9.8 C
Nicosia
Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2025 | 9:54

Συνταξιοδοτική «ωρολογιακή βόμβα» στα θεμέλια της Ευρώπης

Παγιδευμένες ανάμεσα στο δημογραφικό πρόβλημα και στην ανάγκη να συγκρατήσουν τις δημοσιονομικές δαπάνες σε συνδυασμό με την αδύναμη ανάπτυξη, οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. βλέπουν επιτακτική την ανάγκη μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού.

Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι δυσκολεύονται να διορθώσουν τα κενά στους προϋπολογισμούς τους που έχουν σχήμα… συντάξεων, λόγω πολιτικού κόστους. Με εξαίρεση την Ολλανδία, η οποία έχει ξεκινήσει μία ευρείας κλίμακας μεταρρύθμιση εγκαταλείποντας το σύστημα των εγγυημένων παροχών, με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται, οι προσπάθειες στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης έχουν κολλήσει στην πολιτική αδυναμία, στις κομματικές αντιδράσεις και στα κατακερματισμένα κοινοβούλια.

Στη Γαλλία, η νέα κυβέρνηση του Σεμπαστιάν Λεκορνί αναγκάστηκε να καθυστερήσει τα σχέδια αύξησης ενός από τα χαμηλότερα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης στην Ε.Ε., που σήμερα είναι στα 62 έτη. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες για αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης ή περιορισμό των παροχών έχουν αποτύχει ή ακόμη και αναστραφεί στη γειτονική Γερμανία, την Ισπανία και την Ιταλία, μεταξύ άλλων χωρών.

Πολιτικό κόστος

Ο λόγος είναι απλός, σημειώνει το Reuters: Με τον μέσο Ευρωπαίο ψηφοφόρο να βρίσκεται πλέον στα μέσα της δεκαετίας των 40, οι κυβερνήσεις έχουν πάρα πολλά να χάσουν αν επιβάλουν κόστος στη γηραιότερη γενιά υπέρ των νεότερων, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει απλώς την αναβολή της «ημέρας της κρίσης».

Όπου εφαρμόστηκαν μεταρρυθμίσεις συντάξεων, όπως Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιταλία και Ισπανία την τελευταία δεκαετία ή στη Σουηδία τη δεκαετία του 1990, αυτό έγινε συχνά υπό ακραία πίεση από τις χρηματοοικονομικές αγορές ή διεθνείς δανειστές.

Σε μια ένδειξη του συναισθηματικού φόρτου πίσω από τέτοιες μεταρρυθμίσεις, η τότε Ιταλίδα υπουργός Εργασίας Έλσα Φορνέρο είχε ξεσπάσει σε κλάματα, το 2011, καθώς ανέβαζε το ελάχιστο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης και καταργούσε τις ετήσιες αναπροσαρμογές των συντάξεων με βάση τον πληθωρισμό. Σήμερα, δηλώνει ότι δεν είχε άλλη επιλογή, καθώς η απότομη πτώση των ιταλικών κρατικών ομολόγων, στο πλαίσιο της ευρύτερης κρίσης χρέους, την είχε φέρει σε αδιέξοδο.

«Είναι σαν να ρωτάς έναν πυροσβέστη αν λυπάται που κατέστρεψε κάτι με το νερό που χρησιμοποίησε για να σβήσει μια φωτιά. Δεν κάναμε τη μεταρρύθμιση για να τιμωρήσουμε κανέναν, αλλά επειδή ο χρηματοπιστωτικός κόσμος, από τον οποίο εξαρτιόταν η Ιταλία, ήθελε να δει σοβαρή και άμεση μεταρρύθμιση», ανέφερε.

Ωστόσο, ακόμη και οι τότε μεταρρυθμίσεις των συντάξεων στις παραπάνω χώρες, δεν αποτελούν εγγύηση ότι θα επιβιώσουν ή τουλάχιστον θα παραμείνουν πλήρως σε ισχύ.

