Το Υπουργείο Εσωτερικών χαιρέτισε τη ψήφιση της πρότασης νόμου από την Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων, με την οποία τροποποιούνται οι περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμοι, σημειώνοντας ότι η εξέλιξη αυτή δίνει λύση για την απεμπλοκή από το αδιέξοδο 9.497 περιπτώσεων εγκλωβισμένων αγοραστών.
Όπως υπογράμμισε το Υπουργείο σε ανακοίνωση του, οι αιτήσεις αυτών των αγοραστών είχαν παραμείνει σε εκκρεμότητα μετά την έκδοση της απόφασης του Ιουνίου 2024, η οποία έκρινε αντισυνταγματικές πρόνοιες του νόμου που είχε ψηφιστεί το 2015.
Στο ίδιο πλαίσιο, το Υπουργείο ανέφερε ότι η βούληση για επίλυση του ζητήματος κατά τρόπο συμβατό με το Σύνταγμα και τις δικαστικές αποφάσεις υπήρξε κοινή, γεγονός που οδήγησε σε στενή συνεργασία με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών και Δημόσιας Τάξης, στο πλαίσιο της ad hoc ομάδας εργασίας που είχε συσταθεί για τον σκοπό αυτό.
Αναφερόμενο στην τροποποίηση που ενέκρινε η Ολομέλεια, το Υπουργείο επισήμανε ότι για τις περιπτώσεις με προγενέστερα εμπράγματα βάρη, απαιτείται η προσκόμιση έγγραφης συγκατάθεσης από τα πρόσωπα ή τον οργανισμό που κατέχουν το εμπράγματο βάρος. Εφόσον εξασφαλιστεί η συγκατάθεση, ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας θα μπορεί να ακυρώνει τα εν λόγω βάρη, ώστε να καταστεί δυνατή η μεταβίβαση του ακινήτου επ’ ονόματι του αγοραστή, ανεξαρτήτως άλλων επόμενων εμπράγματων βαρών.
Το Υπουργείο πρόσθεσε ότι παρέχεται επίσης δικαίωμα στον αγοραστή να προσφύγει στο Δικαστήριο, σε περίπτωση που τα πρόσωπα προς όφελος των οποίων επενεργούν τα εγγεγραμμένα εμπράγματα βάρη ή/και οι απαγορεύσεις αρνούνται καταχρηστικά και αδικαιολόγητα να δώσουν τη συγκατάθεσή τους, εφόσον το τίμημα πώλησης έχει εξοφληθεί πλήρως. Η αίτηση στο Δικαστήριο, σύμφωνα με τη ρύθμιση, αποσκοπεί στην εξασφάλιση διατάγματος που θα διαπιστώνει την καταχρηστική και αδικαιολόγητη άρνηση.
Μέσω της τροποποίησης, συνέχισε το Υπουργείο, διατηρείται η δυνατότητα μεταβίβασης και παραχώρησης τίτλου ιδιοκτησίας σε αιτήσεις όπου δεν υπάρχουν εμπράγματα βάρη ή αυτά είναι μεταγενέστερα του αγοραπωλητήριου εγγράφου.
Παράλληλα, όπως σημειώνεται, σε περιπτώσεις όπου δεν είχε εκδοθεί ξεχωριστός τίτλος ιδιοκτησίας, καθορίζεται στον νόμο προθεσμία οκτώ μηνών για την προσκόμιση των απαραίτητων πιστοποιητικών. Μετά την κατάθεσή τους, η περίοδος για την έκδοση του τίτλου, ως προϋπόθεση για την εξέταση της αίτησης, ορίζεται σε δύο έτη.
Τέλος, το Υπουργείο Εσωτερικών εξέφρασε ευχαριστίες προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών και Δημόσιας Τάξηςαπό όλες τις πολιτικές παρατάξεις, για την εποικοδομητική και υπεύθυνη στάση τους στο πλαίσιο της ad hoc ομάδας εργασίας. Ειδική αναφορά έκανε και στη Νομική Υπηρεσία για την καθοδήγηση προς το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και το ίδιο το Υπουργείο, καθώς και στον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο, τους Συνδέσμους Τραπεζών και τις Εταιρείες Εξαγοράς Πιστώσεων για την ουσιαστική συμβολή τους στη νομοθετική ρύθμιση του ζητήματος με συνταγματικό και νομικά ορθό τρόπο.
ΤΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ Η ΒΟΥΛΗ
Ομόφωνα υιοθέτησε η Ολομέλεια της Βουλής πρόταση νόμου «για αποκατάσταση της προστασίας των λεγόμενων «εγκλωβισμένων αγοραστών», δηλαδή προσώπων που έχουν αποπληρώσει το τίμημα αγοράς ενός ακινήτου, χωρίς ωστόσο να έχουν καταστεί ιδιοκτήτες λόγω ύπαρξης εμπράγματων βαρών ή απαγορεύσεων που βαραίνουν τον πωλητή.
