Η ΣΕΚ με σημερινή της ανακοίνωση εκφράζει την έντονη δυσαρέσκεια της για τις χθεσινές δηλώσεις του Υπουργού Εργασίας, ο οποίος, όπως λέει, για ακόμη μια φορά, αντί να αποδεχθεί τις «σημαντικές αδυναμίες και στρεβλώσεις» που περιέχονται στην τελευταία πρότασή του για ρύθμιση της αναλογιστικής μείωσης του 12%, προσπάθησε να επιρρίψει τις ευθύνες στις Συνδικαλιστικές Οργανώσεις.
Όπως αναφέρει η συνδικαλιστικές οργανώσεις είχαν διαφωνήσει με την πρόταση, «σε μια προσπάθεια να καλύψουν το σύνολο των επηρεαζόμενων συνταξιούχων».
«Διερωτόμαστε πραγματικά μήπως με την τακτική του ο Υπουργός επιδιώκει να μετακυλήσει το όποιο πολιτικό κόστος της ρύθμισης του 12% στο συνδικαλιστικό κίνημα».
Η ΣΕΚ χαρακτήρισε το ποσό των €100 εκατ. στο οποίο αναφέρθηκε ο Υπουργός «ως παραπλανητικό καθώς δεν διασυνδέεται με την πρόταση που έχει καταθέσει η ΣΕΚ».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η ΣΕΚ είχε και συνεχίζει να έχει μια ξεκάθαρη θέση αρχής, πως, η οποιαδήποτε ρύθμιση θα πρέπει να στηρίζεται στους άξονες της δικαιοσύνης και της καθολικότητας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ) και τη διατήρηση του ορίου συνταξιοδότησης στο 65ο έτος.
«Επαναλαμβάνουμε για ακόμη μια φορά πως, η πρόταση που κατέθεσε τον περασμένο Ιούλιο ο Υπουργός βρίσκεται έξω από το πλαίσιο αυτό και σε αντίθεση με σημαντικές κοινωνικές διαστάσεις και αξίες που συνδέονται με τη φιλοσοφία του ΤΚΑ, όπως η καθολικότητα, η αναλογικότητα, η αλληλεγγύη και η ανταποδοτικότητα του συνταξιοδοτικού μας συστήματος», αναφέρει η συντεχνία.
Η ΣΕΚ υποστήριξε ακόμη ότι η πρόταση του Υπουργού καλύπτει μόνο τρεις στους δέκα επηρεαζόμενους συνταξιούχους, δημιουργεί σαφείς έμφυλες διακρίσεις γιατί δεν λαμβάνει υπόψη τις πιστώσεις για μητρότητα και για τέκνα, και δημιουργεί συνταξιούχους δύο ταχυτήτων.
«Το γεγονός αυτό, παραμονή της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, μας ανησυχεί ιδιαίτερα αφού βασική της αρχή πρέπει να είναι η εξάλειψη των ανισοτήτων, η αναλογικότητα και η κοινωνική δικαιοσύνη», σημείωσε.
Καταλήγοντας, η ΣΕΚ τόνισε την ετοιμότητα να συμβάλλει σε μια καθολική και δικαιότερη ρύθμιση του 12%, και υπενθυμίζει την πρόταση της που υπέβαλε από τον Ιανουάριο του 2024, για μια πιο ισορροπημένη και σταδιακή αποκατάσταση του 12% η οποία σαφώς και θα πρέπει να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ΤΚΑ.