Δρόμοι, γέφυρες, υπαίθριοι χώροι σε κατάσταση συναγερμού από την πολυκοσμία. Βραχυχρόνιες μισθώσεις να έχουν ξεφυτρώσει παντού, διώχνοντας… τους μόνιμους κατοίκους. Διαδηλώσεις στους δρόμους. Πανό και γκράφιτι, που ζητούν από τους τουρίστες να πάνε σπίτι τους.
Από πέρυσι είχαν αρχίσει οι αντιδράσεις. Αλλά το 2024 ήταν αναμφίβολα η χρονιά που ο τουρισμός βρέθηκε στο στόχαστρο. Εκεί που άλλοτε συζητούσαμε με ικανοποίηση (και προσδοκούσαμε με ανυπομονησία) τα ρεκόρ του, πλέον αυτά έφτασαν να εκλαμβάνονται ως απειλή. Οι συνθήκες έγιναν ανυπόφορες και οι τοπικές κοινότητες είπαν «αρκετά». Στη Βαρκελώνη, στη Ρώμη, στη Σαντορίνη, σε περιοχές από την Ιαπωνία έως και τη Βραζιλία.
Από φόρους έως … εμπόδια στη θέα
Η Βενετία έδωσε πρώτη το παράδειγμα μίας λύσης. Άρχισε να χρεώνει στους ημερήσιους ταξιδιώτες ένα τέλος εισόδου.
Κάτι αντίστοιχο εφαρμόζει και η Νέα Ζηλανδία, η οποία μάλιστα μόλις αποφάσισε να τριπλασιάσει τον σχετικό φόρο.
Για να επισκεφτεί κανείς τις λίμνες, τα βουνά της, τους αμπελώνες και κάθε τουριστικό προορισμό θα πληρώνει τον Φόρο Διεθνών Επισκεπτών, που από τα 35 δολάρια Νέας Ζηλανδίας, θα ανέβει στα 100 δολάρια Νέας Ζηλανδίας από την 1η Οκτωβρίου. «Ο διεθνής τουρισμός δεν έχει μόνο οφέλη, αλλά και κόστος για τις τοπικές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης της πρόσθετης πίεσης σε περιφερειακές υποδομές», εξήγησε ο Ματ Ντόσεϊ, υπουργός Φιλοξενίας και Τουρισμού της Νέας Ζηλανδίας.
Άλλοι καταφεύγουν σε πιο δραστικές λύσεις. Μία ιαπωνική πόλη όρθωσε τον Μάιο εμπόδια που έκρυβαν τη θέα στο όρος Φούτζι (και τα αφαίρεσε τελικά τον Αύγουστο).
Το Μπαλί εισήγαγε φόρο εισόδου τουριστών για ξένους επισκέπτες τον Φεβρουάριο. Και τα εθνικά πάρκα των ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει σύστημα προκρατήσεων και αυστηρούς ελέγχους, αφού δεν αντέχουν πια άλλους επισκέπτες.
Τι απογείωσε τα ταξίδια
Τι πήγε λοιπόν τόσο στραβά με τον τουρισμό; «Η τουριστική βιομηχανία ξέχασε το πιο πολύτιμο αγαθό της: την καλή θέληση των ντόπιων. Το οικοδόμημα καταρρέει χωρίς αυτό. το παιχνίδι έχει χαθεί σε πολλά μέρη και θα είναι δύσκολο να ξανακερδηθεί», λέει στο CNN ο Τζάστιν Φράνσις, ιδρυτής του tour operator, Responsible Travel.
Ο Φράνσις εξηγεί πως υπάρχουν μία σειρά από παράγοντες, που απογείωσαν τα ταξίδια. Η ανάπτυξη των αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους, η δραστική αύξηση των ενοικιαζόμενων καταλυμάτων για τουρίστες, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που καθιστούν viral κάποιους προορισμούς, το γεγονός ότι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να αντέξουν οικονομικά το να ταξιδέψουν.
Αυτή η εκρηκτική αύξηση των ταξιδιωτών μας έκανε και να δούμε καθαρά πως ο τουρισμός είναι μία επιθετική βιομηχανία, όπως και οι περισσότερες άλλες, και κατά συνέπεια χρειάζεται ρύθμιση και έλεγχο.
