Λίγες ημέρες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία η Δύση επέβαλε αυστηρές και εκτεταμένες κυρώσεις εναντίον της Μόσχας, ελπίζοντας να περιορίσει τη δυνατότητα του Κρεμλίνου να καλύπτει τα έξοδα για τον πόλεμο.
Οι κυρώσεις υποτίθεται πως θα γονάτιζαν τη Ρωσία. Αρχικά η αξία του ρουβλιού έπεσε κατακόρυφα και το 2022 η ρωσική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,2%. Πέρυσι όμως η ανάπτυξη της Ρωσίας έφτασε στο 3,6%, ξεπερνώντας και τις ΗΠΑ και την Ευρώπη – και καθώς φαίνεται, το 2024 η ισχυρή ανάπτυξη θα συνεχιστεί.
Στην ανάπτυξη αυτή συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό το εμπόριο με την Κίνα, η οποία λειτούργησε ως αντίβαρο προς τη Δύση, αρνούμενη να επιβάλει κυρώσεις και σταδιακά εξελίχθηκε σε έναν από τους κύριους αγοραστές ρωσικής ενέργειας. Έτσι, παρά τις πιέσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ οι δύο χώρες δημιούργησαν μία βαθύτερη συμμαχία απ’ όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Τρίτη φορά ο Πούτιν στο Πεκίνο την τελευταία διετία
Πέρυσι ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ έκανε λόγο για μία «νέα εποχή» στις σινορωσικές σχέσεις. Ο Ρώσος ομόλογός του, Βλαντιμίρ Πούτιν, αναμένεται αυτήν την εβδομάδα στο Πεκίνο για τρίτη φορά από την έναρξη του πολέμου και πρόκειται να παρακολουθήσει και την όγδοη Έκθεση Κίνας-Ρωσίας στην βορειοανατολική κινεζική πόλη Χαρμπίν.
«Η Κίνα αποτελεί μία σημαντική σανίδα σωτηρίας για την οικονομία της Ρωσίας εν καιρώ πολέμου, μιας χώρας που πολιορκείται από τις κυρώσεις και είναι απομονωμένη από την παγκόσμια κοινότητα», δηλώνει στην DW ο Φιλίπ Ιβάνοφ, ιδρυτής της συμβουλευτικής εταιρείας Geopolitical Risks + Strategy Practice. «Η Κίνα αποτελεί τον κύριο προορισμό για τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας και έναν από τους μεγαλύτερους προμηθευτές σημαντικού εξοπλισμού και τεχνολογίας που δεν μπορεί να βρει πια η Ρωσία από τη Δύση».
Καθώς οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές επιχειρήσεις εγκατέλειπαν τη ρωσική αγορά, η Μόσχα αύξησε τις αγορές κινεζικών προϊόντων, από αυτοκίνητα μέχρι κινητά τηλέφωνα. Το διμερές εμπόριο έφτασε τα 240,1 δισεκατομμύρια δολάρια πέρσι, σύμφωνα με τις κινεζικές αρχές – παρουσιάζοντας δηλαδή αύξηση άνω του 25% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
«Κλειδί» οι τεχνολογικές και αμυντικές εξαγωγές
Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν πως οι τεχνολογικές εξαγωγές ενίσχυσαν το διμερές εμπόριο περισσότερο και από τις ενεργειακές. Εξάλλου η Ρωσία έκλεισε διάφορες ενεργειακές συμφωνίες με την Κίνα, με μεγάλες όμως εκπτώσεις.
«Η Ρωσία δεν θα είχε αρκετά φορτηγά, τσιπ, μη επανδρωμένα αεροσκάφη ή άλλο εξοπλισμό χωρίς τη βοήθεια του Πεκίνου διότι η Κίνα αποτελεί τη μοναδική χώρα που εξάγει τέτοια προϊόντα στη Ρωσία πλέον», λέει στην DW η Αλίσια Γκαρσία-Χερέρο, επικεφαλής οικονομολόγος για την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού στη γαλλική επενδυτική τράπεζα Natixis. Η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της υφηλίου – εξ ου και δεν φοβάται τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις.
