Ο κλοιός πιέσεων θα πρέπει να ιδωθεί μέσα από τη νέα «τάξη πραγμάτων» που τείνει να δημιουργήσει ο νεοεκλεγμένος Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με το επιτελείο του και τα αμφιλεγόμενα επεκτατικά και δασμολογικά του σχέδια, μετρώντας ήδη το πρώτο «θύμα» του στο όνομα του Καναδού πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό.

Ο Έλον Μάσκ, ο νούμερο ένα συνεργάτης του Τραμπ και «αρχιτέκτονας» της νέας πολιτικής προσέγγισης των ΗΠΑ, έχει βάλει στο στόχαστρο τον ίδιο τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ, προλειαίνοντας το έδαφος για την εκθρόνισή του, εξέλιξη που έρχεται να προστεθεί στα ήδη βεβαρημένα δημοσιονομικά της χώρας.

Το μεγάλο ερώτημα πλέον είναι κατά πόσο όλη αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να πυροδοτήσει μία γενικότερη κρίση στις διεθνείς αγορές κρατικού χρέους, που ήδη δέχονται πιέσεις από την αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς Τραμπ, τον φόβο πληθωριστικών πιέσεων και την αμφισβήτηση της βιωσιμότητας των τεράστιων κρατικών χρεών στις μεγάλες οικονομίες του πλανήτη.

Το «έργο έχει ξαναπαιχτεί» στη Βρετανία αρκετά πρόσφατα, το 2022, με τη μίνι κρίση που προκάλεσε ο προϋπολογισμός της πρώην πρωθυπουργού Λιζ Τρας. Το κόστος δανεισμού της βρετανικής κυβέρνησης εκτινάχθηκε σε υψηλά πολλών ετών αυτή την εβδομάδα, με τη στερλίνα να βουλιάζει, στο πρώτο test για την υπουργό Οικονομικών Ράχελ Ριβς, η οποία ενδεχομένως να αναγκαστεί να προβεί σε μέτρα λιτότητας.

Το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι θα διατηρήσει «σιδηρά πυγμή» στα δημοσιονομικά, σε μία προσπάθεια να συγκρατήσει τις ρευστοποιήσεις στις αγορές κρατικού χρέους, όπου η απόδοση του 30ετούς εκτινάχθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από το 1998 και του 10ετούς στο υψηλότερο επίπεδο από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. O Nτάρεν Τζόουνς, ο νούμερο δύο αξιωματούχος του βρετανικού υπουργείου Οικονομικών, διαμήνυσε στους βουλευτές ότι η βρετανική αγορά κρατικού χρέους συνεχίζει να λειτουργεί με ομαλό τρόπο, επιβεβαιώνοντας την απεριόριστη δέσμευση της κυβέρνησης για οικονομική σταθερότητα και υγιή δημοσιονομικά.

Η παρέμβαση Τζόουνς έλαβε χώρα όταν στον πρόεδρο της Βουλής των Κοινοτήτων, σερ Λίντσεϊ Χόιλι, ετέθη επείγουσα ερώτηση από την αντιπολίτευση των Τόρις για τον αντίκτυπο του κόστους δανεισμού στα δημοσιονομικά. Η Ριβς, η οποία επρόκειτο να αναχωρήσει για ταξίδι στην Κίνα, εξουσιοδότησε τον Τζόουνς να απαντήσει.

Ομόλογα – στερλίνα

Η απόδοση του 10ετούς βρετανικού εκτινάχθηκε προς στιγμή στο 4,93%, για να πάρει εν συνεχεία μία ανάσα στο 4,8%, ενώ η απόδοση του 30ετούς έφθασε στο 5,3% αυτή την εβδομάδα, επίπεδα που είχε επαναλάβει στην κρίση του 2022. Αντίστοιχα, η στερλίνα βούλιαξε προς στιγμή στο 1,224, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2023, χαμηλότερα από το επίπεδο που ξεκίνησε το έτος, άνω του 1,25. Και πάλι όμως απέχει από την πτώση του 2022, όταν είχε βρεθεί από το 1,17 κάτω από το 1,07 μέσα σε λίγες μόλις ημέρες.

Οι ρευστοποιήσεις της αγοράς κρατικών ομολόγων και της στερλίνας αντανακλούν την επιδείνωση των δημοσιονομικών προοπτικών της Βρετανίας και την παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης στις αγορές ότι οι Εργατικοί θα μπορέσουν να τιθασεύσουν το τεράστιο χρέος και να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Οι επενδυτές ανησυχούν για τις μεγάλες ανάγκες δανεισμού της κυβέρνησης Στάρμερ και την αυξανόμενη απειλή του στασιμοπληθωρισμού, που συνδυάζει υποτονική ανάπτυξη με επίμονες πληθωριστικές πιέσεις.

