Σημαντικές επαφές με οικονομικούς, επιχειρηματικούς και επενδυτικούς φορείς της Ελλάδας, με στόχο την περαιτέρω προώθηση των οικονομικών, εμπορικών και επιχειρηματικών σχέσεων Κύπρου και Ελλάδας, προς αμοιβαίο όφελος, θα έχει κατά την παρουσία του στην 87η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), που πραγματοποιείται από 9 μέχρι 17 Σεπτεμβρίου, ο Πρόεδρος του Επιχειρηματικού Συνδέσμου Κύπρου-Ελλάδας Ιωσήφ Ιωσήφ.
Ο κ. Ιωσήφ, κατά την επίσκεψη του στη Θεσσαλονίκη θα παραστεί, κατόπιν προσωπικής πρόσκλησης, στην τελετή εγκαινίων της Διεθνούς Έκθεσης το Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου, όπου κύριος ομιλητής θα είναι ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης. Όπως αναφέρει σε συνέντευξη του στο ΚΥΠΕ, θα έχει συναντήσεις και επαφές με επιμελητηριακούς παράγοντες της βορείου Ελλάδας, με τους οποίους θα συζητήσει πρακτικούς τρόπους διεύρυνσης της Κύπρο-Ελλαδικής επιχειρηματικής συνεργασίας, ενώ θα επισκεφθεί το περίπτερο της Κύπρου και επιχειρήσεων από την Κύπρο, καθώς και ελληνικών εταιρειών που έχουν δραστηριότητα και στην Κύπρο.
Κεντρική στόχευση αυτών των επαφών του, όπως τονίζει, είναι να προωθηθούν περαιτέρω οι οικονομικές, εμπορικές και επιχειρηματικές σχέσεις των δύο χωρών, προς αμοιβαίο όφελος.
Σύμφωνα με τον κ. Ιωσήφ, τα μηνύματα που λαμβάνει ο Σύνδεσμος είναι ότι το επόμενο διάστημα (λόγω βελτίωσης της ελληνικής οικονομίας) θα υπάρξουν σημαντικές επεκτάσεις κυπριακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, ενώ η συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων των δύο χωρών θα προσλάβει μια νέα πιο δυναμική μορφή.
Σε σχέση με τους τομείς στους οποίους διαφαίνονται προοπτικές συνεργασίας, αναφέρει ότι αυτοί περιλαμβάνουν τον τουρισμό, την ενέργεια, τα ακίνητα, το εμπόριο, τις υπηρεσίες, τη ναυτιλία, την τεχνολογία και καινοτομία, τα τρόφιμα και ποτά, καθώς και τα προϊόντα αγροδιατροφής.
Επίσης, αναφέρεται στις συζητήσεις για διοργάνωση κοινής εμπορικής έκθεσης σε Κύπρο και Ελλάδα αλλά και Συνεδρίου καθώς και στην εισήγηση του Συνδέσμου για κοινά πακέτα στον τουρισμό και στις επενδύσεις.
Επιπλέον, αναφέρεται στα πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχουν Κύπρος και Ελλάδα και τονίζει την ανάγκη να δοθεί έμφαση στο ψηφιακό μετασχηματισμό και να αξιοποιήσουν περισσότερο οι δύο χώρες τους τομείς της σύγχρονης τεχνολογίας, της καινοτομίας και της έρευνας.
Ο Πρόεδρος του Επιχειρηματικού Συνδέσμου Κύπρου-Ελλάδας πιστεύει ότι «παρά το αβέβαιο διεθνές οικονομικό περιβάλλον», υπάρχουν νέες ευκαιρίες για την επιχειρηματική συνεργασία μεταξύ Κύπρου – Ελλάδας.
«Ακόμα και σ΄ αυτό το ρευστό τοπίο της οικονομίας διαφαίνεται ένα πιο αυξημένο ενδιαφέρον από επιχειρήσεις των δύο χωρών είτε για συνεργασίες, είτε για επέκταση από τη μία χώρα στην άλλη», υπογραμμίζει.
