Η κινητικότητα στο μετοχικό κεφάλαιο της Τράπεζας Κύπρου σε σχέση με την πώληση ενός σημαντικού μεριδίου της τράπεζας βρέθηκε στο επίκεντρο συζήτησης στο Φόρουμ Διεθνών Επιχειρήσεων που διοργανώνει ο Σύνδεσμος Διεθνών Επιχειρήσεων Κύπρου (CIBA) στη Λεμεσό.
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, τα ταμεία CarVal και Caius εξετάζουν την πώληση μεριδίου στο μετοχικό κεφάλαιο της τράπεζας, που σωρευτικά ανέρχεται στο 14,65%.
Μιλώντας σε συζήτηση, ο Εκτελεστικός Διευθυντής της Blue Diagonal και ανεξάρτητο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Τράπεζας, Δημήτρης Ευσταθίου τόνισε πως το κυπριακό τραπεζικό σύστημα δεν χρειάζεται επιπλέον ξένους μετόχους υπό την έννοια ότι δεν χρειάζεται κεφαλαιακή στήριξη, αφού διαθέτει πολύ υψηλά κεφάλαια, υπερβάλλουσα ρευστότητα, ενώ μετά την κρίση του 2013 υπάρχει ασφάλεια στους καταθέτες λόγω της συντηρητικής στρατηγικής των τραπεζών σε συνδυασμό με την κερδοφορία τους.
«Συνεπώς το κυπριακό τραπεζικό σύστημα δεν χρειάζεται επιπλέον μετόχους, μπορεί οι ξένοι μέτοχοι να προσδώσουν νέες τεχνολογίες και προσεγγίσεις, αλλά υπό την έννοια των κεφαλαίων το τραπεζικό σύστημα δεν χρειάζεται επιπλέον ξένη ιδιοκτησία», είπε ο κ. Ευσταθίου, υπενθυμίζοντας την πρόσφατη απόκτηση του 55,3% της Ελληνικής Τράπεζας από την ελληνική Eurobank.
Και η Φιόνα Μάλεν, οικονομολόγος και ιδιοκτήτρια της Sapienta Economics, συμφώνησε με την τεράστια ρευστότητα που χαρακτηρίζει το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, αλλά αναφέρθηκε στο γεγονός ότι οι δύο συστημικές τράπεζες στην Κύπρο (Κύπρου και Ελληνική) αποτελούν από κοινού σχεδόν το 80% του τραπεζικού συστήματος. Ωστόσο σημείωσε ότι δεν πρέπει να θεωρείται ανησυχητικό αν εισέλθουν επιπλέον ξένοι μέτοχοι στην Τράπεζα Κύπρου, αφού, όπως ανέφερε, αυτό συμβαίνει και σε άλλες δικαιοδοσίες.
Προετοιμαστείτε για μια προεδρία Τραμπ
Εξάλλου κατά τη συζήτηση για τις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις, τόσο η κ. Μάλεν όσο και ο κ. Ευσταθίου διατύπωσαν την άποψη ότι ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσιάζεται ως φαβορί για επιστροφή στον Λευκό Οίκο κατά τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές.
«Όλοι πρέπει να προετοιμαζόμαστε για μια προεδρία Τραμπ», ανέφερε η Φιόνα Μάλεν, προσθέτοντας ότι η επιστροφή του κ. Τραμπ ενδεχομένως να επηρεάσει το κυπριακό πρόβλημα, υπό την έννοια της θέση του Ντόναλντ Τράμπ για εξοικονομήσεις στις ειρηνευτικές επιχειρήσεις του ΟΗΕ.
Ο κ. Ευσταθίου διατύπωσε την εκτίμηση ότι οι Αμερικανοί πολίτες είδαν την καθημερινότητά τους να επηρεάζεται δυσμενώς μετά την πανδημία του κορωνοϊού. «Και όταν βλέπουν την άνεσή τους να επηρεάζεται οι πολίτες συνήθως ψηφίζουν αλλαγή», είπε.
Και οι δύο συμφώνησαν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία με τους σχεδόν μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης υστερεί σε σύγκριση με την αντίστοιχη οικονομία των ΗΠΑ, η οποία παρουσιάζει ισχυρούς ρυθμούς παρά την ύπαρξη του μεγάλου δημοσίου χρέους που υπερβαίνει το 100% του ΑΕΠ.
«Η ευρωπαϊκή οικονομία δυσκολεύεται, επηρεάστηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις αρνητικές εξελίξεις στην ενέργεια αλλά και από την υπερβολική ρύθμιση», είπε ο κ. Ευσταθίου.
Η κ. Μάλεν είπε πως οι αλλαγές και η ενίσχυση της ακροδεξιάς στις πρόσφατες ευρωπαϊκές εκλογές ίσως οδηγήσει στην υποχώρηση της ρύθμισης ειδικά στον τομέα της πράσινης μετάβασης.
Εξάλλου ο Χρίστος Πασχαλίδης, ανώτερος οικονομικός σύμβουλος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή είπε πως οι γεωπολιτικές εντάσεις αποτελούν πρόκληση για το μοντέλο της ΕΕ της από κοινού αντιμετώπισης των προκλήσεων και σημείωσε ότι πέραν των γεωπολιτικών εντάσεων, η παραγωγικότητα της Ευρώπης υστερεί παρά την ισχυρή αγορά εργασίας.
«Στο τρέχον περιβάλλον του έντονου ανταγωνισμού, η Ευρώπη πρέπει να απελευθερώσει την ισχύ της επιχειρηματικότητας, να κλείσει το κενό της παραγωγικότητας και καινοτομίας σε σύγκριση με άλλες περιοχές», τόνισε.
Όσον αφορά την Κύπρο και τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο κ. Πασχαλίδης είπε πως η Κύπρος πρέπει να αντιμετωπίσει τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ύψους €1,2 δισεκατομμυρίων, ένα σχέδιο το οποίο, όπως είπε είναι φιλόδοξο και ενέχει το χαρακτήρα του μετασχηματισμού, αφού το 50% του σχεδίου αποτελείται από μεταρρυθμίσεις και το άλλο 50% από επενδύσεις.
Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη για βελτίωση της διακυβέρνησης των ημικρατικών οργανισμών και κρατικών επιχειρήσεων στη βάση των καλύτερων διεθνών πρακτικών, αλλά και στην σύσταση για βελτίωση του ηλεκτρικού δικτύου έτσι ώστε να διευκολυνθεί η περαιτέρω είσοδος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.