Με θετικό πρόσημο έκλεισε ο τελευταίος μήνας του έτους στη διακίνηση containers για τη ΣΕΠ, τη θυγατρική της Cosco που διαχειρίζεται δύο προβλήτες στο λιμάνι του Πειραιά.
Όπως ανακοίνωσε η μητρική της Cosco Shipping Ports, τον Δεκέμβριο σε αντίθεση με τους προηγούμενους μήνες η διακίνηση containers κινήθηκε σε θετικό έδαφος, με αποτέλεσμα να καταγράψει άνοδο κατά 3,7%. Ειδικότερα, από τους δύο προβλήτες του λιμανιού του Πειραιά διακινήθηκαν τον Δεκέμβριο 409,4 χιλιάδες TEUs, έναντι 395,0 χιλιάδες TEUs τον ίδιο μήνα το 2019.
Η ανοδική αυτή αντίδραση επιβεβαιώνει την τάση που είχε καταγραφεί τους τελευταίους μήνες για βελτίωση των συνθηκών στο διεθνές εμπόριο μετά το αρχικό πάγωμα που είχε επιφέρει η εμφάνιση της πανδημίας Covid-19.
Μετά και τη θετική εξέλιξη του Δεκεμβρίου η διακίνηση containers από τη ΣΕΠ στο λιμάνι του Πειραιά για το σύνολο του 2020 κατέγραψε μείωση κατά 5,1%, στα 4.896,9 χιλιάδες «κουτιά» έναντι 5.158,6 χιλιάδων το 2019.
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι με τα συγκεκριμένα αποτελέσματα και τη διακίνηση επιπλέον 540 χιλιάδων TEUs από τον προβλήτα Ι του ΟΛΠ συνολικά το λιμάνι του Πειραιά διακίνησε το 2020 περί τα 5,43 εκατ. TEUs, σημειώνοντας πτώση κατά 3,8% περίπου σε σχέση με τα 5,6 εκατ. το 2019. Με την επίδοση αυτή, που είναι από τις καλύτερες μεταξύ όλων των μεγάλων λιμανιών της Ε.Ε., ο Πειραιάς διατηρεί την πρώτη θέση στη Μεσόγειο στη διακίνηση containers και την τέταρτη σε όλη την Ευρώπη.
Αγκάθι για την Cosco
Ωστόσο, το αγκάθι για την Cosco στον Πειραιά παραμένει η άρνηση μέχρι τώρα της κυβέρνησης να εγκρίνει τα σχέδιά της για τη δημιουργία του τέταρτου προβλήτα.
Όπως τονίζουν οι Κινέζοι, ο τέταρτος προβλήτας θα ανεβάσει τη δυναμικότητα σημαντικά πάνω από τα 10 εκατομμύρια TEUs, διατηρώντας το λιμάνι του Πειραιά στην πρώτη θέση της Μεσογείου, ενώ θα τον βοηθήσει να διεκδικήσει θέση στα τρία κορυφαία της Ευρώπης.
Όπως επισημαίνουν, έπειτα από 10 χρόνια συνεχούς μεγέθυνσης, που έφερε το λιμάνι του Πειραιά από την 93η στην 26η θέση σε ολόκληρο τον κόσμο, η δυναμικότητα του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων πλησιάζει τα όριά της. Για τον λόγο αυτό η διοίκηση του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς πρότεινε εγκαίρως την κατασκευή μιας τέταρτης προβλήτας, που θα αυξήσει τη συνολική ετήσια δυναμικότητα στα 10 εκατ. ΤΕUs και θα επιτρέψει στο λιμάνι να διατηρήσει την αναπτυξιακή του δυναμική. Είναι μια νέα επένδυση, που θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας τόσο κατά το διάστημα της υλοποίησης και πολύ περισσότερες κατά τη διάρκεια της λειτουργίας και θα ενισχύσει την ελκυστικότητα και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της γεωγραφικής θέσης της Ελλάδος, διατηρώντας μεγάλους όγκους φορτίων στον Πειραιά, που διαφορετικά μπορεί να εκτραπούν σε άλλα ανταγωνιστικά λιμάνια της περιοχής.
Μεταφόρτωση και μεταφορά
Η επιβάρυνση δε στο περιβάλλον θα είναι η μικρότερη δυνατή, γιατί αφενός ο τέταρτος προβλήτας θα λειτουργήσει στη θέση του υφιστάμενου τερματικού αυτοκινήτων (που θα μετατοπιστεί προς τα ανατολικά) και αφετέρου η συντριπτική πλειονότητα των φορτίων δεν αφορά εισαγωγές, αλλά μεταφόρτωση σε άλλα πλοία και μεταφορά σε άλλα λιμάνια. Επίσης, στον νέο προβλήτα θα χρησιμοποιηθεί ο πιο υψηλής τεχνολογίας και φιλικός προς το περιβάλλον εξοπλισμός, δηλαδή ηλεκτροκινούμενα μηχανήματα, ώστε να μειώνεται το ενεργειακό αποτύπωμα και να περιορίζονται οι αέριοι ρύποι.
Όμως, παρά τις διαβεβαιώσεις της Cosco, οι δήμοι της περιοχής γύρω από το λιμάνι εκφράζουν έντονες αντιρρήσεις για την επέκταση του λιμανιού, με αποτέλεσμα η κατασκευή του τέταρτου προβλήτα να έχει προς το παρόν κολλήσει και το θέμα να βρίσκεται στο πρωθυπουργικό γραφείο.
Νέες επενδύσεις ΟΛΠ
Πάντως ο OΛΠ, εν αναμονή και της λύσης του θέματος με τον τέταρτο προβλήτα, προανήγγειλε νέες επενδύσεις, ύψους 70 εκατ. ευρώ, για τον εκσυγχρονισμό και τη μεγέθυνση της δυναμικότητας των υφιστάμενων τριών προβλητών εμπορευματοκιβωτίων. Ειδικότερα, οι επενδύσεις αυτές, μερικές εκ των οποίων περιλαμβάνονται στις δεσμευτικές από τη σύμβαση παραχώρησης, ενώ οι υπόλοιπες αφορούν νέες κεφαλαιουχικές δαπάνες, διατίθενται κατ’ αρχάς για την ανανέωση μεγάλων τμημάτων του μηχανολογικού εξοπλισμού του προβλήτα Ι αλλά και του προβλήτα ΙΙ, ώστε να αυξηθεί η δυναμικότητα από τα 7,2 εκατομμύρια εμπορευματοκιβώτια ετησίως στα 8 εκατ. έως τα τέλη του 2021.