Σταθερό παρέμεινε το Κόστος Κινδύνου (CoR) των ευρωπαϊκών τραπεζών το πρώτο τρίμηνο του 2024, με τις περισσότερες τράπεζες να ανακοινώνουν παρόμοια επίπεδα CoR με αυτά του 2023, σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Morningstar DBRS.
Σύμφωνα με τον DBRS, το επίπεδο CoR των ευρωπαϊκών τραπεζών εξακολουθεί να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα το πρώτο τρίμηνο του 2024, με μόνο 11 τράπεζες να αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα από το 2019, κυρίως στην Ισπανία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ειδικότερα, σε έκθεση του, ο καναδικός οίκος αναφέρει πως από ένα δείγμα 31 τραπεζών, 11 τράπεζες ανακοίνωσαν υψηλότερα επίπεδα Κόστους Κινδύνου το 1ο τρίμηνο του 2024 από ό,τι το 2023, και 18 ανακοίνωσαν υψηλότερα επίπεδα από ό,τι το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Επιπλέον, 15 τράπεζες ανέφεραν επίπεδα CoR 1ου τριμήνου 2024 που ήταν πάνω από τον μέσο όρο του δείγματος.
Ο οίκος αναφέρει πως ορισμένες ευρωπαϊκές τράπεζες συνέχισαν να παρουσιάζουν σταθερή αύξηση των επιπέδων CoR το α’ τρίμηνο του 2024, ακολουθώντας την τάση που παρατηρήθηκε το οικονομικό έτος 2023, η οποία, ωστόσο, βρίσκεται κάτω από τα επίπεδα του οικονομικού έτους 2019.
Σύμφωνα με τον DBRS, ο μέσος όρος του CoR για το δείγμα των ευρωπαϊκών τραπεζών που αξιολόγησε ήταν 30 μονάδες βάσης το α’ τρίμηνο του 2024, σε σχέση με 33 μονάδες βάσης το οικονομικό έτος 2023 και 30 μονάδες βάσης το α’ τρίμηνο του 2023.
Ταυτόχρονα, ο οίκος αναφέρει πως οι τράπεζες στην Πορτογαλία παρουσίασαν την ισχυρότερη βελτίωση στα επίπεδα CoR από το οικονομικό έτος 2023, αναφέροντας μέσο CoR 17 μονάδες βάσης, από 37 το οικονομικό έτος 2023.
Σημειώνει ότι υπολόγισε το CoR με βάση τον απλό μέσο όρο των προβλέψεων για επισφάλειες ως ποσοστό του μέσου όρου των συνολικών καθαρών δανείων.
«Θεωρούμε ότι οι μειώσεις των επιτοκίων θα μπορούσαν να είναι θετικές για τους δανειολήπτες μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, δεν αναμένουμε ότι οι πρώτες μειώσεις επιτοκίων θα έχουν σημαντική θετική επίδραση στην ποιότητα του ενεργητικού άμεσα και αναμένεται ακόμη κάποια επιδείνωση μεσοπρόθεσμα», δήλωσε η Maria Rivas, Ανώτατη Αντιπρόεδρος και επικεφαλής του τομέα ευρωπαϊκών τραπεζών της DBRS.
«Οι προκλήσεις παραμένουν για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των αυξημένων γεωπολιτικών κινδύνων, ορισμένων εναπομεινάντων πληθωριστικών πιέσεων και των αδύναμων οικονομικών επιδόσεων, καθώς και των προκλήσεων στην αγορά ακινήτων, ιδίως στα εμπορικά ακίνητα», αναφέρει και προσθέτει πως «αυτό θα μπορούσε τελικά να μεταφραστεί σε υψηλότερο CoR για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, ιδίως για εκείνες που παρουσιάζουν σταθερές αυξήσεις από το οικονομικό έτος 2022».
Στην έρευνα του οίκου συμπεριλαμβάνονται τράπεζες από τις Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία, Σουηδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Δανία, Φινλανδία, Βέλγιο, Ηνωμένο Βασίλειο και Ελλάδα.
Σημειώνει πως δεν έχει συμπεριλάβει τις ελληνικές τράπεζες στο δείγμα των 32 τραπεζών, δεδομένου ότι τα επίπεδά τους είναι πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο του δείγματός.
Σε σχέση με τις ελληνικές τράπεζες, ο DBRS αναφέρει πως συνέχισαν να σημειώνουν πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των επιπέδων του CoR και προσθέτει πως το α’ τρίμηνο του 2024, ο μέσος όρος του CoR για τις τέσσερις συστημικά σημαντικές ελληνικές τράπεζες μειώθηκε στις 77 μ.β., σημαντικά μειωμένος από τις 131 μ.β. το 2023 και τις 106 μ.β. το α’ τρίμηνο του 2023 και σημαντικά βελτιωμένος από τις 182 μ.β. το 2019.