Η ανάδειξη ενός άγνωστου τόπου σε άκρως δημοφιλή προορισμό
Ο Νόελ Ιωσηφίδης, ο οποίος στέλνει πελάτες από τη Βόρεια Ευρώπη στην ηλιόλουστη Μεσόγειο από το 1970, συμφωνεί. Μεγάλο μέρος της δουλειάς του περιελάμβανε τον εντοπισμό νέων τοποθεσιών που γνωρίζει ότι θα λατρέψει το κοινό. Η εταιρεία ήταν η πρώτη που προώθησε τουριστικά πακέτα για τη Σκιάθο και τη Λήμνο τη δεκαετία του 1980.
Η «δημιουργία» ενός προορισμού είναι σχετικά απλή, λέει. Οι τουριστικοί πράκτορες το αναζητούν, οι ντόπιοι επενδύουν σε υποδομές διακοπών – που συχνά υποστηρίζονται οικονομικά από τους τουριστικούς πράκτορες – και οι μικροί τουριστικοί πράκτορες το προσθέτουν στα βιβλία τους.
Εάν ο προορισμός γίνει δημοφιλής, μπαίνουν στο παιχνίδι οι μεγαλύτεροι τουριστικοί πράκτορες. Και αν κάποιος αποφασίσει να βάλει αεροσκάφος για αυτόν τον προορισμό, οι άλλοι ακολουθούν γρήγορα το παράδειγμά τους. «Ξαφνικά πηγαίνεις από μια πτήση την ημέρα σε τέσσερις ή πέντε», εξηγεί.
Έτσι όμως ο τουρισμός αλλάζει σε αυτόν τον προορισμό. Οι τουριστικοί πράκτορες πρέπει να γεμίσουν τα αεροπλάνα τους και με περισσότερες πτήσεις, πρέπει να επεκτείνουν την αγορά. Αυτό που μπορεί να ξεκίνησε ως προορισμός υψηλής ποιότητας για λίγους και καλούς, ξαφνικά γίνεται χώρος μαζικής τουριστικής αγοράς.
Και πώς αλλάζει το πρόσωπο του τουρισμού
«Συμβαίνει μέσα σε μερικά χρόνια και σχεδόν δεν το προσέχεις – αλλά ξαφνικά έχεις την τοπική τουριστική βιομηχανία να παραπονιέται ότι κανείς δεν τρώει στα εστιατόρια, ή ότι τρώνε ένα πιάτο και όχι δύο ή δεν κάνουν εκδρομές, γιατί οι νέοι άνθρωποι μπορούν να αντέξουν οικονομικά την τιμή του πακέτου [αλλά τίποτα άλλο]. Άρα έχεις μια αντίδραση τοπικά», τονίζει ο Ιωσηφίδης. που είναι πρώην πρόεδρος της ABTA (Association of British Travel Agents), της AITO (Association of Independent Tour Operators) και του Travel Foundation, της φιλανθρωπικής οργάνωσης για τη βιωσιμότητα του κλάδου.
Ο Ιωσηφίδης πιστεύει ότι η ταξιδιωτική βιομηχανία στο σύνολό της είναι επί του παρόντος «εκτός ελέγχου» και «ένας αγώνας προς τον πάτο» – κάτι που αλλάζει το πώς νιώθουν οι ντόπιοι για τους επισκέπτες. «Δεν νομίζω ότι οι άνθρωποι είναι κατά του τουρισμού, αλλά αρχίζουν να καταλαβαίνουν τελικά ότι πρέπει να ελεγχθεί», σχολιάζει.
Αναφέρει ως παράδειγμα τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, τα οποία είναι «πλέον διαβόητα υπερκορεσμένα». Νωρίτερα αυτό το μήνα, ένας τουριστικός πράκτορας της Σαντορίνης είπε στο CNN ότι το νησί είναι «άδειο» και ότι αυτό το καλοκαίρι ήταν το χειρότερο, καθώς οι άνθρωποι αποθαρρύνθηκαν από τις εικόνες με πλήθη να συνωστίζονται.
«Μόλις γεμίσεις τη χρυσή χήνα, ξεκινάς ένα καθοδικό σπιράλ», λέει ο Ιωσήφιδης. «Είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψεις εκεί που ήσουν πριν. Δεν μπορείς να περιμένεις από τους προορισμούς να γνωρίζουν τι θα συμβεί σε 10 χρόνια – δεν ξέρουν ότι το όλο θέμα μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχο. Το φταίξιμο είναι περισσότερο στην ταξιδιωτική βιομηχανία που ξέρει τι πρόκειται να συμβεί», καταλήγει.
Πηγή: Ναυτεμπορική