Η ανάγκη για νέα νομοθετική ρύθμιση προέκυψε μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολιτική Έφεση 285/2018, στις 20 Ιουνίου 2024, σύμφωνα με την οποία κρίθηκαν αντισυνταγματικές συγκεκριμένες διατάξεις του ισχύοντος νόμου, καθιστώντας αδύνατη την προστασία των εγκλωβισμένων αγοραστών που είχαν αγοράσει ακίνητο πριν την έναρξη της ισχύος των σχετικών προβλέψεων.
Η νέα πρόταση νόμου, την οποία κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, προβλέπει έναν νέο μηχανισμό μεταβίβασης των τίτλων ιδιοκτησίας στους εγκλωβισμένους αγοραστές, σε συμμόρφωση με τις συνταγματικές επιταγές και τα ευρήματα του Ανωτάτου.
Ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία που ρυθμίζει η νομοθεσία αφορά την περίπτωση όπου οι δανειστές ή άλλα πρόσωπα που έχουν εγγράψει βάρη ή απαγορεύσεις αρνούνται «καταχρηστικά και αδικαιολόγητα» να δώσουν τη συγκατάθεσή τους για μεταβίβαση, παρά την πλήρη εξόφληση του τιμήματος από τον αγοραστή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, προβλέπεται ότι η απαιτούμενη συγκατάθεση μπορεί να υποκατασταθεί με δικαστικό διάταγμα, το οποίο θα κατατίθεται στον διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
Επίσης με το νέο νόμο ορίζεται προθεσμία 45 ημερών από την άρνηση συγκατάθεσης για την υποβολή σχετικής αίτησης στο δικαστήριο και αναστέλλεται οποιαδήποτε σχετική εκκρεμούσα διαδικασία (βάσει των Νόμων περί Πτώχευσης, Εταιρειών ή άλλων σχετικών διατάξεων) μέχρι την έκδοση του διατάγματος, εφόσον κατατεθεί σχετική αίτηση στο Κτηματολόγιο.
Επίσης δίνεται εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο να εκδώσει Διαδικαστικό Κανονισμό για την αποτελεσματική εφαρμογή της νέας νομοθεσίας και ροβλέπεται ρητά η δυνατότητα απόδειξης εξόφλησης μέσω εγγράφου απαλλαγής από αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ή διαχειριστή πιστωτικών διευκολύνσεων.
Στο πλαίσιο της συζήτησης στην Ολομέλεια, οι τοποθετήσεις των βουλευτών ανέδειξαν την κοινωνική διάσταση της νέας νομοθεσίας και την ανάγκη για συνέχιση της προσπάθειας επίλυσης του προβλήματος.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ Φωτεινή Τσιρίδου ανέφερε πως η ψήφιση της πρότασης αποτελεί το επιστέγασμα μιας μακράς και επίμονης προσπάθειας, με στόχο την άρση μιας κατάφωρης αδικίας εις βάρος χιλιάδων συμπολιτών μας. Τόνισε ότι οι εγκλωβισμένοι αγοραστές κινδυνεύουν να χάσουν τη στέγη τους εξαιτίας οφειλών των πωλητών και όχι δικής τους υπαιτιότητας, παρά το γεγονός ότι έχουν εξοφλήσει ή συνεχίζουν να εξοφλούν κανονικά τα δάνειά τους. «Είναι καθήκον μας να νομοθετούμε όταν το δίκαιο των πολιτών που αντιπροσωπεύουμε καταπατείται», ανέφερε, προσθέτοντας πως η πολιτεία οφείλει να παρέμβει ώστε να διασφαλίσει τη δυνατότητα απόκτησης τίτλου ιδιοκτησίας. Παράλληλα, επεσήμανε ότι απομένει να αντιμετωπιστεί και η δεύτερη κατηγορία αγοραστών που, λόγω πολεοδομικών παραβάσεων, εξακολουθούν να στερούνται τίτλου.
