Oι προτεραιότητες της ΔΕΟΚ για τα εργασιακά θέματα που απασχολούν έντονα τους εργαζόμενους και άπτονται της εργασίας, της οικονομίας και της κοινωνίας γενικότερα, τέθηκαν επί τάπητος σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη μεταξύ της ΔΕΟΚ και του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Γιάννη Παναγιώτου.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της συντεχνίας, η φετινή χρονιά θεωρείται κρίσιμη για το μέλλον της εργασίας καθότι τα ανοικτά ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν είναι υψίστης σημασίας για τους εργαζόμενους του τόπου αλλά και της εργασίας ευρύτερα.
Στο πλαίσιο της συνάντησης, οι δύο πλευρές συζήτησαν, μεταξύ άλλων, για τα θέματα της επικείμενης μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού και για την αναλογιστική μείωση του 12% στις συντάξεις.
Επίσης, αρκετή συζήτηση έγινε και για το θέμα της επάρκειας των μισθών στην Κύπρο, θέμα για το οποίο, όπως αναφέρεται, με βάση και την σχετική Ευρωπαϊκή οδηγία πρέπει να υπάρξουν σημαντικές βελτιωτικές κινήσεις τα επόμενα χρόνια.
Όπως αναφέρει η ΔΕΟΚ, σημαντικό θέμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι και ο διάλογος που πρέπει να γίνει για επαναφορά της ΑΤΑ στη βάση της φιλοσοφίας της και επέκτασή της προοδευτικά ούτως ώστε να καλύπτει όσο το δυνατό περισσότερους εργαζόμενους.
Η ΔΕΟΚ έθεσε και το θέμα το Εθνικού Κατώτατου Μισθού με τις πάγιες της θέσεις για ωριαία απόδοση του, σημαντική αύξηση του έτσι ώστε να ανταποκρίνεται τουλάχιστον στις βασικές ανάγκες των εργαζομένων και συμπερίληψη σε αυτόν και άλλων ωφελημάτων όπως η ΑΤΑ και οι πληρωμένες αργίες.
Όσον αφορά στην στρατηγική απασχόλησης των αλλοδαπών εργατών, έγιναν επεξηγήσεις στις θέσεις της συντεχνίας και ζητήθηκε να συνεχιστεί ο διάλογος έτσι ώστε να κατανοηθούν καλύτερα και να ληφθούν υπόψη στη διαμόρφωση της νέας στρατηγικής.
ΔΕΟΚ και υπουργός Εργασίας συζήτησαν επίσης το θέμα της επίσπευσης της παροχής των διάφορων επιδομάτων και συντάξεων από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως επίσης και την ανάγκη στελέχωσης της ενιαίας υπηρεσίας επιθεώρησης του Υπουργείου.
Σύμφωνα με την ανακοίνωη, σημειώθηκε ακόμη ότι πρέπει να δοθεί μεγάλο βάρος στα θέματα βελτίωσης της ποιότητας εργασίας μέσα από εκπαίδευση, κατάρτιση, καινοτομία και τεχνολογική αναβάθμιση των επιχειρήσεων, ούτως ώστε να προκύπτουν οφέλη τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους εργαζόμενους.
Η ΔΕΟΚ «επαναδιατύπωσε την πρόθεσή της και την ετοιμότητα της να συμμετέχει ανελλιπώς στον κοινωνικό διάλογο και να συνδράμει τις προσπάθειες για βελτίωση των συνθηκών εργασίας αλλά και να είναι εποικοδομητική για την επίλυση προβλημάτων προς όφελος της κοινωνίας».