Του Bobby Ghosh
Δεν είναι συνηθισμένο για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να προσπαθεί να αποφύγει τα φώτα της δημοσιότητας, πολύ λιγότερο να χάνει ευκαιρίες να “κορδωθεί” στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Ωστόσο, ο πρόεδρος της Τουρκίας κράτησε έναν ασυνήθιστα χαμηλό τόνο όταν δύο αρχηγοί κρατών της Δυτικής Αφρικής τον επισκέφθηκαν στην Κωνσταντινούπολη στις 30 Ιανουαρίου.
Η συνάντηση του Ερντογάν με τον Macky Sall της Σενεγάλης και τον Umaro Sissco Embalo της Γουινέας Μπισάου πραγματοποιήθηκε πίσω από κλειστές πόρτες. Μετά το τέλος της, δεν υπήρξε καμία ιδιαίτερα πανηγυρική εκδήλωση, πλην μερικών ανιαρών και άνευρων φωτογραφιών.
Ίσως στην απουσία του πομπώδους στοιχείου να βρίσκεται ακριβώς και η ουσία του ζητήματος. Σε τελική ανάλυση, οι σχέσεις της Τουρκίας με την υποσαχάρια Αφρική, που κάποτε έμοιαζαν ως απόδειξη της αυξανόμενης διεθνούς εμβέλειας της Άγκυρας, να έχουν ωριμάσει σε τέτοιο σημείο που οι επισκέψεις από αρχηγούς κρατών να μην απαιτούν “φανφάρες”. Υπάρχει όμως και η αρκετά μεγάλη πιθανότατα το γεγονός να κρατήθηκε σκόπιμα σε χαμηλούς τόνους επειδή ο Ερντογάν δεν είχε και πολλά να προσφέρει στους επισκέπτες του.
Η επίδραση της πανδημίας στις τουρκικές φιλοδοξίες
Παρ’ όλη τη διεύρυνση της επιρροής της Τουρκίας στην ήπειρο τα τελευταία χρόνια, η πανδημία του κορονοϊού έχει περιορίσει την ικανότητα της Άγκυρας να αξιοποιεί τις αφρικανικές της φιλοδοξίες.
Με την ίδια της την οικονομία σε κίνδυνο, δεν είναι σε θέση να παράσχει τη βοήθεια που χρειάζονται απεγνωσμένα οι χώρες της υποσαχάριας Αφρικής αυτή τη στιγμή. Το γεγονός αυτό έχει αποδυναμώσει το “μακρύ” χέρι του Ερντογάν στη Δυτική Αφρική, εκεί ακριβώς όπου η φιλονικία του με τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν έχει εντείνει τον γαλλοτουρκικό ανταγωνισμό για επιρροή.
Πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid, το “άνοιγμα” του Ερντογάν στην υποσαχάρια Αφρική αντιπροσώπευε τη μεγαλύτερη επιτυχία της εξωτερικής του πολιτικής. Από τότε που ανέλαβε την εξουσία στην Άγκυρα το 2003, η Τουρκία έχει ανοίξει 30 νέες πρεσβείες στην ήπειρο. Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει επισκεφθεί 28 χώρες.
Το εμπόριο της Τουρκίας με την υποσαχάρια Αφρική μπορεί να είναι αδύναμο σε σύγκριση με τις εμπορικές σχέσεις της με την Κίνα, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ και την Ινδία, αλλά έχει αυξηθεί κατά επτά φορές σε λιγότερο από δύο δεκαετίες, στα 10 δισεκατομμύρια δολάρια.
Κι αυτοί οι αριθμοί δεν καταγράφουν επαρκώς το πλάτος και το βάθος της παρουσίας της Τουρκίας στην περιοχή, η οποία δεν αφορά μόνον εμπορικά συμφέροντα και συμφέροντα ασφάλειας, αλλά και σημαντική “ήπια ισχύ”.
Όπλα
Η Άγκυρα καθίσταται σταδιακά ολοένα και πιο σημαντικός προμηθευτής όπλων στην ήπειρο. Διατηρεί επίσης στρατιωτικές βάσεις στη Σομαλία και το Σουδάν και παρέχει χρηματοδότηση για αντιτρομοκρατικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή του Σαχέλ. Ενώ οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες κατασκευάζουν σιδηροδρομικές γραμμές και αεροδρόμια, η Turkish Airlines πετά σε περισσότερους προορισμούς στην υποσαχάρια Αφρική σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο μη αφρικανικό αερομεταφορέα.