Η Ιταλία και η Ισπανία έχουν αναστείλει ή αποδυναμώσει τμήματα των αντίστοιχων μεταρρυθμίσεών τους, σε διαδοχικά στάδια, αφότου η κρίση πέρασε, σύμφωνα με το Reuters. Ακόμη και η Πορτογαλία και η Ελλάδα, που περιέκοψαν τις συνταξιοδοτικές παροχές με αντάλλαγμα τα προγράμματα διάσωσης την προηγούμενη δεκαετία, έκτοτε έχουν αυξήσει τις παροχές και εξετάζουν περαιτέρω αυξήσεις.

Για τον Ζοάο Σίλβα, συντάκτη μιας έκθεσης για τις συντάξεις από τη μη κερδοσκοπική οργάνωση Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Νέων, αυτό ήταν αναπόφευκτο, καθώς δεν υπήρξε ευρεία συναίνεση για μια πολιτική και οικονομική φόρμουλα.

Η δυναμική των μεταρρυθμίσεων έχει επίσης εξασθενήσει στη Γερμανία, την Ιρλανδία και τη Βρετανία, η οποία δεν έχει τολμήσει να αγγίξει τη γενναιοδωρία του μηχανισμού υπολογισμού των αυξήσεων των συντάξεων.

Οι χώρες που κινήθηκαν

Ορισμένες χώρες, ωστόσο, φαίνεται ότι έχουν βρει έναν δρόμο προς τα εμπρός. Μια ολλανδική μεταρρύθμιση για τη μετάβαση σε ένα σύστημα καθορισμένων εισφορών, το οποίο δεν προσφέρει εγγυημένη παροχή αλλά εξαρτάται από το ύψος του «κουμπαρά» που συγκεντρώνει ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια της καριέρας του, εγκρίθηκε με ευρεία υποστήριξη το 2023, έπειτα από μία δεκαετία διαπραγματεύσεων.

Με τη μεταρρύθμιση αυτή, ένα σημαντικό μέρος του κινδύνου των επενδύσεων θα μεταφερθεί από τους συνταξιοδοτικούς οργανισμούς και φορείς στους ίδιους τους ασφαλισμένους. Όλες οι νέες συντάξεις μετά το 2028 θα προκύπτουν από συλλογικές ή ατομικές συμβάσεις καθορισμένων εισφορών.

Αν και το νέο μοντέλο απομακρύνεται από τις αυστηρές εγγυήσεις των συστημάτων καθορισμένων παροχών, διατηρείται σε κάποιο βαθμό η συλλογική κατανομή του κινδύνου (για παράδειγμα, μέσω των αποθεματικών καταμερισμού κινδύνου με υποχρεωτικό απόθεμα αλληλεγγύης).

Η μεταρρύθμιση αυτή προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία, διαφάνεια και προσωποποιημένη παρακολούθηση της σύνταξης, όμως στην πράξη σημαίνει ότι οι απολαβές του ασφαλισμένου εξαρτώνται από τις αποδόσεις των επενδύσεων με βάση τον κύκλο ζωής και το ατομικό κεφάλαιο και όχι από κάποια προαποφασισμένη παροχή.

Και επειδή η κατανομή των επενδύσεών τους θα αντικατοπτρίζει περισσότερο τους μακροπρόθεσμους στόχους ανάπτυξης, θα υπάρξει μία στροφή από τα κρατικά ομόλογα σε τοποθετήσεις με υψηλότερη απόδοση, όπως μετοχές, εταιρικά ομόλογα και εναλλακτικά περιουσιακά στοιχεία.

Στην Ιταλία, η κυβέρνηση Μελόνι εισηγήθηκε πρόσφατα το σύστημα Quota 103, το οποίο δίνει τη δυνατότητα συνταξιοδότησης στα 62 έτη, αρκεί ο ασφαλισμένος να έχει συγκεντρώσει εισφορές 41 ετών. Μακροπρόθεσμος στόχος είναι τα 67 έτη, με γνώμονα το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, αν η σύνδεση με το προσδόκιμο ζωής αφαιρεθεί ή «παγώσει», εκτιμάται ότι θα υπάρξει μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση: Σύμφωνα με ανεξάρτητη εκτίμηση, το κόστος των συντάξεων θα αυξηθεί κατά 0,4% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2040. Η «κανονική» ηλικία συνταξιοδότησης (για πλήρη σύνταξη) στην Ιταλία είναι 67 έτη.

