας προς τη Γάζα.
Ο Έλληνας Υπουργός Άμυνας χαιρέτισε την κοινή δέσμευση για την προώθηση του θαλάσσιου διαδρόμου προς τη Γάζα από την Κυπριακή Δημοκρατία, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Κατάρ και τις ΗΠΑ.
Ανέφερε ότι «η ηγετική δράση της Κύπρου» για τη σύσταση της πρωτοβουλίας «Αμάλθεια» ήταν καθοριστική στο να καταστεί δυνατή αυτή η συλλογική προσπάθεια για τη δημιουργία ενός θαλάσσιου διαδρόμου.
Πρόσθεσε ότι κομβική υπήρξε η συμβολή τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου στην προσφάτως αναβάθμιση των σχέσεων της ΕΕ με μια άλλη σημαντική χώρα της περιοχής, την Αίγυπτο.
«Μια χώρα η οποία συνδέεται στενά με Αθήνα και Λευκωσία, όχι μόνο εντός του πλαισίου των δράσεων της ΕΕ αλλά και μέσω των στρατηγικών διμερών σχέσεων που διατηρούμε καθώς και των τριμερών και πολυμερών σχημάτων συνεργασίας που συμμετέχουμε και οι τρεις», πρόσθεσε.
Ο κ. Δένδιας είπε ακόμη ότι «είναι γεγονός ότι Κύπρος και Ελλάδα αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας» και πρόσθεσε πως «η στενή μας συνεργασία και αδελφική σχέση λειτουργούν προς όφελος των λαών της ευρύτερης περιοχής και της ειρηνικής τους συνύπαρξης, εντός πάντα του πλαισίου του σεβασμού του διεθνούς δικαίου, του δικαίου της θάλασσας και των κανόνων καλής γειτονίας».
Αναφέροντας ότι αυτή την χρονική περίοδο η Ελλάδα ξεκινάει τη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση των ενόπλων δυνάμεων από την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, ο κ. Δένδιας είπε ότι το σχέδιο δίνει βάρος σε μια νέα δομή οργάνωσης των ενόπλων δυνάμεων, στη χρήση και αξιοποίηση σύγχρονων οπλικών συστημάτων, σε ένα σύγχρονο μοντέλο θητείας και εφεδρείας που λαμβάνει υπόψη τις δημογραφικές εξελίξεις στην πατρίδα και στην ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας ώστε «να πάψουμε να ψωνίζουμε από το ράφι οπλικά συστήματα και μέσα», όπως είπε.
«Μια ατζέντα που δίνει έμφαση στην δημιουργία ενός αμυντικού οικοσυστήματος για την ανάπτυξη της καινοτομίας και της τεχνολογίας, προκειμένου η Ελλάδα να μπορεί αποτελεσματικά να απαντάει σε κάθε μορφή απειλών από όπου και αν προέρχονται», πρόσθεσε.
Ο κ. Δένδιας είπε ότι «ισχυρή Ελλάδα σημαίνει και ισχυρή Κύπρος» και πρόσθεσε ότι «αυτονόητα όλες οι ελληνικές Κυβερνήσεις βρίσκονται πάντοτε στο πλευρό της Κυπριακής Δημοκρατίας για την επανένωση της Κύπρου, προς όφελος όλων των Κυπρίων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων».
Τέλος, μεταφέροντας «την αδελφική αγάπη, συμπαράσταση και συμπαράταξη κάθε Έλληνα και Ελληνίδας», ο κ. Δένδιας διαβεβαίωσε «για την αμέριστη στήριξη της Ελληνικής Κυβέρνησης, του συνόλου των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων και σύσσωμου του ελληνικού λαού στον κυπριακό ελληνισμό».
Εξάλλου, σε χαιρετισμό του στην εκδήλωση, ο Υπουργός Άμυνας Βασίλης Πάλμας είπε ότι «ως Κυβέρνηση καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να άρουμε τα εμπόδια και να επιτρέψουμε τη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων επανέναρξης της διαδικασίας των συνομιλιών, μέσω της οποίας επιδιώκουμε να επιτύχουμε μια δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη λύση του Κυπριακού».
«Αντλώντας όλα τα μηνύματα και τα διδάγματα των τεράστιων αγώνων των ιστορικών προγόνων μας έχουμε την υποχρέωση και την ευθύνη με ενότητα, σύμπνοια και ομοψυχία να αντιμετωπίσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις και να αποδειχθούμε επάξιοι συνεχιστές τους», πρόσθεσε.
Ο κ. Πάλμας είπε ακόμη ότι «τόσο η επανάσταση του ΄21, όσο και ο αγώνας της ΕΟΚΑ, αποτελούν αδιαμφισβήτητο παράδειγμα του ασυμβίβαστου πόθου ενός λαού για απελευθέρωση και συνιστούν αδιάσειστο τεκμήριο της ακατάβλητης κι ανυπότακτης ελληνικής ψυχής».
Ανέφερε ότι η ελληνική επανάσταση αποτελεί το πρώτο επιτυχημένο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στην Ευρώπη του 19ου αιώνα και μοναδικό ιστορικό γεγονός – ορόσημο, με παγκόσμιες προεκτάσεις και πρόσθεσε ότι «η επιτυχής έκβασή της άλλαξε εντελώς τον ευρωπαϊκό γεωπολιτικό χάρτη».
