Το Ανώτατο Δικαστήριο ομόφωνα γνωμοδότησε στις 4 Σεπτεμβρίου του 2024, κατόπιν Αναφοράς του Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι ο Νόμος που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, μετά από Πρόταση Νόμου, με συνοπτικό τίτλο «Ο περί Αστυνομίας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2024» κρίνεται αντισυνταγματικός, αφού παραβιάζει την αρχή της ισότητας εκ του άρθρου 28 του Συντάγματος.
Με τον υπό Αναφορά Νόμο, που ψηφίσθηκε από την Βουλή των Αντιπροσώπων στις 11 Μαΐου του 2024, ο βασικός περί Αστυνομίας Νόμος του 2004, (Ν.73(Ι)/2004), τροποποιείται με τη προσθήκη νέου άρθρου (17Β), το οποίο αναφέρει ότι ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου νόμου ή Κανονισμών, που εκδίδονται δυνάμει αυτών, ο Αρχηγός ύστερα από έγκριση του Υπουργού, δύναται να διορίζει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας ως εξειδικευμένο μέλος της Αστυνομίας.
Συγκεκριμένα, με την προσθήκη του νέου άρθρου μέλος της Αστυνομίας, το οποίο έχει συμπληρώσει δέκα έτη υπηρεσίας στη θέση διασώστη ή χειριστή βαρούλκου και έχει συμπληρώσει τουλάχιστον οκτακόσιες (800) πτητικές ώρες σε ιπτάμενα μέσα της Αστυνομίας Κύπρου, διορίζεται στον βαθμό του Αστυφύλακα και μέλος της Αστυνομίας, το οποίο έχει συμπληρώσει δεκαοκτώ έτη υπηρεσίας στη θέση διασώστη ή χειριστή βαρούλκου και έχει συμπληρώσει τουλάχιστον χίλιες (1.000) πτητικές ώρες σε ιπτάμενα μέσα της Αστυνομίας, διορίζεται στον βαθμό του Λοχία.
Εξάλλου, στην προσθήκη του νέου άρθρου αναφέρεται ότι η προαγωγή εξειδικευμένου μέλους της Αστυνομίας, το οποίο έχει διοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) στους βαθμούς του Λοχία, Υπαστυνόμου και Ανώτερου Υπαστυνόμου, δύναται να διενεργηθεί από τον Αρχηγό, εκτός εάν με αιτιολογημένη απόφασή του κριθεί ότι το υπό προαγωγή μέλος είναι ακατάλληλο να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της θέσης του επόμενου βαθμού.
Επίσης, οι όροι και η διαδικασία προαγωγής των εξειδικευμένων μελών της Αστυνομίας στους βαθμούς Λοχία, Υπαστυνόμου και Ανώτερου Υπαστυνόμου καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, οι οποίοι εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στη Γνωμοδότησή του επισημαίνει πως είναι ορθή η παρατήρηση – ισχύουσα και εν προκειμένω – πως η όλη διαδικασία του Άρθρου 17Β δεν απαιτεί στην ουσία προκήρυξη θέσεων, ούτε και συμμετοχή σε ανταγωνιστική διαδικασία.
Ειδικότερα, αναφέρει πως «το γεγονός ότι οι όροι και η διαδικασία προαγωγής των εξειδικευμένων μελών θα καθορίζονται σε κανονισμούς, που θα εκδοθούν στο μέλλον, όπως ορίζεται, ουδόλως διαφοροποιεί τα πράγματα.
Σύμφωνα με τη Γνωμοδότηση του Ανώτατου ο Νόμος κρίνεται «αντισυνταγματικός», αφού παραβιάζει την αρχή της ισότητας εκ του άρθρου 28 του Συντάγματος.
«Ενόψει του πιο πάνω συμπεράσματος μας, δεν θα εξετάσουμε πιθανή αντισυνταγματικότητα υπό το πρίσμα των άλλων προνοιών του Συντάγματος. Γνωματεύουμε ότι ο υπό Αναφορά Νόμος παραβιάζει την Αρχή της ισότητας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 28 του Συντάγματος, και ως εκ τούτου κρίνεται ως αντισυνταγματικός», σημειώνει.
Η Γνωμάτευση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου κοινοποιήθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 140.2 του Συντάγματος.