Σε άρθρο μας στις 30 Ιουνίου με τίτλο “Τα νέα (μεγάλα) ανοίγματα του κράτους…”, προειδοποιούσαμε εγκαίρως και τεκμηριωμένα για τη μεγάλη αύξηση που παρουσιάζουν τελευταία οι δαπάνες του κράτους. Πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι των γραφομένων μας, ήρθε η ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών για παροχή αυξήσεων 1,5% στους εργαζόμενους του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Σίγουρα, κανένας δεν εναντιώνεται στην ενίσχυση των εισοδημάτων των μισθωτών και στην αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου τους.
Όμως, από την άλλη, κανένας δεν θα ήθελε το κράτος ν’ αρχίσει να παρουσιάζει ελλείμματα και τα δημόσια ταμεία να αδειάζουν. Όλοι επιθυμούμε ένα εύρωστο κράτος με ισχυρή δημοσιονομική βάση. Άλλωστε, γι’ αυτό όλα τα κόμματα και όλοι οι οικονομικοί φορείς ζητούν από την εκάστοτε κυβέρνηση δημοσιονομική πειθαρχία.
Στην προκειμένη περίπτωση, όλοι συμφωνούμε ότι το κρατικό μισθολόγιο είναι εξόχως διογκωμένο και η κυβέρνηση πρέπει να το συγκρατήσει. Αντί αυτού, παρατηρούμε ότι το αυξάνει περισσότερο.
Με την απόφαση της για αυξήσεις μισθών 1,5% διογκώνει το κρατικό μισθολόγιο κατά 49 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο. Το ποσό αυτό είναι υπέρογκο, αν αναλογιστούμε πόσες άλλες ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν.
Όμως, δεν είναι μόνο η εκτόξευση του κρατικού μισθολογίου που ανησυχεί, αλλά και το ότι μ’ αυτή την αύξηση η κυβέρνηση προσφέρει στους υπαλλήλους της συνολικές παροχές πέραν της ανάπτυξης του ΑΕΠ της οικονομίας. Αν συνυπολογίσουμε τις αυξήσεις μισθών, τις προσαυξήσεις, τις προαγωγές και την ΑΤΑ, το ποσοστό αύξησης στους υπαλλήλους του δημοσίου είναι πέραν του 2.9% που είναι σήμερα η αύξηση του ΑΕΠ της χώρας.
Επίσης, η κυβέρνηση διογκώνει το κρατικό μισθολόγιο και με τις πολλές νέες θέσεις εργασίας που δημιουργεί τελευταία στη δημόσια υπηρεσία. Αντί να αξιοποιήσει περισσότερο τη σύγχρονη τεχνολογία και την υποτιθέμενη ψηφιοποίηση των υπηρεσιών της για να μειώσει τις θέσεις εργασίας στο δημόσιο, τις αυξάνει. Ήδη, ο αριθμός των εργαζομένων στο ευρύτερο κρατικό τομέα ξεπέρασε τις 57.000 άτομα και όλοι αντιλαμβανόμαστε το κόστος αυτής της στρατιάς δημοσίων υπαλλήλων.
Αντιλαμβανόμαστε το κίνητρο της κυβέρνησης να θέλει να ικανοποιήσει αιτήματα των υπαλλήλων της, αλλά θα πρέπει να δούμε και τις αντοχές της οικονομίας. Ειδικά στη σημερινή συγκυρία, όπου υπάρχει διεθνώς μια μεγάλη οικονομική αβεβαιότητα, ενώ στην Κύπρο οι επιχειρήσεις και οι πολίτες είναι ζορισμένοι από τον πληθωρισμό, τα υψηλά επιτόκια και άλλα προβλήματα, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της κρίσης στο Ισραήλ.
Η κυβέρνηση επιβάλλεται να γίνει πιο φειδωλή στην αύξηση των δαπανών της (ειδικά των μη παραγωγικών), διότι η εικόνα αρχίζει να γίνεται γκρίζα. Μπορεί σήμερα, τα δημόσια οικονομικά να βρίσκονται σε καλή κατάσταση και να έχουμε πλεονάσματα, όμως χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, διότι οι καιροί είναι δύσκολοι. Μια πιο προσεγμένη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών θα ήταν καλύτερα για όλους μας.
Ελπίζουμε από τώρα και στο εξής να υπάρξει μια συγκράτηση στις κρατικές δαπάνες και να μη χρειαστεί άλλος συμπληρωματικός προϋπολογισμός για το 2024. Ήδη, αποστάληκε ένας στη Βουλή με αίτημα την έγκριση €350 εκατ., πάλι για μη παραγωγικούς σκοπούς.
Ιωσήφ Ιωσήφ