Από την πλευρά του, ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού υπενθύμισε ότι κάποιοι είχαν προειδοποιήσει εγκαίρως για τις στρεβλώσεις που θα προκαλούσε το καθεστώς μεταβίβασης ακινήτων, με αποτέλεσμα να εγκλωβιστούν χιλιάδες πολίτες και αλλοδαποί. Ανέφερε ότι η προηγούμενη νομοθεσία λειτούργησε αποτελεσματικά για δέκα χρόνια μέχρι που κρίθηκε αντισυνταγματική το 2024. Παρότι, όπως είπε, η νέα πρόταση δεν είναι τέλεια, διασφαλίζει τουλάχιστον 3.000 δικαιούχους. Τόνισε όμως ότι η προσπάθεια δεν τελειώνει εδώ και κάλεσε το Υπουργείο Εσωτερικών να συνεργαστεί για την επίλυση και της δεύτερης κατηγορίας εγκλωβισμένων. Απηύθυνε επίσης έκκληση προς τις τράπεζες και τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων να επιδείξουν την αναγκαία ανοχή και συνεργασία για να δικαιωθούν όσοι επλήγησαν από το φαινόμενο.
Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ Μαρίνος Μουσιούττας χαρακτήρισε την πρόταση νόμου ως προϊόν στενής συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Εσωτερικών και της Βουλής, τονίζοντας ότι επιδιώκει να δώσει λύση σε ένα «διαχρονικό, σύνθετο και ευαίσθητο κοινωνικό πρόβλημα». Όπως ανέφερε, η ρύθμιση σέβεται πλήρως το Σύνταγμα και τις αρχές του κράτους δικαίου και δημιουργεί έναν νέο συνταγματικό μηχανισμό για την πρώτη κατηγορία εγκλωβισμένων αγοραστών. Παρέπεμψε και στη θέση του ίδιου του Υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος χαρακτήρισε τη λύση ως «τη βέλτιστη δυνατή», σημειώνοντας ότι η συνεργασία των θεσμών μπορεί να δώσει απαντήσεις σε χρόνια προβλήματα. Παράλληλα, απηύθυνε έκκληση προς την εκτελεστική εξουσία να αναλάβει δράση και για τη δεύτερη κατηγορία αγοραστών, εκείνων που λόγω πολεοδομικών παραβάσεων εκ μέρους των πωλητών δεν μπορούν να αποκτήσουν τίτλο ιδιοκτησίας.
Ο Βουλευτής του ΕΛΑΜ Σωτήρης Ιωάννου, αναφερόμενος στο ιστορικό της υπόθεσης, επεσήμανε ότι οι επιστολές εκποιήσεων που εστάλησαν το τελευταίο διάστημα προς εγκλωβισμένους αγοραστές ήταν αποτέλεσμα της αθέτησης της δημόσιας δέσμευσης από τα τραπεζικά ιδρύματα να μην προσβάλουν συνταγματικά το νόμο που είχε ψηφίσει η Βoυλή. Όπως είπε, υπάρχει μια αποθράσυνση που είχε τις ρίζες της σε άλλες νομοθεσίες που ψήφισε η Βουλή. Αναγνώρισε ότι η παρούσα πρόταση δεν αποτελεί την τέλεια λύση, αλλά «έρχεται να καλύψει αριθμό συμπολιτών μας που έμειναν εκτεθειμένοι». Εξέφρασε την ελπίδα ότι με τις κατάλληλες τροποποιήσεις θα καλυφθούν και όσοι παραμένουν χωρίς λύση, τονίζοντας με έμφαση πως «δεν πρέπει να προχωρήσουν εκποιήσεις κατοικιών εγκλωβισμένων αγοραστών» και καλώντας όλους τους εμπλεκομένους να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους.
Ο Πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων Σταύρος Παπαδούρης στάθηκε στη δέσμευση που είχαν δώσει οι πιστωτές να μην προχωρήσουν σε ένσταση κατά της προηγούμενης νομοθεσίας, η οποία τελικά αθετήθηκε, οδηγώντας την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου. Χαιρέτισε τη νέα προσπάθεια και τη συνεργασία Βουλής και Υπουργείου Εσωτερικών, σημειώνοντας ότι, παρότι δεν καλύπτονται όλες οι περιπτώσεις και σε κάποιες δεν είναι δυνατή η έκδοση τίτλου, «υπό τις περιστάσεις γίνεται αυτό που πρέπει να γίνει». Κατήγγειλε ότι εντοπίστηκαν πλειστηριασμοί παρά τις διαβεβαιώσεις ότι δεν θα προχωρούσαν τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων και απηύθυνε έκκληση προς τους μελλοντικούς αγοραστές να τηρούν τις υποχρεώσεις τους και να καταθέτουν το πωλητήριο έγγραφο στο Κτηματολόγιο για να διασφαλίζουν τα δικαιώματά τους.
