Στη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων εδώ και 33 χρόνια προχώρησε η Τράπεζα της Αγγλίας (ΒοΕ) την Πέμπτη, ανακοινώνοντας την όγδοη κατά σειρά αύξηση.
Η κεντρική τράπεζα αποφάσισε αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης. Η αύξηση ανεβάζει το επιτόκιο στο 3% και το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 ετών.
Η απόφαση δεν ήταν ομόφωνη. Επτά μέλη ψήφισαν υπέρ και δύο κατά- το ένα μέλος ψήφισε για άνοδο 0,5 και το άλλο προτίμησε αύξηση 0,25.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων από το 1989, σε άλλη μια κίνηση να ελεγχθεί ο πληθωρισμός που έφτασε στο 10,1% τον Σεπτέμβριο.
Η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής της κεντρικής τράπεζας σημείωσε ότι οι αναθεωρημένες προβλέψεις της για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό υποδεικνύουν προοπτική που αποτελεί πρόκληση για την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς προσπαθεί να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο του 2%. Το ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου προβλέπεται να μειωθεί κατά περίπου 0,75% το δεύτερο εξάμηνο του 2022, αντανακλώντας τη συμπίεση των πραγματικών εισοδημάτων από την αύξηση των τιμών της ενέργειας και των βασικών αγαθών.
Η ανάπτυξη προβλέπεται ότι θα συνεχίσει να μειώνεται το 2023 και το πρώτο εξάμηνο του 2024, καθώς «οι υψηλές τιμές ενέργειας και οι αυστηρότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες επιβαρύνουν τις δαπάνες», ανέφερε η Τράπεζα.
Ωστόσο, οι αξιωματούχοι της τράπεζας προσπάθησαν να μετριάσουν τις προσδοκίες της αγοράς για περαιτέρω επιθετική σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής, προειδοποιώντας ότι ακολουθώντας αυτή την πορεία θα προκαλέσει διετή ύφεση.
Το μέγεθος της αύξησης του Νοεμβρίου «θα μειώσει τους κινδύνους μιας πιο εκτεταμένης και δαπανηρής αυστηροποίησης αργότερα», ανέφερε η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής
σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι οικονομολόγοι περίμεναν έναν λιγότερο επιθετικό τόνο από την κεντρική τράπεζα μετά την αλλαγή της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου. Η στροφή του νέου πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ σε μια πιο συμβατική δημοσιονομική πολιτική μετά τη σύντομη και χαοτική θητεία της προκατόχου της Λιζ Τρας ηρέμησε τις αγορές, υποδεικνύοντας ότι η νομισματική και δημοσιονομική πολιτική δεν κινούνταν πλέον προς αντίθετες κατευθύνσεις, αναφέρει το CNBC σημειώνοντας ότι ο εκτίναξη του πληθωρισμού και τα υψηλά επιτόκια των στεγαστικών άσκησαν περαιτέρω πίεση στα νοικοκυριά μη αφήνοντας περιθώρια στην ΒοΕ να χαλαρώσει την σφιχτή νομισματική της πολιτική.