Η Ολομέλεια της Βουλής ψήφισε νόμο με τον οποίο αναθεωρούνται οι περιορισμοί που ισχύουν για κατοχή μετοχών σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς και δίνει τη δυνατότητα σε πρόσωπα ή εταιρείες να κατέχουν το 100% των μετοχών.
Υπέρ ψήφισαν 34 βουλευτές, εναντίον 14 και υπήρξαν και δύο αποχές. Τη σχετική πρόταση νόμου που τροποποιεί τον περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Οργανισμών Νόμο, κατέθεσε ο βουλευτής του ΔΗΚΟ Πανίκος Λεωνίδου.
Αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ραδιοτηλεοπτικών μέσων, ο νόμος που ψηφίστηκε προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι φυσικό πρόσωπο δύναται να ελέγχει ή να είναι νόμιμα δικαιούχος κάτοχος μετοχών σε ποσοστό μέχρι 100%, είτε απευθείας στην αδειούχο εταιρεία είτε διαμέσου άλλων εταιρειών που είναι μέτοχοι στην αδειούχο εταιρεία.
Επίσης εταιρεία μπορεί να κατέχει ή να ελέγχει άμεσα ή έμμεσα ποσοστό μέχρι 100% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της αδειούχου εταιρείας, είτε απευθείας στην αδειούχο εταιρεία είτε διαμέσου άλλων εταιρειών που είναι μέτοχοι στην αδειούχο εταιρεία.
Το σύνολο των μετοχών που ελέγχονται από ή ανήκουν σε πρόσωπα που είναι συγγενείς μεταξύ τους μέχρι δεύτερου βαθμού ή είναι σύζυγοι μπορεί επίσης να είναι μέχρι το 100% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της αδειούχου εταιρείας.
Ακόμα πολίτης τρίτης χώρας μπορεί να αποκτήσει κατόπιν άδειας από το Υπουργικό Συμβούλιο μετοχές της αδειούχου εταιρείας που να μην υπερβαίνουν το 10% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της, είτε απευθείας στην αδειούχο εταιρεία είτε διαμέσου άλλων εταιρειών που είναι μέτοχοι στην αδειούχα εταιρεία, νοουμένου ότι δεν υπάρχει εύλογη υποψία ότι διακυβεύεται το δημόσιο συμφέρον ή/και η εθνική ασφάλεια.
Σε περίπτωση κατά την οποία εταιρείες-μέτοχοι της αδειούχου εταιρείας είναι περισσότερες από μία, οι εν λόγω εταιρείες δεν μπορούν να κατέχουν συνολικά ή να ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα ποσοστό το οποίο υπερβαίνει το 74% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας όπως ισχύει σήμερα.
Επίσης φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατέχει οποιονδήποτε αριθμό μετοχών σε αδειούχο εταιρεία η οποία ανήκει σε δημοσιογραφικό όμιλο δεν μπορεί να κατέχει ή να ελέγχει άδεια ή οποιονδήποτε αριθμό μετοχών σε αδειούχο εταιρεία η οποία ανήκει σε άλλο δημοσιογραφικό όμιλο.
Εισάγεται επίσης ως επιπρόσθετη προϋπόθεση για σκοπούς χορήγησης άδειας παρόχου υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων σε φυσικό πρόσωπο η μη καταδίκη του για συμπεριφορά η οποία συνιστά σεξουαλική παρενόχληση ή παρενόχληση δυνάμει των διατάξεων του περί Ίσης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση Νόμου.
Μιλώντας ενώπιον της Ολομέλειας, ο κ. Λεωνίδου ανέφερε ότι είναι γενικά παραδεκτό ότι η ισχύουσα νομοθεσία που διέπει το ιδιοκτησιακό καθεστώς τον ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, είναι απαρχαιωμένη, δυσνόητη και περιέχει αντινομίες, συγκρούσεις και κενά και βρίσκεται σχεδόν σε πλήρη αντίθεση με τις νομοθεσίες άλλων ευρωπαϊκών κρατών που διασφαλίζουν διαφάνεια, πολυφωνία και ελευθερία λόγου και έκφρασης. Το ισχύον σύστημα, είπε, αναγκάζει ιδιοκτήτες ΜΜΕ να καταστρατηγούν τη νομοθεσία με αποτέλεσμα να μην παρουσιάζονται οι πραγματικοί μέτοχοι των εταιρειών και να χρησιμοποιούνται τρίτα πρόσωπα ως αχυράνθρωποι για να μπορέσουν να λειτουργήσουν, με αποτέλεσμα η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης να δυσκολεύεται πολύ να βρει τι ισχύει. Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να γίνει μια καινούρια νομοθεσία για να διασφαλίζει τη διαφάνεια και τον έλεγχο.
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού σημείωσε ότι η νομοθεσία για τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς χρειάζεται επικαιροποίηση και θα πρέπει να εξεταστεί τόσο από τη Βουλή όσο και από την εκτελεστική εξουσία το πώς εκσυγχρονίζεται χωρίς να τίθεται θέματα ανταγωνισμού και διαφάνειας.
Εξέφρασε παράλληλα προβληματισμό επειδή με την πρόταση νόμου δίνεται η δυνατότητα κατοχής 100% των μετοχών με το ενδεχόμενο να δημιουργούνται συνθήκες στρέβλωσης στην αγορά. Είπε ότι θεωρεί υπερβολικό το 100%, αφού δημιουργεί συνθήκες ενδεχομένως κάποιας μορφής «Μπερλουσκονισμού».
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Νίκος Σύκας είπε ότι το νομοσχέδιο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση επειδή βελτιώνει τη διαφάνεια και δεν πρέπει να υπάρχει φόβος για το 100%, επειδή αυτό αποτελεί την απόλυτη διαφάνειας. Πρόσθεσε ότι υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης, ωστόσο υπό τις περιστάσεις θα υπερψηφίσουν το νόμο.