Η κυβέρνηση της Δανίας συμφώνησε να αναλάβει το πλειοψηφικό μερίδιο σε ένα τεχνητό «ενεργειακό νησί» ύψους 25 δισεκατομμυρίων λιρών, το οποίο πρόκειται να χτιστεί 80 χιλιόμετρα μακριά από την ακτή, στη μέση της Βόρειας Θάλασσας και το οποίο πρόκειται να αποτελέσει το μεγαλύτερο κατασκευαστικό έργο στην ιστορία της χώρας.
Το νησί στα δυτικά της χερσονήσου της Γιουτλάνδης θα έχει αρχικά έκταση 120.000 τετραγωνικών μέτρων – το μέγεθος των 18 γηπέδων ποδοσφαίρου – και στην πρώτη φάση του θα είναι σε θέση να παρέχει καθαρή ενέργεια σε 3 εκατομμύρια νοικοκυριά.
Θα προστατεύεται από τις καταιγίδες της Βόρειας Θάλασσας από τρεις πλευρές μέσω ενός τείχους, ενώ θα έχει και μια αποβάθρα για σκάφη εξυπηρέτησης που θα καταλαμβάνουν την τέταρτη πλευρά.
Η κυβέρνηση των Σοσιαλδημοκρατών συμφώνησε αργά την Τετάρτη (17 Φεβρουαρίου) με τα κόμματα που συνεργάζεται και με τη δεξιά αντιπολίτευση ότι το κράτος πρέπει να κατέχει μερίδιο 51% στο νησί, ενώ το υπόλοιπο ανήκει στον ιδιωτικό τομέα.
«Είναι πραγματικά μια υπέροχη στιγμή για τη Δανία και για την παγκόσμια πράσινη μετάβαση», δήλωσε ο υπουργός Κλίματος της Δανίας, Dan Jørgensen.
«Ο ενεργειακός κόμβος στη Βόρεια Θάλασσα θα είναι το μεγαλύτερο κατασκευαστικό έργο στη δανική ιστορία. Θα συμβάλει σημαντικά στην αξιοποίηση του τεράστιου δυναμικού του ευρωπαϊκού υπεράκτιου ανέμου».
Το έργο βασίζεται σε μια πολυμερή συμφωνία που επιτεύχθηκε τον Ιούνιο σχετικά με την ενεργειακή πολιτική της χώρας, στην οποία τα μέρη συμφώνησαν να κατασκευάσουν δύο κόμβους αιολικής ενέργειας, έναν τεχνητό και έναν άλλο με επίκεντρο το νησί της Βαλτικής στο Bornholm.
Οι δύο κόμβοι θα υποστηρίξουν αρχικά την παραγωγή αιολικής ενέργειας 5GW ενώ η χωρητικότητα αργότερα θα επεκταθεί στα 12GW.
Στο κείμενο της συμφωνίας, ωστόσο, τα μέρη προειδοποιούν ότι το έργο στο τεχνητό νησί της Βόρειας Θάλασσας μπορεί να είναι δύσκολο να ολοκληρωθεί πριν από το 2033, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα βοηθήσει τη Δανία να επιτύχει τον φιλόδοξο στόχο της για το 2030: να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 70% από τα επίπεδα του 1990.
Ωστόσο, το κείμενο καλεί την κυβέρνηση να συνεργαστεί με εταίρους του ιδιωτικού τομέα για να επιταχύνει τη διαδικασία, ώστε να μπορεί να συνδεθεί στο δίκτυο νωρίτερα.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να ξεκινήσει συζητήσεις με κατασκευαστές αιολικών πάρκων και άλλες εταιρείες και επενδυτές το συντομότερο δυνατό, με στόχο την ανάπτυξη ενός νομικού πλαισίου για την υποβολή προσφορών για το υπόλοιπο ποσοστό 49%.
«Αυτό είναι ένα τεράστιο έργο για τη Δανία», δήλωσε ο Jørgensen στο Guardian. «Κάνουμε ένα βήμα στην νέα εποχή της αξιοποίησης του υπεράκτιου ανέμου. Ήμασταν η πρώτη χώρα το 1991 που κατασκευάσαμε ένα υπεράκτιο αιολικό πάρκο και τώρα κάνουμε το επόμενο βήμα».
«Στα 10GW όταν ολοκληρωθεί, θα παράγει πολύ περισσότερη καθαρή ενέργεια από ό, τι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ως χώρα. Αυτό είναι μέρος μιας στρατηγικής για να βοηθήσουμε άλλες χώρες να επιτύχουν τους στόχους τους».
Ο Jørgensen είπε ότι μετά τη συμφωνία του Ιουνίου έπρεπε να αποφασιστεί και αν το κράτος θα αναλάβει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη χρηματοδότηση του έργου και εάν το σχέδιο θα συνεπαγόταν την κατασκευή ενός πραγματικού νησιού.
Ο κ. Jørgensen αποκάλεσε το κρατικό μερίδιο του 51% ως τον «τέλειο συμβιβασμό» που θα προσέλκυε ιδιωτική εμπειρία και θα το καθιστούσε «μια πολύ επικερδή επιχείρηση τόσο για τους ιδιώτες επενδυτές όσο και για το κράτος της Δανίας».
Τέλος, είπε ότι η κατασκευή του νησιού αναμένεται να ξεκινήσει το 2026. Τα επόμενα πέντε χρόνια θα χρησιμοποιηθούν για προσέλκυση συνεργατών του ιδιωτικού τομέα, για να πραγματοποιηθούν εκτιμήσεις περιβαλλοντικών επιπτώσεων στον πυθμένα της θάλασσας και για την υπογραφή συμφωνιών για τη σύνδεση των δύο ενεργειακών νησιών με το Βέλγιο, τις Κάτω Χώρες (Ολλανδία) και τη Γερμανία.
«Η οικονομική σκοπιμότητα των έργων εξαρτάται από τη σύναψη αυτών των συνδέσεων, γιατί η παραγόμενη ενέργεια θα είναι πολλή περισσότερη από όση μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε οι ίδιοι», ανέφερε ο υπουργός Κλίματος της Δανίας.
ΠΗΓΗ: euractiv.gr