Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Εcofin), συμφώνησαν το νέο έτος να αρχίσουν να επιβάλλονται τελωνειακοί δασμοί και στα δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ.
Πρόκειται για μία προσωρινή λύση μέχρι τα τεθεί σε πλήρη λειτουργία ο κόμβος δεδομένων τελωνείων το 2028.
«Αυτό ανταποκρίνεται στον αυξανόμενο όγκο εμπορευμάτων που πωλούνται διαδικτυακά και αποστέλλονται απευθείας σε πελάτες στην Ε.Ε. από τρίτες χώρες, ιδίως την Κίνα. Η επιβολή τελωνειακών δασμών σε τέτοιες αποστολές αποτελεί σημαντικό βήμα προς την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και την περαιτέρω ενίσχυση της Τελωνειακής μας Ένωσης» δήλωσε ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομίας και Παραγωγικότητας Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Οι λεπτομέρειες γύρω από τον τρόπο εφαρμογής θα καθοριστούν εντός των επόμενων εβδομάδων. Βασικός στόχος είναι να αντιμετωπιστεί η «μαζική» εισροή μικρών δεμάτων, κυρίως από την Κίνα, τα οποία προς το παρόν δεν υπόκεινται σε τελωνειακούς δασμούς κατά την είσοδό τους στην Ε.Ε., ένα φαινόμενο που οδηγεί σε αθέμιτο ανταγωνισμό για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ενώ εγείρει και περιβαλλοντικές ανησυχίες.
Ως μακροπρόθεσμο μέτρο, οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. συμφώνησαν να καταργήσουν τον κανόνα που επιτρέπει την εισαγωγή αγαθών αξίας κάτω των 150 ευρώ χωρίς την καταβολή τελωνειακών δασμών. Με την αλλαγή αυτή, οι σχετικοί δασμοί θα εφαρμόζονται σε όλα τα αγαθά που εισέρχονται στην Ε.Ε. από το 1 ευρώ, ευθυγραμμίζοντας το σύστημα με τους ισχύοντες κανόνες για τον ΦΠΑ στις εισαγωγές αγαθών.
Ο νέος κανόνας θα τεθεί σε ισχύ όταν τεθεί σε λειτουργία ο “Κόμβος Δεδομένων Τελωνείων της Ε.Ε.” (EU Customs Data Hub) — η προτεινόμενη κεντρική πλατφόρμα της Ε.Ε. για την επικοινωνία με τις τελωνειακές αρχές και την ενίσχυση των ελέγχων, κάτι που αναμένεται το 2028.
Η λειτουργία του κόμβου, θα επιτρέπει τον υπολογισμό και την κοινοποίηση των τελωνειακών οφειλών ανά αντικείμενο, θα δώσει τη δυνατότητα στις τελωνειακές αρχές των κρατών-μελών να εφαρμόζουν πλήρως το τελωνειακό καθεστώς και στα μικρά δέματα που εισέρχονται στην Ένωση.
Οι λόγοι αλλαγής πολιτικής
Βασικές αιτίες για την αλλαγή στον τρόπο «φορολογικής» αντιμετώπισης αυτή της συγκεκριμένης κατηγορίας δεμάτων είναι:
Αθέμιτος ανταγωνισμός: Οι ευρωπαίοι πωλητές πληρώνουν τελωνειακούς δασμούς, ενώ πολλοί εκτός Ε.Ε. αποφεύγουν να το κάνουν για φθηνά δέματα.
Υποτιμολόγηση: Εκτιμάται ότι έως και 65 % των μικρών δεμάτων δηλώνονται με χαμηλότερη αξία ώστε να αποφύγουν τους δασμούς.
Περιβαλλοντικός αντίκτυπος: Οι επιχειρήσεις εκτός Ε.Ε. συχνά χωρίζουν αποστολές σε πολλά μικρά πακέτα για να μείνουν κάτω από το όριο, αυξάνοντας τα απόβλητα και τις εκπομπές.
Ανισορροπία στην αγορά: Το 91% των ηλεκτρονικών αποστολών στην Ε.Ε., αξίας κάτω των 150 ευρώ, προήλθε από την Κίνα το 2024.
Υπενθυμίζεται ότι ήδη οι ΗΠΑ από τον περασμένο Μάιο προχώρησε στην κατάργηση του κανόνα de minimis δηλαδή απαλλαγή από δασμούς και φόρους για εισαγωγές προϊόντων από Κίνα και Χονγκ Κονγκ αξίας κάτω των 800 ευρώ.
Η εικόνα στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, με βασικούς αγοραστές κυρίως τους νέους, ο εκτιμώμενος τζίρος βάσει των εισερχόμενων μικροδεμάτων με μέση αξία 25 ευρώ εκτιμάται ότι έφτασε στα 627 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος. Αυτό σημαίνει ότι οι πλατφόρμες καταλαμβάνουν το 20,9% της ελληνικής αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου που εκτιμάται στα 3 δις. ευρώ. Ουσιαστικά, 1 στα 5 ευρώ του ηλεκτρονικού λιανεμπορίου πηγαίνει στην Κίνα.,
Η Ελλάδα την περίοδο 2023-2024 βρέθηκε μεταξύ των κορυφαίων αγορών για την TEMU και τη SHEIN. Σύμφωνα με τα στοιχεία των εκθέσεων διαφάνειας που υποχρεούνται να καταρτίζουν και να δημοσιεύουν οι δύο πλατφόρμες, ο μέσος όρος μηνιαίων χρηστών, το πρώτο εξάμηνο του 2025, έφθασε στα 2,7 εκατ. σε κάθε μία από αυτές, από 2,1 εκατ. στην TEMU και 2,56 εκατ. στη Shein το αντίστοιχο διάστημα του 2024.
Η εκτιμώμενη δημοσιονομική απώλεια δηλαδή το ανείσπρακτο δημόσιο έσοδο από μη επιβληθέντες τελωνειακούς δασμούς στις αποστολές των πλατφορμών TEMU και SHEIN, λόγω του ισχύοντος καθεστώτος απαλλαγής (de minimis) υπολογίζεται σε 200 εκατ. ευρώ.
Η ενδεχόμενη μεταβίβαση δεδομένων σε τρίτες χώρες (πχ Κίνα) από τις πλατφόρμες, χωρίς επαρκείς εγγυήσεις ασφαλείας, εγείρει αυξημένη ανησυχία αναφορικά με το εάν τα δεδομένα χρησιμοποιούνται για προσαρμοσμένη τιμολόγηση, profiling ή ακόμη και μεταπώληση σε τρίτους διαφημιστές, γεγονός που θα δημιουργούσε σοβαρές απειλές για τα δικαιώματα ιδιωτικότητας των πολιτών της Ε.Ε.
Πηγή: Ναυτεμπορική, Ραλλού Αλεξοπούλου • [email protected]



