Της Νατάσας Στασινού
Σε ήπια ύφεση αναμένεται να διολισθήσει η Ευρωζώνη στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 ως αποτέλεσμα τη σφοδρής ενεργειακής κρίσης, του εκρηκτικού πληθωρισμού και της αύξησης των επιτοκίων, σύμφωνα με την Capital Economics. Οι αναλυτές της CE θεωρούν αναπόφευκτη την ύφεση για τη Γερμανία, ενώ προειδοποιούν ότι η πολιτική αναταραχή θα πλήξει τις οικονομίες της Γαλλίας και της Ιταλίας. Εκφράζουν ωστόσο αισιοδοξία για την Ελλάδα, εκτιμώντας ότι ο τουρισμός αποτελεί ισχυρό στήριγμα στην ανάπτυξη.
«Η Ελλάδα έχει επιτύχει πιο ολοκληρωμένη ανάκαμψη από την πανδημία από τα περισσότερα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης και οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές φαντάζουν σχετικά ευοίωνες» αναφέρεται στο σημερινό report της Capital Economics.
Η CE θυμίζει ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 2,3% το πρώτο τρίμηνο (σε τριμηνιαία βάση) οδήγησε το ελληνικό ΑΕΠ περίπου 3% υψηλότερα από τα προ Covid επίπεδα. Οι παράγοντες που στηρίζουν την ανάπτυξη είναι η δυναμική ανάκαμψη του τουρισμού και η ανθεκτικότητα της μεταποίησης.
Θετικά αξιολογείται και η μεταρρυθμιστική ατζέντα της κυβέρνησης, όπως επίσης και η σημαντική μείωση του ποσοστού των κόκκινων δανείων. Επισημαίνεται πάντως ότι το ενεργειακό σοκ ασκεί βαρύτατες πιέσεις στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών.
Υπό τις συνθήκες αυτές οι αναλυτές της CE βλέπουν ανάπτυξη 5,5% το 2022, 3,3% το 2023 και 2,5% το 2024.
Οσον αφορά στα δημοσιονομικά, η CE αν και σημειώνει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει το υψηλότερο, με διαφορά, δημόσιο χρέος, η απειλή για την βιωσιμότητά του είναι εξαιρετικά χαμηλή.
Το αγκάθι πάντως για την Ελλάδα, όπως και συνολικά για τις οικονομίες του Νότου, δεν είναι άλλο από το κόστος δανεισμού. Καθώς η ΕΚΤ θεωρείται βέβαιο ότι θα προβεί σε αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης την επόμενη εβδομάδα και σε ακόμη μία αύξηση (ίσως και κατά 50 μονάδες βάσης) τον Σεπτέμβριο, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ακολουθούν την ανιούσα. Η CE βλέπει την απόδοση του ελληνικού 10ετους στο 4,75% φέτος και στο 4% το 2023. Περιμένει αποκλιμάκωση στο 3,25% το 2024.