«Οι πληρωμές στα πλαίσια του εμπορίου με τη Ρωσία γίνονται σε ρενμίνμπι (κινεζικό νόμισμα) μέσω του κινεζικού διεθνούς συστήματος πληρωμών ώστε να είναι δυσκολότερο να εντοπιστούν οι συναλλαγές», προσθέτει η Γκαρσία-Χερέρο.
Τον Δεκέμβριο ο πρόεδρος Μπάιντεν υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που επιτρέπει δευτέρου βαθμού κυρώσεις σε ξένες τράπεζες που συναλλάσσονται με τη ρωσική πολεμική μηχανή. Το διάταγμα επιτρέπει ακόμη στο αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών να απομονώσει τις εν λόγω τράπεζες από το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα στο οποίο κυριαρχεί το δολάριο και στο οποίο βασίζονται πολύ όλες οι τράπεζες.
Επιφυλακτικές οι κινεζικές τράπεζες
Φέτος αρκετές κινεζικές τράπεζες διέκοψαν ή περιόρισαν τις συναλλαγές με Ρώσους πελάτες ώστε να μειώσουν τον κίνδυνο του να υποστούν κάποια κύρωση. Επιπλέον, γίνονται περισσότεροι έλεγχοι σε διασυνοριακούς διακανονισμούς που μπορεί να κρατήσουν κάμποσους μήνες – γι’ αυτό και οι μικρότεροι εξαγωγείς κινδυνεύουν να φαλιρίσουν.
«Οι ΗΠΑ πέτυχαν να εξαναγκάσουν τις κινεζικές τράπεζες να μη χρηματοδοτούν εξαγωγές στη Ρωσία», εξηγεί η Γκαρσία-Χερέρο. «Τώρα είναι πολύ σημαντικό οι ΗΠΑ να συνεχίσουν να ασκούν τέτοια πίεση, όπως και να συμπεριληφθούν στις κυρώσεις όλες οι εταιρείες που εξάγουν στη Ρωσία, ακόμη και αυτές που εμπορεύονται προϊόντα διπλής χρήσης (προϊόντα δηλαδή που έχουν και στρατιωτική και εμπορική χρήση) αλλά και τις τράπεζες που χρηματοδοτούν τις συναλλαγές αυτές».
Σε πρόσφατη επίσκεψή του στο Πεκίνο, ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν κατηγόρησε την Κίνα πως τροφοδοτεί τη ρωσική πολεμική μηχανή προμηθεύοντας τη Ρωσία με ηλεκτρονικά εξαρτήματα, χημικά για πυρομαχικά και προωθητικά πυραύλων. Το Πεκίνο βέβαια έχει αρνηθεί κατ’ επανάληψη τις κατηγορίες. Ο Μπλίνκεν ανέφερε ακόμη πως θα επιβληθούν περαιτέρω κυρώσεις στην Κίνα – τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή των ΗΠΑ – εάν δεν περιορίσει τις αμυντικές εξαγωγές προς τη Ρωσία – τις οποίες η Ουάσινγκτον θεωρεί ως τη μεγαλύτερη απειλή για τη χώρα.
Απίθανο να αλλάξει ρότα το Πεκίνο
Η Κίνα πάντως δεν αναμένεται να μετριάσει την οικονομική της στήριξη προς τη Ρωσία παρ’ ότι και το Πεκίνο έχει βρεθεί στο στόχαστρο αμερικανικών κυρώσεων.
Λαμβάνοντας υπόψιν πως Κίνα και Ρωσία «ενεργούν από κοινού με στόχο την υπονόμευση του παρόντος παγκόσμιου συστήματος», ο Ιβάνοφ τονίζει πως αμφότερες οι χώρες θέλουν «να θωρακίσουν τις οικονομίες τους με έναν μακροπρόθεσμο ορίζοντα», καθώς αποσυνδέονται από τη Δύση στα πλαίσια μίας νέας, πολυπολικής γεωπολιτικής τάξης πραγμάτων.
«Η Κίνα δεν θα περιορίσει δραματικά την οικονομική της στήριξη, αλλά θα αναζητήσει περισσότερο συγκαλυμμένα κανάλια για την παροχή της – με μεταφορές και συναλλαγές διά μέσω τρίτων κρατών, όπως συμβαίνει ήδη με χώρες της Κεντρικής Ασίας», αναφέρει ο Ιβάνοφ.
Πηγή: DW