Συγκεκριμένα, στη συνέντευξη του στο ΚΥΠΕ και ερωτηθείς τι αναμένει από την παρουσία του στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο κ. Ιωσήφ είπε ότι στα εγκαίνια της ΔΕΘ, η οποία αποτελεί κάθε χρόνο ένα από τα κορυφαία επιχειρηματικά δρώμενα για την Ελλάδα, ο εκάστοτε Πρωθυπουργός εξαγγέλλει την οικονομική πολιτική του για το επόμενο έτος και σημείωσε ότι φέτος, η ΔΕΘ έχει ως τιμώμενη χώρα τη Βουλγαρία, ενώ θα φιλοξενήσει γύρω στα 1,500 περίπτερα από ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις.
«Ως Επιχειρηματικός Σύνδεσμος Κύπρου-Ελλάδας, κάτω υπό την αιγίδα του ΚΕΒΕ, αξιοποιούμε αυτή την ευκαιρία και στο περιθώριο της ΔΕΘ έχουμε σημαντικές επαφές με Υπουργούς και με οικονομικούς παράγοντες της Ελλάδας», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «μέσα από τις επαφές αυτές ανταλλάσσουμε απόψεις για νέες πρωτοβουλίες που θα φέρουν πιο κοντά τις δύο οικονομίες και προωθούμε συγκεκριμένα πλάνα και σχέδια για στενότερη επιχειρηματική συνεργασία».
Ο κ. Ιωσήφ είπε ότι «αυτή τη στιγμή συζητούμε με την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδας μεταξύ άλλων τη διοργάνωση μιας κοινής εμπορικής έκθεσης σε Κύπρο και Ελλάδα, τη διοργάνωση ενός Συνεδρίου και τη συνεργασία στην ανταλλαγή επιχειρηματικών πληροφοριών», ενώ ανάλογες πρωτοβουλίες συζητούμε, όπως είπε, και με τα Επιμελητήρια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, με τα οποία προηγήθηκαν επαφές το 2022.
«Όλα αυτά, προγραμματίζουμε να τα συζητήσουμε με τους αρμόδιους της Ελλάδας, ώστε να ληφθούν αποφάσεις από τον Σύνδεσμο μας», ανέφερε και εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι επαφές αυτές, «θα φέρουν αποτελέσματα για την οικονομική και επιχειρηματική συνεργασία Κύπρου-Ελλάδας».
Κληθείς να αναφέρει τους τομείς στο οποίους πιστεύει ότι μπορεί να επεκταθεί περαιτέρω η επιχειρηματική συνεργασία Κύπρου – Ελλάδας, ο Πρόεδρος του Επιχειρηματικού Συνδέσμου Κύπρου-Ελλάδας είπε ότι η επιχειρηματική συνεργασία των δύο χωρών μπορεί να καλύψει πολλούς κλάδους της οικονομίας.
«Ξεκινώντας από τους παραδοσιακούς τομείς του τουρισμού, των ακινήτων, του εμπορίου, των τροφίμων και των προϊόντων αγροδιατροφής, υπάρχουν οι νέοι τομείς της ενέργειας, της ναυτιλίας, της έρευνας, της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, της ιατρικής, της καινοτομίας και ευρύτερα των επαγγελματικών υπηρεσιών, κ.λπ.», πρόσθεσε.
Ανέφερε επίσης ότι «οι δύο χώρες έχουν πολύ καλό επαγγελματικό υπόβαθρο και υποδομές σ΄ αυτούς όλους τους τομείς, οπότε μπορούν να υπάρξουν συνεργασίες προς κοινό όφελος» και πρόσθεσε πως ο Σύνδεσμος δεν θα σταματήσει να υποδεικνύει τις δυνατότητες των επιχειρήσεων των δύο χωρών για συνεργασίες με επίκεντρο χώρες της γειτονιάς μας.
