Σύμφωνα με πρόσφατη παγκόσμια έρευνα της EY, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας αντιμετωπίζουν τα ζητήματα ηθικής, διακυβέρνησης, προσωπικών δεδομένων και ρυθμιστικού πλαισίου της τεχνητής νοημοσύνης (AI) στο μέλλον. Η έκθεση Bridging AI’s trust gaps report (Γεφυρώνοντας το κενό εμπιστοσύνης της τεχνητής νοημοσύνης), που εκπονήθηκε σε συνεργασία με την The Future Society, διαπιστώνει διαφοροποιήσεις σε τέσσερις βασικούς τομείς της τεχνητής νοημοσύνης: δικαιοσύνη και αποφυγή προκαταλήψεων, καινοτομία, πρόσβαση στα δεδομένα και προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων.
Στην έρευνα που διεξήχθη μεταξύ 71 υπεύθυνων χάραξης πολιτικής και περισσότερων από 280 παγκόσμιων επιχειρήσεων, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να ιεραρχήσουν ως προς την σημασία τους τις ηθικές αρχές που σχετίζονται με 12 διαφορετικές περιπτώσεις χρήσης τεχνητής νοημοσύνης, ενώ παράλληλα μετρήθηκε το συναίσθημα σχετικά με τους κινδύνους και τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης.
Ενώ οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ευθυγραμμίζονται ως προς συγκεκριμένες προτεραιότητες, στον ιδιωτικό τομέα υπάρχουν διχογνωμίες
Οι απαντήσεις των υπευθύνων χάραξης πολιτικής αναδεικνύουν μια ευρεία συμφωνία για τις ηθικές αρχές που σχετίζονται με διαφορετικές εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης. Για παράδειγμα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής σε μεγάλο βαθμό συμφώνησαν στην εκτίμηση ότι η «δικαιοσύνη και αποφυγή μεροληψίας» και «η προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων» αποτελούν τις δύο κορυφαίες ανησυχίες ως προς τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης για την αναγνώριση προσώπου. Αντίθετα, οι προτεραιότητες των επιχειρήσεων στο ίδιο ζήτημα ήταν σχετικά διαφοροποιημένες. Οι απαντήσεις των συμμετεχόντων από τον ιδιωτικό τομέα στο τομέα σχετικά με περιπτώσεις εφαρμογής και αρχές της τεχνητής νοημοσύνης ήταν κατανεμημένες πιο ομοιόμορφα, με τις κορυφαίες επιλογές να ξεχωρίζουν με μικρή διαφορά. Επιπλέον, οι κορυφαίες επιλογές του ιδιωτικού τομέα αφορούσαν αρχές που συνδέονται με υφιστάμενους κανονισμούς, όπως ο GDPR, και όχι με αναδυόμενα ζητήματα όπως η δικαιοσύνη και η αποφυγή των διακρίσεων.
Οι διχογνωμίες ως προς τη μελλοντική κατεύθυνση της διακυβέρνησης ενέχουν κινδύνους
Ενώ οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι επιχειρήσεις συμφωνούν ότι απαιτείται μια προσέγγιση που θα εμπλέκει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για να ορισθούν οι κατευθυντήριες γραμμές της διακυβέρνησης της τεχνητής νοημοσύνης, η έρευνα αναδεικνύει διαφωνίες ως προς τη μορφή που θα λάβει: το 38% των επιχειρήσεων που ερωτήθηκαν εκτιμούν ότι επικεφαλής της πρωτοβουλίας αυτής θα τεθεί ο ιδιωτικός τομέας, άποψη με την οποία συμφωνεί μόνο το 6% των υπευθύνων χάραξης πολιτικής. Η διαφοροποίηση αυτή δημιουργεί δυνητικές προκλήσεις και για τις δύο πλευρές ως προς την προώθηση της διακυβέρνησης ενώ παράλληλα κινδύνους αγοράς και κανονιστικής ρύθμισης για τις επιχειρήσεις που ήδη αναπτύσσουν προϊόντα AI ενώ η προσέγγιση σε ζητήματα διακυβέρνησης είναι ακόμη υπό συζήτηση.
Ξεπερνώντας τις διαφορές μέσω της συνεργασίας
Σύμφωνα με την έρευνα, η κάθε πλευρά έχει «τυφλά σημεία» όσον αφορά την εφαρμογή της ηθικής τεχνητής νοημοσύνης, με το 69% των επιχειρήσεων να εκτιμούν ότι οι ρυθμιστικές αρχές κατανοούν τις πολυπλοκότητες των τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης και τις επιχειρηματικές προκλήσεις, ενώ το 66% των υπευθύνων χάραξης πολιτικής διαφωνούν.
Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη μεγαλύτερης συνεργασίας μεταξύ των δύο πλευρών για να ξεπεραστούν τα κενά ενημέρωσης. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να υιοθετήσουν μια προσέγγιση διαβούλευσης με συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα, ιδίως σχετικά με τις τεχνικές και επιχειρηματικές πολυπλοκότητες για τις οποίες οι ίδιοι δεν διαθέτουν επαρκή εμπειρία. Παράλληλα, ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειες για να επιτύχει συναίνεση σχετικά με τις αρχές διακυβέρνησης της τεχνητής νοημοσύνης, έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις και των δύο μερών για το ρυθμιστικό πλαίσιο.
Με αφορμή τα ευρήματα της έρευνας, ο Χαράλαμπος Κωνσταντίνου, Συνέταιρος και Επικεφαλής Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της ΕΥ Κύπρου, δήλωσε: «Η τεχνητή νοημοσύνη μετασχηματίζει τις επιχειρήσεις, την παγκόσμια οικονομία και την ίδια την κοινωνία μας. Ωστόσο, για να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη του κοινού σε αυτήν τη νέα τεχνολογία, πρέπει να αντιμετωπιστούν επειγόντως μια σειρά από ζητήματα δεοντολογίας, διακυβέρνησης και προσωπικών δεδομένων. Αυτό θα απαιτήσει μια πολύ στενότερη συνεργασία και ευθυγράμμιση μεταξύ των υπευθύνων λήψης αποφάσεων και των επιχειρήσεων, ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο πλαίσιο που θα επιτρέψει την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την υιοθέτηση κρίσιμων εφαρμογών».
Μπορείτε να δείτε το πλήρες κείμενο της έρευνας εδώ.