Στο Hydrogen & Green Gases Forum που διοργανώθηκε στην Αθήνα στις 23 Ιουνίου 2023 από το δημοσιογραφικό πόρταλ για τον τομέα της ενέργειας EnergyPress παρευρέθηκε ο Πρόεδρος της ΡΑΕΚ Δρ. Ανδρέας Πουλλικκάς. Το συνέδριο άνοιξε ο υπηρεσιακός υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ελλάδας καθηγητής Παντελής Κάπρος. Ανάμεσα στους ομιλητές ήταν μεταξύ άλλων οι ευρωβουλευτές Μαρία Σπυράκη και Νίκος Παπανδρέου, εμπειρογνώμονες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ακαδημαϊκοί και εκπρόσωποι από την επιχειρηματική κοινότητα.
Στα πλαίσια του Συνεδρίου, ο Δρ. Πουλλικκάς προσκλήθηκε ως επίτιμος ομιλητής στην Ενότητα με τίτλο «Ευρωπαϊκές πολιτικές για την προώθηση του Υδρογόνου και Ανανεώσιμων Αερίων», όπου είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί́ επί των προκλήσεων της χρήσης περισσότερου υδρογόνου στα ενεργειακά συστήματα και για το πως η Κύπρος θα μπορούσε να καταστεί κλιματικά ουδέτερη.
Ξεκινώντας με τον ορισμό της οικονομίας του υδρογόνου ο Δρ. Πουλλικκάς ανέφερε ότι αφορά την υποδομή για την κάλυψη ενεργειακών αναγκών της μελλοντικής κοινωνίας βασισμένη στο υδρογόνο και περικλείει τις έννοιες της παραγωγής, της διανομής, της αποθήκευσης και της χρήσης του. Το υδρογόνο είναι ένας φορέας ενέργειας και προσφέρει την ευκαιρία να επιλυθούν τα προβλήματα ενεργειακού εφοδιασμού, της αξιοπιστίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της κλιματικής αλλαγής και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που αντιμετωπίζουν οι χώρες.
Η ελκυστικότητα του υδρογόνου είναι ότι μπορεί να αντικαταστήσει τη χρήση ορυκτών καυσίμων στη θέρμανση και ψύξη, στις μεταφορές και στην παραγωγή ηλεκτρισμού με μόνη εκπομπή τους υδρατμούς, δηλαδή το νερό. Για αυτό τα τελευταία χρόνια, μετά την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, υπάρχει έντονη κινητικότητα από διάφορες χώρες όσον αφορά την ενεργειακή μετάβαση τους ώστε να καταστούν μακροπρόθεσμα κλιματικά ουδέτερες και έχουν συμπεριλάβει το υδρογόνο ως ένα από τα συστατικά του μελλοντικού ενεργειακού συστήματός τους
Δύο παράγοντες (ή προκλήσεις) εμποδίζουν τη χρήση του υδρογόνου (α) η ανθεκτικότητα του εξοπλισμού (έχει επιλυθεί) και (β) το κόστος παραγωγής πράσινου υδρογόνου (παραμένει εμπόδιο). Σήμερα η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν δώσει λύσεις όσον αφορά την ανθεκτικότητα του εξοπλισμού με βάση την κατασκευαστική εμπειρία που αποκτήθηκε από τις ηλιακές και αιολικές τεχνολογίες. Το πράσινο υδρογόνο ως καύσιμο είναι πλέον έτοιμο να γίνει πραγματικότητα αφού διεθνώς ο ρυθμός της έρευνας, της ανάπτυξης και των πιλοτικών έργων πράσινου υδρογόνου επιταχύνεται συνεχώς. Όμως, όσον αφορά το κόστος παραγωγής ειδικά του πράσινου υδρογόνου χρειάζεται αρκετή δουλειά αφού θα πρέπει το κόστος παραγωγής του πράσινου υδρογόνου για να είναι ανταγωνιστικό θα πρέπει να μειωθεί από τα 5 δολάρια ανά κιλό που είναι σήμερα στα περίπου 1.5 δολάρια ανά κιλό.
Στο ερώτημα για το πως η Κύπρος θα μπορούσε να καταστεί κλιματικά ουδέτερη ο Δρ. Πουλλικκάς ανέφερε ότι χρειάζεται περιφερειακή συνεργασία αφού οι ενεργειακοί πόροι της Νοτιοανατολικής Μεσογείου παρουσιάζουν ένα συνδυασμό των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτός ο συνδυασμός αποτελεί το συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής. Μέχρι την ολοκλήρωση της ενεργειακής μετάβασης τα αποθέματα φυσικού αερίου στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου μπορούν να αποτελέσουν μια μεταβατική λύση για την εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο. Παράλληλα οι χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου μαζί και η Κύπρος μπορούν να πρωτοπορήσουν στην οικονομία του υδρογόνου, να καταστούν κλιματικά ουδέτερες και παράλληλα εξαγωγικές χώρες αειφόρου ενέργειας προς την ΕΕ.
Αυτό θα μπορούσε να γίνει κατορθωτό με την κατάρτιση κοινού μακροπρόθεσμου στρατηγικού πλάνου με ορίζοντα πέραν του 2060 που θα λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων: (α) την σύνδεση των Νοτιοανατολικών χωρών της Μεσογείου με τις Ευρωπαϊκές χώρες μέσω ηλεκτρικών διασυνδέσεων, (β) την σύνδεση των Νοτιοανατολικών χωρών της Μεσογείου με τις Ευρωπαϊκές χώρες μέσω αγωγών ή/και εικονικών αγωγών φυσικού αερίου (ή/και υδρογόνου), (γ) την ένταξη αειφόρων ενεργειακών τεχνολογιών σε όλες τις χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσόγειου, (δ) τη χρήση του υδρογόνου μετά το 2030 το οποίο θα παράγεται από το φυσικό αέριο και μακροπρόθεσμα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, (ε) την εξαγωγή αειφόρου ηλεκτρισμού προς τις Ευρωπαϊκές χώρες, και (στ) την εξαγωγή υδρογόνου προς τις Ευρωπαϊκές χώρες.