Η τουρκική βοήθεια και οι θρησκευτικές φιλανθρωπίες βοηθούν στην κατασκευή σχολείων, νοσοκομείων και ισλαμικών τεμενών, την ίδια ώρα οι τουρκικές σαπουνόπερες προσεγγίζουν όλο και πλατύτερο κοινό στην Αφρική. Οι τουρκικοί ποδοσφαιρικοί σύλλογοι αγοράζουν συχνά παίκτες από την περιοχή.
Μειονέκτημα
Ο κορονοϊός, όμως, έχει θέσει περιορισμούς στην επιρροή της Τουρκίας. Η Άγκυρα δεν έχει πολλά να προσφέρει σε χώρες της υποσαχάριας Αφρικής που βρίσκονται αντιμέτωπες με οικονομικούς “γκρεμούς”. Σε αντίθεση με την Κίνα, την Ινδία και τη Ρωσία, η Τουρκία δεν μπορεί να παρέχει εμβόλια κατά του Covid. Ούτε έχει τις βαθιές τσέπες της ΕΕ, των ΗΠΑ και – πάλι – της Κίνας, για να βοηθήσει αυτές τις χώρες, οι οποίες και προ κρίσης ήταν ήδη επιβαρυμένες με τεράστιο χρέος.
Καθώς οι αγωνιζόμενες κυβερνήσεις αναγκάζονται να μειώσουν τον νέο δανεισμό και να θέσουν σε προτεραιότητα τις δαπάνες για την αντιμετώπιση του παρατεταμένου υγειονομικού και οικονομικού πόνου που προκαλεί η πανδημία – δεκάδες εκατομμύρια Αφρικανοί κινδυνεύουν άλλωστε να επιστρέψουν στην απόλυτη φτώχεια – πιθανότατα θα μειώσουν ή και θα ματαιώσουν πολλά έργα υποδομής τα οποία διεκδικούσαν ή είχαν ήδη καταφέρει να “καπαρώσουν” τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες.
Αντίθετα, τα αραβικά κράτη του Κόλπου, με τα οποία η Τουρκία ανταγωνίζεται για την επιρροή στην ήπειρο και ειδικά στο Κέρας της Αφρικής, έχουν ακριβώς αυτό που χρειάζονται οι αφρικανικές χώρες οι οποίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες: χρήματα. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αναδύονται ήδη ως περιφερειακός κόμβος εμβολίων, προσφέροντας επιπλέον δυναμική στην επιρροή τους.
Σομαλία, Αιθιοπία και… Γαλλία
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία δεν διαθέτει κανένα πλεονέκτημα.
Στη Σομαλία, όπου έχει απλώσει ήδη βαθιές ρίζες, η Άγκυρα μπορεί να βασίζεται σε μια κυβέρνηση που την αντιμετωπίζει με ευγνωμοσύνη, καθώς και σε μια θετική αντιμετώπιση από τον τοπικό πληθυσμό ως βάση προκειμένου να διατηρήσει την επιρροή της. Μεγάλο μέρος του στρατού της Σομαλίας εκπαιδεύεται στη στρατιωτική βάση TURKSOM στο Μογκαντίσου, ενώ και άλλες χώρες επιζητούν την τουρκική εμπειρογνωμοσύνη, καθώς και όπλα για τις δυνάμεις ασφαλείας τους.
Η Αιθιοπία, η οποία αντιμετωπίζει την κριτική της Δύσης για τον εμφύλιο πόλεμο που έχει ξεσπάσει στη βόρεια επαρχία της, Τιγκράι, μοιάζει να επιθυμεί να εμβαθύνει τη σχέση της με την Τουρκία.
Όμως, στις γαλλόφωνες χώρες της Δυτικής Αφρικής, όπου ο Ερντογάν έχει επικεντρώσει τις πιο τολμηρές αφρικανικές φιλοδοξίες του, οι κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες πιθανότατα θα βρουν μεγαλύτερη οικονομική υποστήριξη από το Παρίσι παρά από την Άγκυρα. Η μονομαχία με τον Μακρόν θα πρέπει να περιμένει.
Προς το παρόν, η Τουρκία δεν έχει πολλά να προσφέρει στους Αφρικανούς ηγέτες πέρα από μια “ήσυχη” φωτογραφία με τον πρόεδρό της.
Πηγή: https://www.capital.gr/bloomberg-view/3530649/i-epirroi-tis-tourkias-tou-erntogan-stin-afriki-kai-o-covid