Αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή μεταξύ του δολαρίου ΗΠΑ και του ευρώ θα μπορούσε να αλλάξει ολόκληρο το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ο Ντόναλντ Τραμπ διακινδυνεύει τον ρόλο του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος, αναφέρει η Deutsche Bank.
«Με τους επιθετικούς και απρόβλεπτους δασμούς του, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δεν προκαλεί μόνο ανησυχία για το παγκόσμιο εμπόριο, αλλά επηρεάζει τις μετοχές, τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ – και, ιδίως, τα νομίσματα. Με πρώτο το δολάριο που έχασε επίσης την αξία του. Όσο και αν τις τελευταίες μέρες ανέκαμψε κάπως. Πρόκειται για μια μόνιμη απώλεια εμπιστοσύνης στους αμερικανικούς θεσμούς και, ως εκ τούτου, και στο δολάριο», λένε στη Ναυτεμπορική, παράγοντες της αγοράς.
Όμως το φθηνό δολάριο δίνει σε πολλούς «φτερά» , ανάμεσά τους και στις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες, ενισχύοντας την κερδοφορία τους. «Το ισχυρό ευρώ έναντι του δολαρίου,μειώνει το κόστος καυσίμων και τις δαπάνες για εισαγωγές υλικών συντήρησης, αλλά και της μίσθωσης αεροσκαφών», τονίζουν οι ειδικοί. «Οι αεροπορικές εταιρείες με στόλους leasing,βλέπουν τις εξοικονομήσεις τους να μεγιστοποιούνται»
Νέο κεφάλαιο
Η ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες σε μια κρίσιμη στιγμή: «Την ώρα που ο μεγάλος ανταγωνισμός στον κλάδο και η εκτεταμένη οικονομική αβεβαιότητα συνεχίζουν να θολώνουν τις προοπτικές για το μέλλον, η ευρωπαϊκή αεροπορική βιομηχανία έχει βρει ανακούφιση στην ανατίμηση του κοινού νομίσματος, επιτρέποντάς της, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, να λειτουργεί πιο αποφασιστικά», εξηγούν οι ίδιες πηγές.
Το ευρώ έφτασε στο υψηλότερο επίπεδό του έναντι του δολαρίου τα τελευταία χρόνια, και διαπραγματεύεται πάνω 1,13 δολάρια.
Η αλλαγή στη συναλλαγματική ισοτιμία οδήγησε σε μείωση του κόστους των αεροπορικών καυσίμων , το οποίο αντιπροσωπεύει μεταξύ 20% και 30% των συνολικών λειτουργικών εξόδων.
Επιπλέον, οι συμβάσεις leasing και συντήρησης αεροσκαφών, οι οποίες επίσης καθορίζονται σε δολάρια, έχουν γίνει φθηνότερες .
Οι αεροπορικές εταιρείες έχουν καλύψει πλήρως το κόστος καυσίμων τους καθώς οι τιμές του πετρελαίου κινούνται πλέον πιο κοντά στα 60 δολάρια το βαρέλι.
Για παράδειγμα, η ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου αποτέλεσε ανακούφιση για την Air France-KLM , καθώς μειώνει το κόστος των καυσίμων της σε ευρώ, προσδοκώντας ότι θα κερδίσει έως και 418 εκατομμύρια ευρώ. Ανάλογα θετικές είναι οι συνέπειες του φθηνού δολαρίου για τη Lufthansa και άλλες μεγάλες αεροπορικές εταιρείες της Ευρώπης.
Μείωση του κόστους leasing
Ο αντίκτυπος της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ-δολαρίου στις συμβάσεις μίσθωσης αεροσκαφών είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τις αεροπορικές εταιρείες που βασίζονται σε leasing, δεδομένου ότι οι συμβάσεις αυτές συνήθως είναι εκφρασμένες σε δολάρια.
Αεροπορικές εταιρείες όπως η British Airways, η Lufthansa και η Air France-KLM, οι οποίες επίσης λειτουργούν σημαντικό μέρος του στόλου τους με μισθωμένη βάση, επωφελούνται από ένα περιβάλλον στο οποίο το κόστος μίσθωσης, συντήρησης και συναφών προμηθειών αεροσκαφών μειώνεται,λόγω της ανατίμησης του ευρώ.
Υπό αυτή την έννοια, η Lufthansa για παράδειγμα , με 91 μισθωμένα αεροσκάφη , επωφελείται από την αυξημένη κερδοφορία στις συμβάσεις τους καθώς το ευρωπαϊκό νόμισμα ενισχύεται. Στην περίπτωση της Air France-KLM , η μείωση του κόστους μίσθωσης είναι ακόμη πιο σημαντική, καθώς ο όμιλος έχει υποχρέωση επιστροφής για μισθωμένα αεροσκάφη, ύψους 4,572 δισεκατομμυρίων ευρώ , γεγονός που αντικατοπτρίζει την έκθεσή του ομίλου στις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Ζημιά για τις αμερικανικές εταιρείες
Οι αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες , οι οποίες ανταγωνίζονται τις ευρωπαϊκές στις υπερατλαντικές διαδρομές, δεν επωφελούνται από αυτή τη νομισματική συγκυρία. Δεν βλέπουν καμία μείωση στο λειτουργικό τους κόστος, γεγονός που τους θέτει σε λιγότερο ευνοϊκή θέση σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες.
Αυτή η διαφορά θα μπορούσε τελικά να μεταφραστεί σε μεγαλύτερη ελκυστικότητα για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες για τους επιβάτες που ταξιδεύουν από τις ΗΠΑ προς την Ευρώπη, αυξάνοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά τους.
Πηγή: Ναυτεμπορική