«Στα πλαίσια αυτά, οι κυπριακές επιχειρήσεις μπορούν να βοηθήσουν τις ελλαδικές εταιρείες για επέκταση στις αραβικές χώρες και οι ελλαδικές εταιρείες τις κυπριακές για διείσδυση στο βαλκανικό χώρο», υπογράμμισε.
Άρα, συνέχισε, υπάρχει μεγάλο πεδίο συνεργασίας τόσο στις δύο αγορές μας, όσο και στην κοντινή μας περιφέρεια.
Ερωτηθείς ποιες άλλες πρωτοβουλίες πιστεύει ότι πρέπει να αναληφθούν για να έρθουν οι δύο χώρες ακόμα πιο κοντά, ο κ. Ιωσήφ είπε στο ΚΥΠΕ ότι «πέραν της γνωστής ακτοπλοϊκής σύνδεσης, όπου ο Σύνδεσμος μας πρωτοστάτησε, εισηγηθήκαμε στις δύο κυβερνήσεις να συνεργαστούν πιο στενά στον τομέα του τουρισμού και των επενδύσεων».
Σε σχέση με τον τουρισμό, ο κ. Ιωσήφ είπε ότι ο σύνδεσμος εισηγήθηκε όπως οι δύο χώρες προσφέρουν κοινά πακέτα διακοπών για τουρίστες από μακρινές χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ιαπωνία κ.α.
«Προτείνοντας σ΄ αυτούς τους τουρίστες να περάσουν π.χ. 10 μέρες στην Ελλάδα και 5 μέρες στην Κύπρο θα είναι πιο εύκολο να τους πείσεις να κάνουν το μακρινό ταξίδι από τις χώρες τους, αφού θα επισκεφθούν δύο χώρες», ανέφερε και πρόσθεσε πως «παλαιότερα παρουσιάσαμε και σχέδιο δράσης γι΄ αυτή την ιδέα που προέβλεπε κοινές εκστρατείες ενημέρωσης, κοινές αποστολές στις χώρες αυτές και άλλα, που θα μειώνουν τα κόστη προβολής που αναλαμβάνει σήμερα η κάθε χώρα από μόνη της».
Ανέφερε επίσης ότι στο σενάριο αυτό θα μπορούσαν να προστεθούν μονοήμερες εκδρομές στο Ισραήλ, το Λίβανο, κ.λπ.
Παρόμοια εισήγηση, σύμφωνα με τον κ. Ιωσήφ, «υποβάλαμε και για τον τομέα των επενδύσεων. Οι δύο χώρες θα μπορούσαν να καταγράψουν τις επενδυτικές προτάσεις τους σ΄ ένα κοινό ενημερωτικό έντυπο και να τις παρουσιάσουν σε ξένους επενδυτές».
«Ένας ξένος επενδυτής θα ήταν πιο δελεαστικό να δει την επένδυση του να καλύπτει δύο αγορές, αντί μιας», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «τώρα με την πρόθεση της Κύπρου να προχωρήσει σε φορολογική μεταρρύθμιση πιστεύουμε ότι μπορεί να υπάρξει συνεργασία και σε αυτό τον τομέα».
Είπε ακόμη ότι «η Κύπρος μπορεί να εξασφαλίσει τεχνογνωσία από την Ελλάδα, η οποία έκανε σημαντική πρόοδο στην απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του φορολογικού συστήματος της».
Σε ερώτηση πόσο επηρεάζει ο πόλεμος στην Ουκρανία τις επιχειρηματικές σχέσεις Κύπρου – Ελλάδας, ο κ. Ιωσήφ είπε στο ΚΥΠΕ ότι «σε επίπεδο εμπορικών συναλλαγών φαίνεται να μην υπήρξε σημαντική επίπτωση, ωστόσο στον τομέα των νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αναμφίβολα είχαμε δυσκολίες.
«Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι μεγάλες συνέπειες του πάνω στο οικονομικό και επιχειρηματικό γίγνεσθαι των δύο χωρών, δημιούργησαν εμπόδια τόσο στα νέα επιχειρηματικά ανοίγματα, όσο και στις νέες συνεργασίες», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «με αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι τα νέα δεδομένα, προκάλεσαν αναταράξεις στις επιχειρηματικές σχέσεις των δύο χωρών. Όμως, επειδή οι σχέσεις αυτές διέπονται από εθνικούς διαχρονικούς δεσμούς δεν έχουν κλονιστεί ή επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό». Ενδεικτικά ανέφερε ότι οι εγχώριες εξαγωγές της Κύπρου προς την Ελλάδα παρουσίασαν αύξηση κατά 13,9% το 2022, φτάνοντας στα 121 εκ. ευρώ, ενώ οι εισαγωγές ελλαδικών προϊόντων ανήλθαν σε 2,64 δις. ευρώ το 2022, καταγράφοντας αύξηση κατά 27%.
«Σήμερα, πολλά από τα αρχικά προβλήματα που προκάλεσε ο πόλεμος έχουν ξεπεραστεί και έτσι διαβλέπουμε νέες προοπτικές για το μέλλον», πρόσθεσε.
Ερωτηθείς για τις προβλέψεις του για την πορεία των δύο οικονομιών για το υπόλοιπο του 2023, ο κ. Ιωσήφ είπε ότι «παρά τα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις, οι προβλέψεις τόσο της Κομισιόν όσο και των δύο κυβερνήσεων είναι σχετικά θετικές και δείχνουν ανάπτυξη και για τις δύο χώρες για το 2023» και πρόσθεσε ότι «δεν έχουμε λόγο να αμφισβητήσουμε αυτές τις προβλέψεις, οι οποίες οφείλουμε να πούμε ότι είναι μειωμένες σε σχέση με τον ρυθμό ανάπτυξης των δύο οικονομιών το 2022».
Ανέφερε ότι η Κύπρος παρουσίασε ρυθμό ανάπτυξης 5,6% του ΑΕΠ το 2022 και η Ελλάδα ανάπτυξη 7% του ΑΕΠ το ίδιο διάστημα, ενώ για το 2023, όπως είπε, οι προβλέψεις για την Κύπρο είναι 2-2,5% και για την Ελλάδα 2-3%.
«Εκείνο που λέμε είναι ότι και οι δύο χώρες έχουν πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα, τα οποία αν τα αξιοποιήσουν σωστά και έγκαιρα μπορούν τα επόμενα χρόνια να σημειώσουν αξιόλογες επιδόσεις ανάπτυξης», υπογράμμισε.
Ο Πρόεδρος του Επιχειρηματικού Συνδέσμου Κύπρου-Ελλάδας εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι δύο χώρες «θα πρέπει να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στο ψηφιακό μετασχηματισμό τους και να αξιοποιήσουν περισσότερο τους τομείς της σύγχρονης τεχνολογίας, της καινοτομίας και της έρευνας».
«Αν γίνουν αυτά και δεν επισυμβεί οποιαδήποτε νέα αρνητική εξέλιξη, πιστεύουμε ότι τα επόμενα χρόνια οι δύο χώρες θα μπορέσουν να πετύχουν σημαντικά επιτεύγματα τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στους τομείς της σύγχρονης τεχνολογίας, της καινοτομίας, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της έρευνας», τόνισε.
Στα πλαίσια αυτά, σύμφωνα με τον κ. Ιωσήφ, «οι δύο χώρες θα μπορέσουν να πετύχουν βελτίωση στην ανάπτυξη και στην παραγωγικότητα τους, όσο και στους τομείς της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, της δημοσιονομικής ενίσχυσης και της προσέλκυσης ξένων επενδύσεων».