Περπατήστε στο τετράγωνο μιας πλούσιας γειτονιάς το βράδυ και μπορεί να εκπλαγείτε από το πόσα μπορείτε να δείτε. Ένα ακάλυπτο παράθυρο μπορεί να αποκαλύψει τη λάμψη μιας τηλεόρασης επίπεδης οθόνης απέναντι από έναν κυρτό καναπέ. Μέσα από ένα άλλο, μπορείτε να δείτε έναν μαρμάρινο πάγκο κουζίνας και έναν πολυέλαιο. Φυσικά, μερικές από τις κουρτίνες είναι κλειστές – αλλά οι περισσότερες είναι ανοιχτές και τα παντζούρια δεν υπάρχουν. Οι εσωτερικοί χώροι του σπιτιού είναι εκτεθειμένοι, σαν να κοιτάτε σε έναν εκθεσιακό χώρο, παρατηρεί σε ρεπορτάζ του ο Atlantic.
Τα ακάλυπτα παράθυρα έχουν γίνει ξαφνικά και αθόρυβα «μόδα». Αποτελούν ένα απαραίτητο «αξεσουάρ» των πολυτελών κατοικιών ανά τις ΗΠΑ. Οι New York Times αναφέρθηκαν πρόσφατα στα «υποχρεωτικά παράθυρα χωρίς κουρτίνα» του Brooklyn Heights, μίας πλούσιας γειτονιάς στην πόλη της Νέας Υόρκης.
Όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ του Atlantic, «oι περισσότεροι άνθρωποι εξακολουθούν να κλείνουν τα παντζούρια τους, αλλά οι Αμερικανοί που κερδίζουν περισσότερα από 150.000 δολάρια έχουν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να αφήσουν τα παράθυρα ακάλυπτα από εκείνους που βγάζουν 20.000 έως 29.000 δολάρια, σύμφωνα με μια μεγάλη μελέτη του 2013 για το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ».
Η τάση που συνοψίζεται στη φράση «ditching shades» έχει πολλά θετικά, ανεξάρτητα από το ποιος είσαι. Τα ακάλυπτα παράθυρα φέρνουν φυσικό φως, ενισχύουν την ευεξία και προσφέρουν θέα στον έξω κόσμο. Εκθέτουν, ωστόσο, αι αυτά που βρίσκονται μέσα στους περαστικούς.
Για πολλούς, οι ανησυχίες για την ιδιωτική ζωή και την ασφάλεια υπερτερούν των πλεονεκτημάτων αισθητικής και ψυχικής υγείας. Αλλά για όσους βρίσκονται στα υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, η λογική είναι διαφορετική: Τα άτομα με ένα μεγάλο σπίτι μπορούν να αποκτήσουν πιο εύκολα φυσικό φως και ιδιωτικότητα και δεν χρειάζεται να ανησυχούν τόσο πολύ για το κόστος θέρμανσης και ψύξης. Σιγά-σιγά, τα ακάλυπτα παράθυρα γίνονται σύμβολο άνεσης.
Η παραίτηση από τις κουρτίνες και τα παντζούρια δεν ήταν πάντα τόσο ελκυστική. Όταν εμφανίστηκαν διαφανή γυάλινα παράθυρα στην Ευρώπη του τέλους του 18ου αιώνα, πυροδότησαν φόβους για αδιάκριτους γείτονες και υπερβολική αφθονία φωτός. Ο Όσκαρ Ουάιλντ παραπονέθηκε το 1884 ότι «τα περισσότερα σύγχρονα παράθυρα είναι πολύ μεγάλα και λαμπερά».
Οι κουρτίνες ήταν μια φυσική λύση και τα σπίτια χωρίς κουρτίνες γίνοταν τότε αντιληπτά ως «η επιτομή της φτώχειας».