Της Έφης Τριήρη
Σίγουρα, η ΕΚΤ γνωρίζει ότι έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά της για να πείσει τις αγορές ότι μπορεί να φθάσει τον αναθεωρημένο στόχο της 2% για τον πληθωρισμό. Και, αναμφισβήτητα, η εκπλήρωση του νέου στόχου καθιστά τις αγορές ομολόγων βασικό εργαλείο της. Στη σημερινή συνεδρίαση, οι αγορές περιμένουν από την πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ να σηματοδοτήσει ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις αγορές ομολόγων και μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος (ΡΕΡΡ) στα τέλη Μαρτίου του 2022 και ότι θα δείξει μεγαλύτερη υπομονή πριν αυξήσει τα επιτόκια. Δεν είναι όμως σίγουρες πόσο ισχυρή θα είναι η νέα κατευθυντήρια πολιτική της και ποιο το ειδοποιό στοιχείο της. Συνεπώς, τα βλέμματα πέφτουν στο κανονικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (ΑΡΡ) της ΕΚΤ, που «τρέχει» αυτή τη στιγμή στα 20 δισ. ευρώ μηνιαίως – για το εάν θα μπορούσε να επεκταθεί στα 40, 60 ή ακόμη και στα 80 δισ. ευρώ αποκτώντας ταυτόχρονα μεγαλύτερη ευελιξία όταν λήξει το ΡΕΡΡ.
Ήδη, κάποιοι αναλυτές κάνουν λόγο για ακόμη 1 τρισ. ευρώ που θα μπορούσε να ριχθεί στο «οπλοστάσιό» της. Πόσο επείγον είναι αυτό; Δύσκολο να απαντηθεί προς το παρόν, όμως οι αγορές έχουν αρχίσει να κάνουν δεύτερες σκέψεις ως προς το τέλος της πανδημίας και την ανάκαμψη της οικονομίας, μετά τη νέα έξαρση που παρουσιάζει ο κορονοϊός με τις μεταλλάξεις του σε πολλά μέρη του πλανήτη.
Κάποιοι Ευρωπαίοι οικονομολόγοι βλέπουν τώρα το κανονικό πρόγραμμα APP να τετραπλασιάζεται στα 80 δισ. ευρώ τον μήνα μετά τον Μάρτιο, που σημαίνει αύξησή του κατά 720 δισ. ευρώ το 12μηνο έως τον Μάρτιο του 2023, ποσό αντίστοιχο με τις αγορές που ανακοινώθηκαν τον Μάρτιο του 2020 ως έκτακτη «απάντηση» στην κρίση της πανδημίας, καθώς και με το ένα τρίτο του συνολικού ενεργητικού που έχει αγοράσει η ΕΚΤ από το 2014 έως σήμερα. Το μέγεθος αυτό προϋποθέτει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στο 2% έως τον Μάρτιο του 2023. Σε περίπτωση που δεν συμβεί, ακόμη τρεις έως έξι μήνες επέκταση των αγορών θα μπορούσε να ανεβάσει το πρόγραμμα στο 1 τρισ. ευρώ. Το θέμα είναι πόσο εφικτός είναι ο στόχος του πληθωρισμού. Η πρόβλεψη της ΕΚΤ για το 2023 κάνει λόγο για 1,4%, ενώ ο βασικός δείκτης της Ευρωζώνης για τις μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες διαμορφώνεται μόλις πάνω από το 1,5%, μην έχοντας από το 2014 ξεπεράσει το 2%.
Τι περιμένουμε λοιπόν σήμερα; Οι διαφορές στους κόλπους του Δ.Σ. της ΕΚΤ μπορεί να αποτελέσουν ένα «φρένο», ενώ πιθανή είναι και η αναμονή έως τον Σεπτέμβριο που θα δημοσιοποιηθούν οι νέες προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα θα συζητηθούν απλά κάποιες «αναγκαίες μικροαλλαγές» στη ρητορική της ΕΚΤ ως προς την κατευθυντήρια γραμμή για τα επιτόκια και το βασικό της πλαίσιο.
ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr