Ποσό μεγαλύτερο των 5,3 ή ακόμα και των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ (με αναγωγή σε παρούσα αξία από ~ 2,8 δις έως και ~4,4 δις € – και ως μέση τιμή 3,6 δις €) στα κύρια έργα εναλλακτικά υποδομής, θα κληθούν να πληρώσουν επιπρόσθετα και αχρείαστα οι Κύπριοι καταναλωτές, αν τελικά “ναυαγήσει” το υποθαλάσσιο καλώδιο Κρήτης – Κύπρου το οποίο θα συνδέσει ενεργειακά την Μεγαλόνησο με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η επιβάρυνση θα προκύψει από το δυσθεώρητο κόστος που θα αναγκαστούν να καταβάλουν οι πολίτες για μπαταρίες αποθήκευσης ενέργειας έως το 2040 (με τις αναγκαίες αντικαταστάσεις τους μέχρι τα πρώτα 25 από τα τουλάχιστον 35 χρόνια λειτουργίας της διασύνδεσης, λόγω περιορισμένου χρόνου ζωής τους έναντι της διασύνδεσης).
Οι αριθμοί σκιαγραφούν καθαρά το τεράστιο όφελος που θα αποφέρει η ηλεκτρική διασύνδεση στην Κύπρο, στη μοναδική μη διασυνδεδεμένη χώρα της ΕΕ:
– Το κόστος του καλωδίου προσεγγίζει το 1,94 δις ευρώ. Η Ευρώπη, αντιλαμβανόμενη τη σημασία του έργου, συνεισφέρει 657 εκ. ευρώ. To εναπομείναν ποσό θα καλυφθεί από ιδιωτικές επενδύσεις και τραπεζικό δανεισμό και εν τέλει από τους Κύπριους και Έλληνες καταναλωτές, μέσω της διασυνοριακής κατανομής κόστους (Cross Border Cost Allocation -CBCA) η οποία προβλέπει 63% για τους Κύπριους και 37% για τους Έλληνες. Υπολογίζοντας με ακρίβεια τα ποσά, οι Κύπριοι καταναλωτές θα επιβαρυνθούν συνολικά με περίπου 800 εκ. ευρώ, χρήματα που θα αποσβέσουν στο πολλαπλάσιο από τη λειτουργία του καλωδίου και θα απολαύσουν τις μειωμένες, κατά τουλάχιστον 30% στον τελικό λογαριασμό, τιμές ηλεκτρισμού, από την πρώτη κιόλας μέρας λειτουργία του.
Στη φάση της κατασκευής του έργου, η έξτρα χρέωση στους λογαριασμούς ρεύματος θα φτάσει μόλις τα 0,6 σεντς ανά κιλοβατώρα, δηλαδή περίπου 25 ευρώ ετησίως για ένα μέσο νοικοκυριό. Η μέση Κυπριακή οικογένεια θα επιβαρυνθεί αθροιστικά με 150 ευρώ έως το 2030, όταν το καλώδιο θα μειώσει τον λογαριασμό ηλεκτροδότησης έως και 400 ευρώ από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του.
Στην περίπτωση που η Κύπρος επιλέξει να συνεχίσει την απομονωμένη ενεργειακή της πορεία, η επιβάρυνση για τους καταναλωτές θα είναι δυσβάσταχτη. Η επιβεβλημένη, από την Ευρώπη, αλλαγή στο ενεργειακό μείγμα του νησιού και η ανάγκη για μετάβαση στην “πράσινη ενέργεια, σημαίνει ότι η Κύπρος θα επωμιστεί εξ ολοκλήρου το κόστος της προμήθειας και εγκατάστασης μπαταριών που θα χρειαστούν τουλάχιστον έως το 2040 για την αποθήκευση ενέργειας (με τις αναγκαίες αντικαταστάσεις των μπαταριών που θα απαιτηθούν).
Σε αυτήν την περίπτωση, αντί για ~800 εκ. ευρώ, οι πολίτες θα κληθούν να καταβάλουν 4,5 ή ακόμα και 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ (τα οποία σε παρούσα αξία ανέρχονται αντίστοιχα από ~2,8 έως και ~4 δις €), χωρίς καμία συνεισφορά από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή διαμοίραση του κόστους με κάποια γειτονική χώρα όπως είναι η Ελλάδα. Και αυτό, δίχως εν τέλει να καθίσταται εφικτό το πλήρες “πρασίνισμα” της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται στη Μεγαλόνησο, αφού οι μελέτες δείχνουν ότι η επίτευξή ποσοστών πέραν ακόμα και του 80% διείσδυσης ΑΠΕ θεωρείται εξαιρετικά δύσκολη ή και πρακτικώς αδύνατη, λόγω του δυσθεώρητου κόστους υποδομών (μπαταριών που απαιτούνται σε συνδυασμό με τη μεγάλη ισχύ ΑΠΕ και τις αναγκαίες μεγάλες περικοπές που θα συνοδεύουν την παραγωγή τους).
Επιπλέον, η λύση των μπαταριών είναι ασύμφορη για πολλούς ακόμη λόγους. Αφ’ ενός το λειτουργικό κόστος τους είναι πολύ μεγαλύτερο του αντίστοιχου λειτουργικού κόστους της διασύνδεσης (OPEX), και συγκεκριμένα, το λειτουργικό κόστος μπαταριών κυμαίνεται για όλη την περίοδο μελέτης από 1,8 δις ευρώ έως και 2,5 δις ευρώ (και με αναγωγή σε παρούσα αξία, αντίστοιχα, 0,9 δις έως και 1,3 δις €), έναντι 0,2 για τη διασύνδεση που επιβαρύνει τους Κύπριους καταναλωτές (με αναγωγή σε παρούσα αξία, 0,15 δις €).
Αφ’ ετέρου , όπως αναφέρθηκε, στην περίπτωση της απομονωμένης ανάπτυξης-αποθήκευσης με μπαταρίες, η επιβάρυνση για τον καταναλωτή εκτοξεύεται όσο η διείσδυση ΑΠΕ αυξάνεται άνω του 80% (π.χ. 85% ή 90%) . Πρακτικά , δια αυτής της οδού, δεν μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος της “πράσινης” ηλεκτρικής ενέργειας.
Ζυγίζοντας τις διαθέσιμες επιλογές είναι σαφές ότι η ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με την Ευρώπη, μέσω Ελλάδας, είναι ο μοναδικός τρόπος για να αναπτυχθούν βιώσιμα οι ΑΠΕ και να επιτευχθούν οι ενεργειακοί στόχοι των Βρυξελλών χωρίς να “γονατίσουν” οικονομικά τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις του νησιού.
Η Κύπρος κρατάει στα χέρια της το κλειδί της μετεξέλιξης της σε ενεργειακό κόμβο της Μεσογείου. Με το καλώδιο που προωθεί ο έμπειρος και αξιόπιστος ΑΔΜΗΕ θα μπορεί να εξάγει ενέργεια σε Ευρώπη και Ισραήλ και να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις της επόμενης ημέρας.
Το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ είναι ένα από τα μεγαλύτερα project παγκοσμίως. Η πόντιση του καλωδίου θα γίνει σε βάθος 3.000 μ, με τη βοήθεια μίας καινοτόμου τεχνολογίας σταθμών μετατροπής VSC-HVDC (Voltage Source Converters – High Voltage Direct Current).
Ο Great Sea Interconnector έχει μία τεράστια οικονομική και γεωπολιτική σημασία. Είναι μία ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.