Στη Γερμανία, αναμένεται να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2026 η λεγόμενη ενεργή σύνταξη, δηλαδή όσοι έχουν φθάσει στη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης, τα 67 έτη, και επιλέγουν να συνεχίσουν να εργάζονται, θα μπορούν να κερδίζουν έως 2.000 ευρώ αφορολόγητα. Ο στόχος είναι διπλός: να διατηρηθούν έμπειροι εργαζόμενοι στην αγορά εργασίας προκειμένου να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα εργατικού δυναμικού και να ανακουφιστεί δημοσιονομικά το συνταξιοδοτικό σύστημα, μειώνοντας την πίεση από πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.

Μαζί με τα κίνητρα προς τους ηλικιωμένους, το νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων που προωθεί η κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας (CDU/CSU – SPD) προβλέπει και τη διατήρηση της παρούσας αναλογίας σύνταξης/εισοδήματος (48% πριν από τη σύνταξη) μέχρι το 2031. Ωστόσο, μια σημαντική φράξια μέσα στον συνασπισμό που κυβερνά, η νεολαία της CDU/CSU (Junge Union), αντιδρά έντονα, καθώς θεωρεί ότι το πακέτο επιβαρύνει δυσανάλογα τις νεότερες γενιές και ότι δεν εξασφαλίζει μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι το κόστος των παροχών, ειδικά αν διατηρηθεί το ποσοστό σύνταξης στο 48%, θα γίνει «βαρίδι» για το δημόσιο οικονομικό σύστημα.

Η Τσεχία και η Σλοβενία νομοθέτησαν αύξηση των νόμιμων ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης κατά δύο έτη, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Στην Τσεχία, το νόμιμο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης ήδη αυξανόταν κατά δύο μήνες ετησίως μέχρι να φθάσει τα 65 το 2030. Με βάση τη νομοθεσία του 2024, η ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί περαιτέρω, αλλά με πιο αργό ρυθμό μετά το 2030 – θα αυξάνεται κατά έναν μήνα τον χρόνο μέχρι να φθάσει τα 67 το 2056. Παράλληλα, οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας έχουν χαλαρώσει για ορισμένα άτομα, ενώ τέθηκε σε ισχύ ένα νέο καθεστώς πρόωρης συνταξιοδότησης για βαριές και επικίνδυνες εργασίες.

Η Σλοβενία αποφάσισε τον Σεπτέμβριο του 2025 να αυξήσει τα ηλικιακά όρια στο συνταξιοδοτικό της σύστημα κατά δύο έτη, την περίοδο 2028-2035, ενώ θα διατηρήσει σχετικά μικρές απαιτήσεις σε διάρκεια ασφαλιστικού βίου. Το νόμιμο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθεί από τα 65 στα 67 υπό την προϋπόθεση ύπαρξης 15 ετών εισφορών, ενώ με 40 έτη εισφορών η συνταξιοδότηση χωρίς ποινή θα είναι δυνατή από τα 62 (αντί των 60 προηγουμένως).

Στη Γαλλία, το Ελεγκτικό Συνέδριο απηύθυνε χθες δραματική προειδοποίηση ότι ο αυξανόμενος πληθυσμός ηλικιωμένων στη χώρα θα οδηγήσει τις δημόσιες δαπάνες σε επίπεδα αντίστοιχα με αυτά της πανδημίας του κορονοϊού τις επόμενες δεκαετίες, μειώνοντας τα φορολογικά έσοδα.

Μέχρι το 2070, σχεδόν ένας στους τρεις Γάλλους πολίτες θα είναι άνω των 65 ετών, ενώ ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας θα μειωθεί κατά περισσότερα από 3 εκατομμύρια, δήλωσε ο επικεφαλής του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Πιερ Μοσκοβισί, παρουσιάζοντας μια έκθεση για το δημογραφικό και τα δημοσιονομικά.