Ο Τζόουνς απάντησε ότι είναι φυσιολογική η διακύμανση των τιμών των κρατικών ομολόγων και ότι εξακολουθεί να υπάρχει υψηλή ζήτηση για βρετανικά κρατικά ομόλογα. Οι Συντηρητικοί εξαπέλυσαν πυρά προς τη Ριβς για την απουσία της, λέγοντας ότι θα έπρεπε να ακυρώσει το ταξίδι της στην Κίνα υπό τις παρούσες συνθήκες. Το υπουργείο Οικονομικών εξακολουθεί να εργάζεται σε μια πολυετή αναθεώρηση των δαπανών που αναμένεται να ολοκληρωθεί το καλοκαίρι με βάση τα σενάρια που ορίζονται στον προϋπολογισμό του Οκτωβρίου.

Μνήμες 2022 ή 1976;

Η συνδυασμένη πτώση των τιμών των κρατικών ομολόγων και της στερλίνας θυμίζει την κρίση του προϋπολογισμού της Λιζ Τρας το 2022, όμως ίσως η σύγκριση με την κρίση χρέους της δεκαετίας του 1970 να είναι πιο εύστοχη.

Ανάλυση πρώην αξιωματούχου της Τράπεζας της Αγγλίας, Μάρτιν Γουέιλ, βλέπει κοινά με την κρίση του 1976, όταν η τότε κυβέρνηση αναγκάστηκε να ζητήσει πακέτο διάσωσης από το ΔΝΤ.

«Πράγματι, δεν έχουμε δει τον τοξικό συνδυασμό απότομης πτώσης στερλίνας και μακροπρόθεσμων ομολόγων από το 1976, κάτι που οδήγησε στην παρέμβαση του ΔΝΤ», ανέφερε στο Bloomberg ο Γουέιλ, νυν καθηγητής Οικονομικών στο King’s College London. Τότε, η Βρετανία ζήτησε από το ΔΝΤ δάνειο ύψους 3,9 δισ. δολαρίων, αφού τα μεγάλα ελλείμματα στον προϋπολογισμό και στο εμπορικό ισοζύγιο βύθισαν τη χώρα σε κρίση.

Ως αντάλλαγμα η κυβέρνηση συμφώνησε σε μέτρα λιτότητας. Και σήμερα, η Βρετανία έχει διπλό έλλειμμα.

Το κόστος δανεισμού της Βρετανίας αυξήθηκε ακόμη πιο γρήγορα από τις αρχές του έτους σε σύγκριση με αυτό της Γαλλίας, που βρίσκεται σε πολιτική κρίση. Παρότι έχει χαμηλότερο χρέος από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ιαπωνία, η σχέση χρέους προς ΑΕΠ πλησιάζει στο 100%, αφού αυξήθηκε στη διάρκεια της πανδημίας και το έλλειμμα αναμένεται να παραμείνει στο υψηλό του 4,5% φέτος, προτού υποχωρήσει τα επόμενα έτη, αν και με βραδύτερο του αναμενομένου ρυθμό.

Γενικευμένη κρίση;

Αναλυτές εκτιμούν ότι οι ρευστοποιήσεις θα συνεχιστούν εάν τα στοιχεία για την απασχόληση στις ΗΠΑ που ανακοινώνονται σήμερα πυροδοτήσουν άνοδο των αμερικανικών ομολογιακών αποδόσεων, παρασύροντας και τις αντίστοιχες των βρετανικών. Υπό αυτή την έννοια, εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο ρευστοποιήσεων που παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες στις διεθνείς αγορές κρατικών ομολόγων, με αναλυτές και διαχειριστές ενεργητικού να βλέπουν την απόδοση του αμερικανικού 10ετούς να φθάνει σύντομα το φράγμα του 5% και να το ξεπερνά.

Την τελευταία φορά που είχε αγγίξει αυτό το επίπεδο ήταν τον Οκτώβριο του 2023. Σε άνοδο άνω του 1% και η απόδοση του ιαπωνικού 10ετούς αυτή την εβδομάδα.

Σε υψηλό πολλών μηνών και οι αποδόσεις του ευρώ, με την απόδοση του γερμανικού να φθάνει προς στιγμή χθες το 2,54%, το υψηλότερο επίπεδο από τα μέσα Ιουλίου για να υποχωρήσει έπειτα ελαφρώς.

Κοινός παρονομαστής είναι οι ανησυχίες για αναζωπύρωση του πληθωρισμού από τις πολιτικές που θα ακολουθήσει ο Τραμπ, γι’ αυτό και η Φέντεραλ Ριζέρβ εμφανίστηκε ιδιαίτερα συγκρατημένη στις επόμενες επιτοκιακές μειώσεις, σύμφωνα με τα πρακτικά από την τελευταία συνεδρίαση του Δεκεμβρίου. Βεβαίως, οι δημοσιονομικές προκλήσεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην άνοδο των πιέσεων, όπως επίσης και η μεγάλη προσφορά σε νέα κρατικά ομόλογα που είθισται τον πρώτο μήνα του έτους και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

Πηγή: Ναυτεμπορική, Έφη Τριήρη  [email protected]