Κάτω από το επίπεδο που ήταν πριν την εισβολή στην Ουκρανία μείωσε τα επιτόκια η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, χαλαρώνοντας τη νομισματική της πολιτική περισσότερο από ό,τι αναμενόταν.
Ειδικότερα, οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας αποφάσισαν την Παρασκευή να προχωρήσουν σε νέα μείωση του βασικού επιτοκίου, αυτή τη φορά στο 8% από 9,5%. Στην τελευταία συνεδρίαση της κεντρικής αρχές, είχαν προϊδεάσει για την προθυμία να προχωρήσουν σε περαιτέρω μειώσεις. Την ίδια διάθεση επανέλαβαν και σήμερα, σημειώοντας ότι εξατάζονται νέες μειώσεις μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Να σημειωθεί ότι σε προηγούμενα σχόλιά της, η επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας Ελβίρα Ναμπιουλίνα είχε δηλώσει ότι η περαιτέρω χαλάρωση θα είναι πιο σταδιακή και θα εξαρτηθεί περισσότερο από το πώς θα είναι ο πληθωρισμός ενώ η οικονομία προσαρμόζεται στις κυρώσεις.
Πρόκειται για την πέμπτη συνεχόμενη μείωση επιτοκίων, μετά την έκτακτη αύξηση από 9,5% σε 20% στα τέλη Φεβρουαρίου, προκειμένου να αντιστρέψει την πτώση της αξίας του ρουβλίου. Μετά την ανακοίνωση το ρούβλι υποχώρησε έναντι του δολαρίου έως και 2,6%.
«Οι τρέχοντες ρυθμοί αύξησης των τιμών καταναλωτή παραμένουν χαμηλοί, συμβάλλοντας σε περαιτέρω επιβράδυνση του ετήσιου πληθωρισμού», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η κεντρική τράπεζα. Οι αποφάσεις «τον Απρίλιο-Ιούλιο για μείωση του βασικού επιτοκίου θα αυξήσουν τη διαθεσιμότητα πιστωτικών πόρων στην οικονομία και θα περιορίσουν την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας», πρόσθεσε.
Αν και οι κεντρικοί τραπεζίτες από την Ευρώπη έως τη Νότια Αφρική προχωρούν σε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, η απομόνωση της Ρωσίας από τις παγκόσμιες αγορές την καθιστά λιγότερη ευαίσθητη, σύμφωνα με το Bloomberg.
«Η μείωση των επιτοκίων είναι μια προσπάθεια να περιοριστεί το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο ανήλθε σε ρεκόρ 139 δισ. δολαρίων τους πρώτους έξι μήνες του έτους. Το πλεόνασμα είναι ανεπιθύμητο για τη Ρωσία, καθώς ως επί το πλείστον οδηγεί σε μεγαλύτερες διαθέσεις μετρητών σε ξένες τράπεζες, οι οποίες είναι εκτεθειμένες σε πιθανές κυρώσεις. Η χαλαρή νομισματική πολιτική στοχεύει να τονώσει τη ζήτηση εισαγωγών για να περιορίσει το πλεόνασμα», σχολιάζει το Bloomberg Economics.