H πρόσφατα αποκτηθείσα πλειοψηφική συμμετοχή (περίπου 56%) στην Ελληνική Τράπεζα στην Κύπρο, υποστηρίζει περαιτέρω το πιστωτικό προφίλ της Eurobank, ενισχύοντας τη γεωγραφική διαφοροποίηση του ομίλου, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης Moody’s.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του οίκου, το ισχυρό franchise λιανικής της Ελληνικής Τράπεζας, ως η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα στο νησί, παρέχει ένα συμπληρωματικό επιχειρηματικό μοντέλο στην υφιστάμενη θυγατρική της Eurobank στην Κύπρο που είναι προσανατολισμένη στον εταιρικό δανεισμό και στην ιδιωτική τραπεζική.
Ο οίκος αναβάθμισε χθες τις προοπτικές της Eurobank S.A. (Eurobank) για τις αξιολογήσεις Baa2 για τα μη εξασφαλισμένα χρέη και τις μακροπρόθεσμες καταθέσεις της σε θετικές από σταθερές, μετά την αλλαγή της προοπτικής σε θετική από σταθερή στην αξιολόγηση Ba1 της κυβέρνησης της Ελλάδας.
Η αναβάθμιση των προοπτικών σε θετικές από σταθερές αντανακλά την άποψη του οίκου ότι η βασική αξιολόγηση της τράπεζας του ba1 περιορίζεται από την αξιολόγηση του δημοσίου σε Ba1 εν όψει της άμεσης έκθεσης της τράπεζας στο ελληνικό δημόσιο μέσω έντοκων γραμματίων και ομολόγων που αποτελούν περίπου το 77% των κοινών μετοχών Tier 1 (CET1).
Αντίστοιχα, μετά την αλλαγή της προοπτικής αξιολόγησης της κυβέρνησης σε θετική από σταθερή, ο οίκος αναβάθμισε την προοπτική της τράπεζας για τις μακροπρόθεσμες καταθέσεις και τις ανώτερες μη εξασφαλισμένες αξιολογήσεις σε θετικές από σταθερές, υποδεικνύοντας την πιθανή αναβάθμιση της βασικής πιστωτικής αξιολόγησης σε περίπτωση αναβάθμισης της αξιολόγησης του δημοσίου.
Όπως αναφέρεται, η επιβεβαίωση των αξιολογήσεων της Eurobank λαμβάνει υπόψη τις ισχυρές οικονομικές επιδόσεις της τα τελευταία χρόνια και τη γεωγραφικά διαφοροποιημένη βάση ενεργητικού και τα κέρδη της.
Η βασική πιστωτική αξιολόγηση της Eurobank υποστηρίζεται από τη βιώσιμη δημιουργία κερδών με τα βασικά έσοδα προ προβλέψεων να αυξάνονται κατά 10,2% σε ετήσια βάση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, λόγω της υγιούς αύξησης των λειτουργικών εσόδων και την καλή διαχείριση του κόστους. Η Eurobank μπόρεσε να επιτύχει απόδοση της ενσώματης λογιστικής αξίας 18,5% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 και αναλογία κόστους προς βασικό εισόδημα 32,3%.
Το αυτόνομο πιστωτικό προφίλ της τράπεζας αντικατοπτρίζει επίσης τον pro-forma δείκτη κοινών μετοχών Tier 1 (CET1) 16,2% τον Ιούνιο του 2024 (ενσωματώνοντας τη διανομή μερίσματος και την ενοποίηση της πρόσφατα εξαγορασθείσας Ελληνικής Τράπεζας), ενώ ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας ήταν στο 19,3%.
Ο οίκος αξιολόγησης σημειώνει το υψηλό επίπεδο αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων που υπονομεύουν κάπως την ποιότητα του κεφαλαίου της τράπεζας, ένα κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ των ελληνικών τραπεζών.
Η φερεγγυότητα της τράπεζας υποστηρίζεται περαιτέρω από την ισχυρότερη ποιότητα του ενεργητικού, καθώς κατάφερε να συγκρατήσει το pro-forma μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPE) προς τα ακαθάριστα δάνεια σε 3,1% τον Ιούνιο 2024 από 5,2% τον Ιούνιο του 2023, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη κάλυψη προβλέψεων NPE 93,2% τον Ιούνιο του 2024 από 73,2% τον Ιούνιο του 2023.
Η επιβεβαίωση αξιολόγησης της τράπεζας λαμβάνει επίσης υπόψη την άνετη ρευστότητά της με δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR) 182% και δείκτη δανείων προς καταθέσεις περίπου 72% τον Ιούνιο του 2024, καθώς και την προσδοκία ότι η Eurobank θα εκδώσει επαρκή χρέη ώστε να πληρεί τις προϋποθέσεις για ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) μέχρι το τέλος του 2025.
Με την πάροδο του χρόνου, η ανοδική πίεση στις αξιολογήσεις, θα μπορούσε να προκύψει για την τράπεζα μετά από περαιτέρω βελτιώσεις του μακροοικονομικού περιβάλλοντος της χώρας, κάτι που θα μπορούσε να προκαλέσει αναβάθμιση της αξιολόγησης του δημοσίου. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγήσει επίσης σε καλύτερη κερδοφορία και ποιότητα ενεργητικού για την τράπεζα, η οποία σε συνδυασμό με σταθερές μετρήσεις κεφαλαίου άνετα πάνω από τις απαιτήσεις θα μπορούσε να ασκήσει ανοδική πίεση αξιολόγησης.
Αντίθετα, οι μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις της Eurobank θα μπορούσαν να υποβαθμιστούν σε περίπτωση που υπάρξει σημαντική επιδείνωση των επιπέδων NPE ή επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας. Οποιαδήποτε σημαντική εξασθένηση στο λειτουργικό περιβάλλον και στις συνθήκες χρηματοδότησης από τα αυξημένα επιτόκια, θα μπορούσε επίσης να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις αξιολογήσεις της τράπεζας.