Την καταβολή των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του παυθέντος Γενικού Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη εισηγείται η Νομική Υπηρεσία, απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα που έθεσε ο Γενικός Λογιστής Ανδρέας Αντωνιάδης. Υιοθετώντας πλήρως την εισήγηση, η καταβολή των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του κ. Μιχαηλίδη έχει τροχοδρομηθεί και θα ολοκληρωθεί, τις αμέσως επόμενες ημέρες, ανακοίνωσε ο κ. Αντωνιάδης.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας, η νομική ανάλυση του Γενικού Εισαγγελέα καταδεικνύει ότι «δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η καταβολή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων» με βάση την υπάρχουσα νομοθεσία, ούτε θα μπορούσε να εφαρμοστεί η «μετριαστική πρόνοια» που καλύπτει απολυθέντες δημόσιους υπαλλήλους για παροχή σύνταξης σε σύζυγο και τέκνα. Ωστόσο, η γνωμάτευση καταλήγει στο ότι ο τέως Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας δεν θα μπορούσε να αποστερηθεί τη σύνταξή του, καθώς πιθανότητα, θα παραβιαζόταν η αρχή της αναλογικότητας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, ο κ. Αντωνιάδης έλαβε χθες, Πέμπτη την απάντηση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας επί των ερωτημάτων που είχε θέσει, με την επιστολή του ημερομηνίας 24 Οκτωβρίου 2024, σε σχέση με τα συνταξιοδοτικά και άλλα ωφελήματα του τέως Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, συνεπεία της απόλυσής του από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο.
«Συνοπτικά, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας καταλήγει ότι η υπάρχουσα νομοθεσία και ιδιαίτερα ο περί Συντάξεως Νόμος του 1997 αναφέρει ρητά τις περιπτώσεις που χορηγείται η σύνταξη και δεν περιλαμβάνει την περίπτωση απόλυσης Κρατικού Αξιωματούχου, όπως είναι ο Γενικός Ελεγκτής», αναφέρεται στην ανακοίνωση του Γενικού Λογιστηρίου.
Ωστόσο, προστίθεται, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έχει καταλήξει ότι «μη υπαρχούσης της μετριαστικής πρόνοιας για παροχή σύνταξης σε σύζυγο και τέκνα σε περίπτωση απόλυσης Κρατικού Αξιωματούχου που δεν υπάγεται στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο και μη υπαρχούσης ρητής πρόνοιας για αποστέρηση με δυνατότητα αξιολόγησης από κάποιο αρμόδιο όργανο κατά πόσο, με την στέρηση αυτή, θα στερηθούν όλα ή μερικά από τα δικαιώματα του υπαλλήλου, εισηγούμαι καταβολή των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του κ. Μιχαηλίδη σ΄ αυτόν».
Σύμφωνα με αναλυτικότερη παράθεση της νομικής ανάλυσης στην ανακοίνωση του Γενικού Λογιστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας αναφέρει στην κατάληξη της γνωμάτευσής του ότι «υπό το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο ο τέως Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας δεν θα μπορούσε να αποστερηθεί τη σύνταξή του, καθότι, ένα τέτοιο δραστικό μέτρο, κατά πάσα πιθανότητα, θα παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή θα διατάρασσε το εύλογο ισοζύγιο που πρέπει να τηρείται μεταξύ του νομικού σκοπού που επιδιώκεται και του ατομικού δικαιώματος του αιτητή, καθότι ο αιτητής θα αναλάμβανε, κατά τη νομολογία του ΕΔΑΔ, δυσανάλογο βάρος».
Προστίθεται ότι στη γνωμάτευσή του, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, πριν την προαναφερόμενη κατάληξή του, επισημαίνει ότι η θέση του Γενικού Ελεγκτή εξαιρείται από τον όρο «δημόσια υπηρεσία» όπως ερμηνεύεται στο Άρθρο 122 του Συντάγματος και του αντίστοιχου άρθρου 2 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990.
Εντούτοις, συνεχίζει η ανακοίνωση, η θέση του Γενικού Ελεγκτή συμπεριλαμβάνεται στις διατάξεις του περί Συντάξεως Νόμου. «Η νομική ανάλυση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας αναφορικά με τις σχετικές διατάξεις του νόμου αυτού, καταδεικνύει ότι δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η καταβολή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων με βάση το άρθρο 9 του περί Συντάξεως Νόμου εφόσον η συγκεκριμένη περίπτωση απόλυσης του Γενικού Ελεγκτή δυνάμει του Άρθρου 153 του Συντάγματος δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 του περί Συντάξεως Νόμου, για την καταβολή των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων», αναφέρεται.
Επιπλέον, συνεχίζει, δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην περίπτωσή του τέως Γενικού Ελεγκτή η «μετριαστική πρόνοια» που υπάρχει στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο και καλύπτει απολυθέντες δημόσιους υπαλλήλους για παροχή σύνταξης σε σύζυγο και τέκνα, αφού η θέση του Γενικού Ελεγκτή δεν υπάγεται στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο, όπως τονίζεται στη γνωμάτευση.
Παρά τα ανωτέρω, η γνωμάτευση αναλύει εκτενώς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένου του Άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αρ.1 αυτής, αλλά και τα όσα προκύπτουν από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την οποία γίνεται εκτενής ανάλυση, αναφέρει η ανακοίνωση.
«Με ιδιαίτερη αναφορά στην υπόθεση Philippou v. Cyprus και στο ζήτημα της αναλογικότητας του μέτρου, και του εύλογου ισοζυγίου που πρέπει να τηρείται μεταξύ του δημόσιου συμφέροντος και της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, σε αντίθεση με τα γεγονότα στην υπόθεση Philippou, το ότι ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας δεν εφαρμόζεται στον τέως Γενικό Ελεγκτή με αποτέλεσμα την πλήρη αποστέρηση των δικαιωμάτων του, αυτό θα ερχόταν σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας, καθότι ο τέως Γενικός Ελεγκτής θα αναλάμβανε δυσανάλογο βάρος», συμπληρώνεται.
«Συνεπώς, θέση μου είναι, υιοθετώντας πλήρως την εισήγηση του καθ’ ύλην αρμόδιου για παροχή της απαραίτητης νομικής καθοδήγησης, νομικού συμβούλου του Κράτους, ότι η καταβολή προς τον ίδιο τον κ. Μιχαηλίδη των συνταξιοδοτικών του ωφελημάτων πρέπει να διενεργηθεί, γεγονός που έχει τροχοδρομηθεί και θα ολοκληρωθεί, τις αμέσως επόμενες ημέρες», αναφέρει ο Γενικός Λογιστής Ανδρέας Αντωνιάδης.
Ταυτόχρονα, λέει, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας στην επιστολή του αναδεικνύει «ένα σοβαρό νομοθετικό κενό», αφού δεν υπάρχει ρητή διάταξη στον περί Συντάξεως Νόμο για τον χειρισμό των περιπτώσεων απόλυσης Κρατικών Αξιωματούχων ή/και Δικαστών. «Για την κάλυψη του εν λόγω κενού, θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ ότι θα παράσχουμε κάθε τεχνική υποστήριξη στην Αρμόδια Αρχή, δηλαδή στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, με σκοπό τη σύνταξη τροποποιητικού νομοσχεδίου», προσθέτει.