Η μεταβολή αυτή θα πιέσει τα θεμέλια του γαλλικού κοινωνικού κράτους, όπου οι δαπάνες για υγειονομική περίθαλψη και συντάξεις αντιπροσωπεύουν ήδη πάνω από το 40% των δημόσιων δαπανών. Οι δημόσιες δαπάνες της Γαλλίας συγκαταλέγονται μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο, στο 57,3% του ΑΕΠ, αλλά εάν τα επιδόματα συντάξεων και κοινωνικής πρόνοιας ανά άτομο παραμείνουν αμετάβλητα, θα μπορούσαν να ξεπεράσουν το 60% μέχρι τα μέσα του αιώνα, ένα όριο που είχε ξεπεραστεί μόνο στην πανδημία.

Προειδοποίηση Bruegel

Ένα βασικό θέμα, σύμφωνα με το Bruegel, είναι ότι σε όλες τις μεγάλες χώρες της Ε.Ε., οι ιδιωτικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις παραμένουν απειροελάχιστο ποσοστό του ΑΕΠ, με εξαίρεση τη Δανία και τις Κάτω Χώρες. Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι οποιαδήποτε ουσιαστική ολοκλήρωση των ευρωπαϊκών συνταξιοδοτικών αποταμιευτικών μέσων θα καταστεί δυνατή μόνο όταν περισσότερες χώρες της Ε.Ε. καταστήσουν εφικτές τέτοιου είδους ιδιωτικές αποταμιεύσεις.

Ακόμη κι αν αυτό συμβεί, θα χρειαστεί χρόνος για να δημιουργηθούν εθνικές ιδιωτικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις σε επίπεδα μακροοικονομικής σημασίας. Η προηγούμενη προσπάθεια της Ε.Ε. να δημιουργήσει και να προωθήσει ένα διασυνοριακό Πανευρωπαϊκό Ατομικό Συνταξιοδοτικό Προϊόν (ΡΕΡΡ) εκτιμάται ότι δεν έκανε σχεδόν τίποτα για να αυξήσει τις ιδιωτικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν οι ηγέτες της θέλουν περισσότερες ιδιωτικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις και μαζί με αυτές τη δυνατότητα μεγαλύτερων και πιο αποτελεσματικών κεφαλαιαγορών για την προώθηση της ανάπτυξης, πρέπει πρώτα να μεταρρυθμίσουν τα εθνικά συνταξιοδοτικά τους συστήματα, επισημαίνει το Bruegel.

Πρόταση της Κομισιόν

Η νέα πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει την αυτόματη εγγραφή των εργαζομένων σε επαγγελματικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, με δυνατότητα αποχώρησης εφόσον το επιθυμούν. Το σύστημα αυτό, γνωστό ως auto enrolment, έχει ήδη αποδειχθεί επιτυχημένο σε χώρες όπως η Βρετανία και η Ιταλία, παρότι τα ποσοστά συμμετοχής παραμένουν χαμηλά.

Η μεταρρύθμιση στοχεύει να μετατρέψει τις αποταμιεύσεις των πολιτών σε επενδυτικά κεφάλαια, ενισχύοντας τις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές και διασφαλίζοντας ένα πιο βιώσιμο οικονομικό μέλλον για τους συνταξιούχους. Μέσω της αυτόματης εγγραφής, η Ε.Ε. επιχειρεί να αντιμετωπίσει τη χαμηλή συμμετοχή στα ιδιωτικά προγράμματα, που συχνά οφείλεται σε έλλειψη ενημέρωσης και οικονομικής παιδείας.

Σε χώρες όπως η Ιταλία, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, η αυτόματη εγγραφή έχει ήδη υιοθετηθεί, οδηγώντας σε μεγαλύτερη συμμετοχή εργαζομένων και αυξημένες αποταμιεύσεις. Μεταξύ των πλεονεκτημάτων περιλαμβάνονται η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και η καλύτερη προσαρμογή στις δημογραφικές αλλαγές. Οι πιο ευάλωτες ομάδες, όπως οι γυναίκες, επωφελούνται από σταθερότερα εισοδήματα κατά τη συνταξιοδότηση.

Πηγή: Ναυτεμπορική, Έφη Τριήρη  [email protected]

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Press Room

Μείνετε ενημερωμένοι με τo newsletter μας!

ΑρχικήΟΙΚΟΝΟΜΙΑΕΥΡΩΠΗΣυνταξιοδοτική «ωρολογιακή βόμβα» στα θεμέλια της Ευρώπης