Η Κύπρος διατηρεί την 1η θέση στην ΕΕ σε ό,τι αφορά στην ποιότητα νερών κολύμβησης.
Σε ανακοίνωση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος αναφέρεται ότι η επίσημη ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων για την ποιότητα των νερών κολύμβησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση πραγματοποιήθηκε σήμερα, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σύμφωνα με τη φετινή Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Κύπρος, για το έτος αναφοράς 2024, συμμορφώθηκε πλήρως με τις αυστηρότερες προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τη Διαχείριση της Ποιότητας των Νερών Κολύμβησης, εκπληρώνοντας στο ακέραιο τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή.
Πιο αναλυτικά, κατά την κολυμβητική περίοδο 2024, η Κύπρος πέτυχε ποσοστό συμμόρφωσης 99,2%, με 122 από τα 123 σημεία δειγματοληψίας να χαρακτηρίζονται ως “εξαιρετικής ποιότητας”. Ένα μόνο σημείο δεν έχει ακόμη ταξινομηθεί, λόγω περιορισμένου αριθμού δειγμάτων. Αυτή η εντυπωσιακή επίδοση κατατάσσει την Κύπρο στην 1η θέση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, στην ποιότητα των νερών κολύμβησης. Ακολουθούν η Βουλγαρία με 97,9% και η Ελλάδα με 97%.
Κατά την κολυμβητική περίοδο (1η Μαΐου – 31η Οκτωβρίου 2024), διενεργήθηκε συστηματική παρακολούθηση 123 περιοχών σε όλη την παράκτια ζώνη της ελεύθερης Κύπρου, με μηνιαίες τουλάχιστον δειγματοληψίες, καθώς και μία πριν από την έναρξη της κολυμβητικής περιόδου.
Το Υπουργείο αναφέρει ότι η ποιότητα των νερών κολύμβησης συνδέεται άρρηκτα με τη δημόσια υγεία και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την τουριστική δραστηριότητα και, κατ’ επέκταση, για την οικονομία της χώρας.
«Τα εξαιρετικά αποτελέσματα ενισχύουν περαιτέρω την εικόνα της Κύπρου ως προορισμού με καθαρές, ασφαλείς και ποιοτικές ακτές. Η σημαντική αυτή επιτυχία αποτελεί προϊόν της άριστης συνεργασίας του Τμήματος Περιβάλλοντος, το οποίο έχει τη συνολική ευθύνη εφαρμογής της Οδηγίας, με τις Υγειονομικές Υπηρεσίες και τις Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, το Γενικό Χημείο του Κράτους καθώς και τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης», αναφέρει το Υπουργείο.
Η Κύπρος καταλήγει, συνεχίζει να αποδεικνύει έμπρακτα τη δέσμευσή της για προστασία του φυσικού της πλούτου, διασφαλίζοντας παράλληλα την ποιότητα ζωής των πολιτών και επισκεπτών της.