Ο Βουλευτής της ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος χαρακτήρισε την πρόταση νόμου βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο σημείωσε ότι δεν καλύπτει το σύνολο των εγκλωβισμένων αγοραστών. Όπως ανέφερε, «αφού δεν υπάρχει πρόθεση από άλλους θεσμούς να καλύψουν αυτούς, το Κοινοβούλιο οφείλει να λάβει πρωτοβουλία με ό,τι αυτό συνεπάγεται». Ζήτησε όπως θεσπιστεί ότι όποιος έχει αποπληρώσει να μπορεί να λάβει τίτλο και κάλεσε όλους τους βουλευτές σε αγαστή συνεργασία, ώστε να κατατεθούν συγκεκριμένες εισηγήσεις για να λυθούν όλα τα ζητήματα, ένα προς ένα και να διασφαλιστεί το μέλλον των αγοραστών.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Ανδρέας Πασιουρτίδης υπενθύμισε ότι με τη νομοθεσία του 2015 με την οποία λυνόταν το θέμα των εγκλωβισμένων αγοραστών αλλά τελικά το 2018 υπαναχώρησαν από τη δέσμευσή τους, την πρόσβαλαν και κρίθηκε αντισυνταγματική. Σχολιάζοντας τη στάση των τραπεζών, είπε πως «όταν ένας τομέας είναι τόσο παραχαϊδεμένος από κάποιους, όπως οι τράπεζες, δεν θα διστάσει να αθετήσει και τις διαβεβαιώσεις που έδωσε ενώπιον της Βουλής» και προειδοποίησε πως ίσως σε μερικά χρόνια να συζητούμε ξανα. Κατήγγειλε ότι, ενώ συζητούσαν στη Βουλή, πολίτες λάμβαναν ειδοποιήσεις εκποίησης και κάλεσε τις τράπεζες να μην επανέλθουν με «νομικίστικες εξυπνάδες» για να αμφισβητήσουν τη νέα ρύθμιση. Τις κάλεσε να βοηθήσουν τον κόσμο να κοιμάται ήσυχος, για να μην κινδυνεύει να χάσει το σπίτι που πλήρωσε λόγω των κακών πρακτικών των τραπεζών.
Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ Πανίκος Λεωνίδου στηλίτευσε τη στάση των πιστωτών που, ενώ αρχικά είχαν συμφωνήσει να μην προσβάλουν τη νομοθεσία για τους εγκλωβισμένους αγοραστές, τελικά το έπραξαν. Τους κάλεσε να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά την ανάγνωση του κειμένου που θα ψηφίσουν, εκφράζοντας την ελπίδα ότι δεν θα υπάρξει νέα προσφυγή. Επισήμανε ότι με τη νέα νομοθεσία ίσως για πρώτη φορά ενισχύεται η αγοραστική δύναμη του μεσαίου απλού πολίτη, ανθρώπων που επένδυσαν τους κόπους μιας ζωής και κινδύνεψαν να χάσουν την περιουσία τους λόγω ενός συστήματος που επέτρεπε στους εργολάβους να θέτουν τα δικά τους συμφέροντα πάνω από τα δικαιώματα των καλόπιστων αγοραστών. Αν και δεν επιλύονται όλες οι περιπτώσεις, εκτίμησε ότι αποκαθίστανται γύρω στις 5.000 περιπτώσεις που σχετίζονται με εμπράγματα βάρη, ενώ αντίστοιχος αριθμός αφορά περιπτώσεις πολεοδομικών παραβιάσεων. Τόνισε ότι το Κοινοβούλιο μπορεί, όταν θέλει, να παρεμβαίνει για την προστασία των αδυνάτων και υποσχέθηκε ότι ο αγώνας θα συνεχιστεί για να αντιμετωπιστούν και τα πολεοδομικά ζητήματα.
Από την πλευρά του, ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Ονούφριος Κουλλάς εξήρε το γεγονός ότι όλοι οι βουλευτές στάθηκαν ανάχωμα σε μια αδικία, προς τιμήν τους. Υπογράμμισε πως είναι αδιανόητο να χάνει την περιουσία του ένας καλόπιστος και συνεπής δανειολήπτης εξαιτίας των σφαλμάτων άλλων. Υπενθύμισε ότι ο ΔΗΣΥ είχε καταδικάσει εξαρχής την απόφαση του δικαστηρίου και αναζήτησε λύση. Κάλεσε τις τράπεζες και τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων «να τιμήσουν όσα συμφώνησαν», ενώ ανέφερε πως έχει ήδη ζητήσει και έλαβε από τη Γραμματεία της Βουλής τη γραπτή τους δέσμευση που είχαν δώσει στο παρελθόν ότι θα συνεργαστούν για το θέμα. Σημείωσε, επίσης, ότι και με την προηγούμενη νομοθεσία εξασφαλίστηκε η έκδοση τίτλων ιδιοκτησίας για χιλιάδες πολίτες και ζήτησε να βρεθούν λύσεις και για τα προβλήματα που απορρέουν από πολεοδομικές παρατυπίες.