Πριν από δύο χρόνια ο Economist παρουσίαζε στο εξώφυλλό του την Ταϊβάν – ένα μικρό νησί που φιλοξενεί 24 εκατομμύρια κατοίκους – ως το «πιο επικίνδυνο μέρος στον πλανήτη Γη». Οι λόγοι για τους οποίους απέδιδε στην περιοχή (που είναι κινεζικό έδαφος, αν και με ημιαυτόνομο καθεστώς) τον χαρακτηρισμό αυτό παραμένουν εν ισχύ και ίσως να έχουν ενισχυθεί πρόσφατα, παρατηρεί ο Fareed Zakaria του CNN.
Αναπόφευκτος ο πόλεμος;
Οι εντάσεις για την Ταϊβάν έχουν βεβαίως ως «φόντο» την αυξανόμενη αντιπαλότητα ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ. Ίσως η θεαματική, ιλιγγιώδης ανάπτυξη της Κίνας και η πραγματικότητα μίας κυρίαρχης στην παγκόσμια σκακιέρα Αμερικής, να κατέστησαν την κόντρα αναπόφευκτη. Μία αναδυόμενη δύναμη απέναντι σε μία κατεστημένη, θα μπορούσε είναι μία κατάσταση που σύμφωνα με τον Graham Allison, καθηγητή του Χάρβαρντ, ειδικού σε θέματα διεθνούς ασφάλειας, «οδηγεί μοιραία σε πόλεμο».
Οδεύουμε όμως όντως προς έναν πόλεμο; Οι ΗΠΑ και η Κίνα είναι μεγάλοι γεωπολιτικοί αντίπαλοι, αλλά και βαθιά συνδεδεμένοι σε οικονομικό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι δύο δυνάμεις αντήλλασσαν αγαθά αξίας 5 δισ. δολαρίων ετησίως. Σήμερα ανταλλάσσουν αγαθά αξίας 5 δισ. δολαρίων μέσα σε λίγες ημέρες. Μάλιστα η αξία του διμερούς εμπορίου δεν έχει συρρικνωθεί παρά τους δεσμούς και άλλα περιοριστικά μέτρα, που έχουν τεθεί σε ισχύ.
Υπάρχει άλλωστε και ο παράγοντας της πυρηνικής αποτροπής. Και οι δύο χώρες έχουν τεράστιο οπλοστάσιο και δυνατότητες που κάνουν τις ηγεσίες τους να σκέφτονται ότι πρέπει να αποφύγουν με κάθε τρόπο τον πόλεμο και να βρουν διαύλους επικοινωνίας και συνεννόησης.
Παρόλα αυτά υπάρχει ένα μεγάλο, επίμονο αγκάθι στις σχέσεις τους και δεν είναι άλλο από την Ταϊβάν, σημειώνει ο αρθογράφος. Η Κίνα δεν μπορεί ποτέ να αποδεχθεί ότι η Ταϊβάν θα γίνει ανεξάρτητο κράτος. Η διεθνής κοινότητα άλλωστε δεν την αναγνωρίζει ως τέτοιο. Διαχρονικά η ηγεσία της Κίνας είχε στόχο την επανένωση. Τι έχει αλλάξει; Παλαιότερα το Πεκίνο πίστευε ότι μπορεί να περιμένει, ότι έχει τον χρόνο με το μέρος του. Νομοτελειακά το τεράστιο σε πληθυσμό και οικονομική ισχύ έθνος θα απορροφούσε το μικροσκοπικό νησί, πίστευε.
Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι. Η Ταϊβάν είναι μία δημοκρατία με πολιτική κουλτούρα που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με εκείνη της Κίνας. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες μάλιστα η πολιτική ελίτ της φαίνεται αποφασισμένη να μην επιτρέψει την επανένωση με την Κίνα. Επομένως, εκτιμά ο Zakaria, ο Σι ίσως να έχει μπροστά του μία κατάσταση, στην οποία σκέφεται ότι ο χρόνος δεν είναι πια με το μέρος του και όχι θα πρέπει να κινηθεί σχετικά γρήγορα.
Για την Αμερική και πολλούς εταίρους της στην Ασία, ενδεχόμενη κινεζική επιθετικότητα για την ανάκτηση της Ταϊβάν, θα ήταν απαράδεκτη. Τι θα έκαναν λοιπόν σε μία τέτοια περίπτωση; Θα ξεσπούσε ένας πόλεμος; Και είναι αυτό που θέλουν οι ίδιοι οι Ταϊβανέζοι;
Η στάση των πολιτών της Ταϊβάν
Οι περισσότεροι θέλουν απλά να διατηρήσουν το status quo, να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν. Αν και οι πρόσφατες εκλογές στο νησί χάρισαν τρίτη θητεία σε ένα κόμμα που συνδέεται στενά με την ιδέα της ανεξαρτησίας, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό εξασφάλισε μόνο το 40% των ψήφων. Το υπόλοιπο 60% πήγε σε υποψηφίους που έχουν πιο μετριοπαθείς θέσεις ως προς τη σχέση με την Κίνα.
«Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι αυτό το ζήτημα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αντί να λυθεί – και να το διαχειριστούν πολύ προσεκτικά τόσο το Πεκίνο όσο και η Ουάσιγκτον. Αυτό είναι ένα μέρος στη Γη όπου θα πρέπει να υπάρχει ελάχιστος χώρος για φαλλοκρατική ρητορική και προκλητικές ενέργειες. Και οι τρεις πλευρές θα πρέπει να συνεχίσουν να μιλάνε για να διασφαλίσουν ότι δεν υπάρχουν λανθασμένες αντιλήψεις ή εσφαλμένοι υπολογισμοί» σημειώνει ο Zakaria.
Tο διακύβευμα είναι αρκετά μεγάλο ώστε ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: Εάν η Ταϊβάν οδηγηθεί σε πόλεμο και οι 3 πλευρές θα χάσουν, ενώ οι συνέπειες σε ολόκληρο τον κόσμο θα είναι κατακλυσμιαίες. Το νησί αυτό είναι το πιο επικίνδυνο μέρος στον κόσμο, οι χειρισμοί όλων θα πρέπει να είναι πολύ προσεχτικοί για να μην γίνει και το πιο καταστροφικό.