«Παρότι ο αγώνας του ελληνικού λαού διήλθε πολλών δοκιμασιών που κλόνισαν τα θεμέλιά του και έθεσαν εν αμφιβόλω την επιτυχία του, τελικά ο αρχικός σκοπός του ευδοκίμησε», πρόσθεσε.
Επίσης, ο ΥΠΑΜ είπε ότι «έναν και πλέον αιώνα αργότερα, το ‘Ελευθερία ή Θάνατος’ που βροντοφώναξαν οι αδελφοί μας στον μητροπολιτικό χώρο, αντήχησε στην Κύπρο, και αποτέλεσε το ζώπυρο που ανέφλεξε τον ξεσηκωμό και γεννοβόλησε τους κατοπινούς ήρωες της πατρίδας μας».
Ανέφερε ότι το 1955, «μια χούφτα ‘παράφρονες’, όπως τους χαρακτήριζαν, έκαναν τη λαχτάρα για απελευθέρωση και αυτοδιάθεση βροντερή δήλωση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας, καταρρίπτοντας εμφαντικά τα καταφανώς αρνητικά σε βάρος τους στρατιωτικά δεδομένα, βάδισαν ευθυτενείς προς τον ευκλεή θάνατο».
«Ο αγώνας της ΕΟΚΑ και οι πεισμώδεις προσπάθειες του Κυπριακού Ελληνισμού για δικαίωση των εθνικών του πόθων, προκάλεσε τον παγκόσμιο θαυμασμό και προσέφερε σε όλους εμάς την Κυπριακή Δημοκρατία, ως ανεξάρτητο, διεθνώς αναγνωρισμένο κράτος», κατέληξε.
Σε χαιρετισμό του ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Γεώργιος είπε ότι «είναι επείγουσα ανάγκη να επανατοποθετήσουμε το πρόβλημα μας ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής, να αγωνιστούμε για απελευθέρωση, όχι για οποιαδήποτε λύση τουρκικών προδιαγραφών».
«Αν εμείς δεν αγωνιστούμε με σθένος, ας μην περιμένουμε να αγωνιστούν άλλοι για μας», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «είναι καιρός να αξιοποιήσουμε την ένταξη μας στην Ευρώπη για την οποία τόσες θυσίες υπέστη ο λαός μας».
Δεν είμαστε Ευρωπαίοι, δεύτερης κατηγορίας, συνέχισε ο Αρχιεπίσκοπος, «ώστε μόνο εμείς να μην δικαιούμαστε ό,τι δικαιούνται όλοι οι άλλοι».
Ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος εξέφρασε την πεποίθηση ότι «ο Θεός θα ευλογήσει και πάλι τις προσπάθειες μας, φτάνει εμείς να μην λιγοψυχήσουμε, όσο μακρής και όσο δύσκολος και αν είναι ο δρόμος» και πρόσθεσε πως «καλούμαστε σήμερα να φανούμε αντάξιοι της χριστιανικής κλήσεως, αντάξιοι και των Ελλήνων προγόνων μας».
Αναφερόμενος στην ελληνική επανάσταση, ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος είπε ότι «400 σχεδόν χρόνια έμελλε το ένδοξο ελληνικό γένος, ο φωτοδότης αυτός της ανθρωπότητας, να ζήσει, να θρηνήσει και να στενάξει κάτω από το ζυγό ενός λαού που βρισκόταν σε ημιάγρια κατάσταση, ενός αιμοχαρούς κατακτητή» και πρόσθεσε ότι «βασανίστηκε, υπόφερε και εξευτελίστηκε αλλά δεν έχασε ποτέ την ελπίδα, την προσδοκία της εθνικής του αποκατάστασης».
Είπε ακόμη ότι «χωρείς την θρησκευτική τους πίστη και την εμμονή τους στο ένδοξο παρελθόν τους δεν θα μπορούσαν να ιεραρχήσουν σωστά τη ζωή οι Έλληνες».
Ανέφερε επίσης ότι «οι ίδιες αξίες και αρχές, οι ίδιοι πρόγονοι και η ίδια πίστη ήταν εκείνα που ενέπνευσαν και τον δικό μας απελευθερωτικό αγώνα, τον αγώνα της ΕΟΚΑ» και πρόσθεσε πως «69 χρόνια ύστερα από την έναρξη του απελευθερωτικού μας αγώνα μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα σήμερα το μεγαλείο του».
Ο Αρχιεπίσκοπος είπε ότι «ο αγώνας εκείνος υπήρξε επικός, μία κορυφαία στιγμή της ιστορίας μας», προσθέτοντας πως «υπήρξε μια μοναδική ρωμαλέα εξόρμηση του κυπριακού ελληνισμού από την ταπείνωση δουλείας αιώνων στα ύψη των εθνικών του πόθων».
Ανέφερε επίσης ότι «ο αγώνας της ΕΟΚΑ συνιστά για μας τους Κυπρίους την συνισταμένη όλων των αγώνων της φυλής» και πρόσθεσε πως στον αγώνα της ΕΟΚΑ «θα βρούμε τα στέρεα βάθρα που με αγωνία αναζητούμε και του σημερινούς μας αγώνα».
«Αν επτά αιώνες δουλείας και στυγνής τυραννίας δεν ίσχυσαν να κάμψουν το αδούλωτο φρόνημα του λαού, το ίδιο αίσθημα εθνικής τιμής υπαγορεύει τώρα και σε μας το χρέος να παραμείνουμε όρθιοι παρά τα δεινά και τις ταλαιπωρίας της 50χρονης τουρκικής κατοχής», υπογράμμισε.