Μέσα στο 2025 δεν αποκλείεται να δούμε το πολύτιμο μέταλλο να εκτινάσσεται – έστω και προσωρινά πάνω και από τα 3.000 δολάρια η ουγγιά – επίπεδα που θα φάνταζαν μη ρεαλιστικά έως και πριν από κάποια χρόνια.

Από τα απλά νοικοκυριά έως και τους μεγαλοεπενδυτές και από ασφαλιστικά ταμεία έως και κεντρικές τράπεζες, κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί στη γοητεία του. Ο κόσμος έχει εισέλθει σε μία νέα «χρυσή εποχή».

Επένδυση των…φοβισμένων;

Οι επαγγελματίες επενδυτές συχνά περιφρονούν τα πολύτιμα μέταλλα. Και έχουν καλό λόγο. Ο χρυσός δεν παράγει εισόδημα. Ο Γουόρεν Μπάφετ ένας τέτοιος επενδυτής, λέει ότι τα στοιχήματα σε χρυσό γίνονται από εκείνους που φοβούνται άλλα περιουσιακά στοιχεία και πιστεύουν ότι οι τάξεις των φοβισμένων θα επεκταθούν.

Μεταξύ των Αμερικανών θεσμικών επενδυτών που διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων, μόνο το ένα τέταρτο αναφέρει ότι επενδύει σε ETFs χρυσού, σύμφωνα με τον Economist. Πολλές φορές γίνονται πραγματικά μη ρεαλιστικές εκτιμήσεις για να δικαιολογηθεί το ράλι στον χρυσό: Μία χρεοκοπία των ΗΠΑ (κάθε φορά που υπάρχει στο Κογκρέσο η κόντρα για το ταβάνι του χρέους) είναι από τα πιο συχνά σενάρια. Τελευταία θραύση κάνει και η υποτιθέμενη κυκλοφορία ενός νομίσματος που υποστηρίζεται από χρυσό από την Κίνα και τη Ρωσία.

Ωστόσο υπάρχουν και πραγματικά δεδομένα στα οποία στηρίζεται η άνοδος της τιμής του μετάλλου. Η ανάγκη των family offices – που είναι πλέον το προτιμώμενο επενδυτικό όχημα για τους πλούσιους ιδιώτες, να έχουν ένα μέσο προστασίας, τα κάνει να επενδύουν στον χρυσό. Η αξία ενός νομίσματος μπορεί να πέσει τόσο έναντι άλλων όσο και ως προς την αγοραστική του δύναμη. Η σχετικά σταθερή προσφορά και η ιστορική δημοτικότητα του χρυσού από την άλλη ενθαρρύνουν τους επενδυτές να πιστεύουν ότι μπορεί να τους προστατεύσει σε κάθε είδους αναταραχή. Σύμφωνα με την Campden Wealth πάνω από τα 2/3 των οικογενειακών γραφείων επενδύουν σε χρυσό.

Πέρα από τον επενδυτικό χρυσό, υπάρχει και εκείνος σε φυσική μορφή. Και η ζήτηση για αυτόν καλπάζει στην Ασία. Η Κίνα και η Ινδία αποτελούν το ένα πέμπτο της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής, ωστόσο υπολογίζονται για το ήμισυ των καταναλωτικών αγορών φυσικού χρυσού. Οι Γερμανοί και οι Ελβετοί υπήκοοι είναι οι μόνοι Ευρωπαίοι με παρόμοιο ενθουσιασμό.

Στην Κίνα, εξαιτίας και της κρίσης στην αγορά κατοικίας, οι αγορές ράβδων χρυσού και νομισμάτων αυξήθηκαν κατά 44% το έτος έως τον Ιούνιο σε σύγκριση με τους προηγούμενους 12 μήνες. Καθώς η Ινδία γίνεται πλουσιότερη, περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να αγοράσουν χρυσό. Μια συνέπεια είναι ότι ο δανεισμός με χρυσό έχει απογειωθεί. Η Muthoot Finance, ένας τέτοιος δανειστής, έχει δει την τιμή της μετοχής της σχεδόν να τριπλασιάζεται τα τελευταία πέντε χρόνια.

Αλλά είναι μια άλλη κατηγορία επενδυτών – ίσως η πιο συντηρητική από όλους – που οδήγησε πραγματικά το πρόσφατο ράλι, όπως επισημαίνει ο Economist: οι διαχειριστές αποθεματικών στις κεντρικές τράπεζες. Το μερίδιο του χρυσού στα αποθεματικά των κεντρικών τραπεζών μειωνόταν εδώ και δεκαετίες, από σχεδόν 40% το 1970 σε μόλις 6% το 2008. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, εν μέσω γεωπολιτικών εντάσεων και κρίσεων το μερίδιό του ανέβηκε σταθερά, φτάνοντας στο 11% πέρυσι, το υψηλότερο σε περισσότερες από δύο δεκαετίες.

Η κομβική στιγμή και η εντυπωσιακή όρεξη των κεντρικών τραπεζών

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το επακόλουθο πάγωμα των συναλλαγματικών αποθεμάτων της, ήταν μια κομβική στιγμή. Απέδειξε στους διαχειριστές των αποθεματικών ότι εάν η χώρα τους τεθεί υπό κυρώσεις, τα αμερικανικά ομόλογα και άλλα υποτιθέμενα ασφαλή περιουσιακά στοιχεία που εκφράζονται σε δυτικά νομίσματα δεν θα ήταν χρήσιμα.

Από τις αρχές του 2022, οι νομισματικές αρχές στην Κίνα, την Τουρκία και την Ινδία έχουν αγοράσει 316, 198 και 95 τόνους χρυσού αντίστοιχα, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού. Αντί να επενδύουν σε ETF, οι κεντρικές τράπεζες συσσωρεύουν κυρίως χρυσό σε φυσική μορfή και φροντίζουν να τον έχουν κοντά τους: όπως τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία αντιμετωπίζουν την πιθανότητα κατάσχεσης, έτσι και ο χρυσός που διατηρείται στο εξωτερικό. Η βρετανική κυβέρνηση, για παράδειγμα, έχει αρνηθεί να επαναπατρίσει δεκάδες τόνους χρυσού στη Βενεζουέλα, καθώς δεν αναγνωρίζει τον Νικολάς Μαδούρο ως νόμιμο ηγέτη.

Δεν έχουν όλες οι κεντρικές τράπεζες που εξαγοράζουν χρυσό δύσκολες σχέσεις με τη Δύση. Η Νομισματική Αρχή της Σιγκαπούρης έχει συσσωρεύσει 75 τόνους από τις αρχές του 2022. Η Εθνική Τράπεζα της Πολωνίας αύξησε τα αποθέματά της κατά 167 τόνους την ίδια περίοδο ως μέρος μιας στρατηγικής διατήρησης του 20% των αποθεμάτων σε χρυσό.  Η ζήτηση των κεντρικών τραπεζών φαίνεται απίθανο να μειωθεί σύντομα. Σε έρευνα κρατικών επενδυτών που διεξήγαγε η Invesco Asset Management φέτος, καμία από τις 51 κεντρικές τράπεζες δεν περίμενε να μειώσει την έκθεσή της σε χρυσό μέσα στα επόμενα τρία χρόνια και το 37% ανέμενε να την αυξήσει.

Πηγή: Ναυτεμπορική, Νατάσα Στασινού  [email protected]