Αμετακίνητος στη σκληρή γραμμή για το Κυπριακό εμφανίζεται ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που επιστρέφει σε μία ρητορική υψηλών τόνων. Τη στιγμή που καταγράφεται έντονη διπλωματική κινητικότητα στο Κυπριακό με στόχο την επανέναρξη του διαλόγου ο Τούρκος πρόεδρος επιμένει να μιλά για μοντέλο δύο κρατών.
Το Σάββατο – οπότε και συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την μαύρη επέτειο της τουρκικής εισβολής- ο κ. Ερντογάν μετέβη στα κατεχόμενα, όπου έγιναν προκλητικές φιέστες. Και δεν περιορίστηκε μόνο στα όσα είπε εκεί αλλά ακολούθησαν και νέες εμπρηστικές αναφορές σε δημοσιογράφους κατά την επιστροφή στην Άγκυρα. Μάλιστα για μία ακόμα φορά έβαλε στο στόχαστρο τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια, εμμένοντας στη ρητορική της έντασης.
Σε ανάρτησή του χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης υπογράμμισε πως στη Λευκωσία «ο Πρωθυπουργός επανέλαβε ξεκάθαρα τις εθνικές θέσεις: Δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα, επιδίωξή μας είναι να υπάρξει Κυπριακή Δημοκρατία με μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια σε μία Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο Κράτος, χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις. Το γεγονός ότι συζητούμε με την Τουρκία, δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και πολύ περισσότερο ότι υποχωρούμε. Το αντίθετο. Και ότι κάθε απειλή προς την Κύπρο, γίνεται απειλή για όλη την ΕΕ».
Μάλιστα υπογράμμισε χαρακτηριστικά «είναι προφανές ότι τις απόψεις αυτές συμμερίζονται και εκφράζουν, στο σύνολό τους, όλα τα μέλη της Ελληνικής Κυβέρνησης. Συνεπώς, ματαιοπονούν όσοι προσπαθούν να ανακαλύψουν δήθεν διαχωρισμούς ανάμεσα στα κυβερνητικά στελέχη».
Η διπλή στρατηγική του Ερντογάν
Στην Αθήνα και στη Λευκωσία παρακολουθούν με προσοχή τις κινήσεις που κάνει ο Τούρκος πρόεδρος αλλά και το timing αυτών των δηλώσεων. Η εκτίμηση είναι πως πριν την επανέναρξη του διαλόγου για το Κυπριακό επιχειρεί να επιβάλλει την δική του ατζέντα και να θέσει όρους.
Ουσιαστικά ο κ. Ερντογάν ακολουθεί μία διπλή στρατηγική: από την μία πλευρά δεν θέλει να αναλάβει την ευθύνη για ένα άδοξο τέλος του ελληνοτουρκικού διαλόγου και από την άλλη σε μια σειρά θεμάτων – με κυριότερο το Κυπριακό – επιμένει στη σκληρή γραμμή.
αι με ανάλογη στρατηγική αναμένεται να πορευτεί και το επόμενο διάστημα, θέλοντας και να συνεχίσει τα ανοίγματα στη Δύση αλλά ταυτόχρονα και να ικανοποιήσει ένα σκληροπυρηνικό ακροατήριο στη χώρα του.
Στην κυβέρνηση δεν υπάρχουν αυταπάτες πως ο κ. Ερντογάν θα εγκαταλείψει από τη μία ημέρα στην άλλη το αναθεωρητικό του αφήγημα. Από την ελληνική πλευρά έχουν άλλωστε θέσει με σαφήνεια τις κόκκινες γραμμές της χώρας και υπογραμμίζουν πως δεν πρόκειται να γίνει καμία συζήτηση για θέματα κυριαρχικών δικαιωμάτων. Ωστόσο παράλληλα στόχος είναι να παραμείνουν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας, προκειμένου οι όποιες διαφορές να μην παράγουν αυτόματα εντάσεις.
«Ραντεβού» τον Σεπτέμβριο
Στη Νέα Υόρκη στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το Σεπτέμβριο θα έχουν την επόμενη συνάντηση ο πρωθυπουργός και ο Τούρκος πρόεδρος.
Υπενθυμίζεται πως οι δύο ηγέτες είχαν συναντηθεί πριν από περίπου δύο εβδομάδες στην Ουάσινγκτον στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο τότε η συζήτηση δεν είχε περάσει στα βαριά θέματα και μένει να φανεί αν θα επιχειρηθεί να ανοίξει μια πιο δύσκολη ατζέντα στο επόμενο τετ-α-τετ.
Κρίσιμοι οι επόμενοι μήνες για το Κυπριακό
Την ίδια στιγμή αναμένονται εξελίξεις στο Κυπριακό , όπου το τελευταίο διάστημα υπάρχει κινητικότητα. Σε συνάντηση που είχε το Σάββατο με τον πρωθυπουργό ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης ανέφερε πως « οι επόμενοι μήνες είναι κρίσιμοι, οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι, τους επόμενους μήνες θα λάβουμε ενδεχομένως κρίσιμες και τολμηρές αποφάσεις».
Σημείωσε ακόμα πως «είμαστε έτοιμοι να γράψουμε ιστορία και να επανενώσουμε τον τόπο μας, να επανενώσουμε την Κύπρο, πάντα στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου».
Να σημειωθεί πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρέθηκε στη Λευκωσία το Σάββατο σε μία κίνηση υψηλού συμβολισμού, καθώς τη συγκεκριμένη μέρα συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την μαύρη επέτειο της τουρκικής εισβολής.
Στην ομιλία του κατέστησε σαφές πως επιδίωξη παραμένει μία Κυπριακή Δημοκρατία με μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια, σε μία διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο κράτος, χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις όπως ακριβώς το προβλέπουν τα ψηφίσματα του ΟΗΕ αλλά και ο σεβασμός στο ευρωπαϊκό κεκτημένο.