Θλιβερή πρωτιά στον αριθμό θανάτων από μικροβιακή αντοχή κατέχει με τα στοιχεία του 2020 η Ελλάδα. Συγκεκριμένα, κατέχει το μεγαλύτερο ποσοστό θνησιμότητας από ανθεκτικά μικρόβια, τα οποία προκαλούν 20 θανάτους ανά 100.000 πληθυσμού. Ακολουθεί η Ιταλία με 19 θανάτους ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 6 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού.
Εκτός από τους θανάτους, η Ελλάδα αποτελεί την πρώτη χώρα και ως προς τα χαμένα έτη υγιούς ζωής που σχετίζονται με τη μικροβιακή αντοχή, καθώς το 2020 η χώρα έχασε 585 έτη πλήρους υγείας ανά 100.000 ανθρώπους, εξαιτίας των ανθεκτικών μικροβίων.
Σημαντική αύξηση στις λοιμώξεις από μικρόβια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά, παρατηρήθηκε στη χώρα μας με βάση δεδομένα από το σύστημα επιτήρησης μικροβιακής αντοχής του ΕΟΔΥ (WHONET), κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.
Ένας από τους λόγους, είναι οι αυξημένες νοσηλείες στα νοσοκομεία, καθώς οι ασθενείς με COVID-19 κινδυνεύουν με δευτερογενή βακτηριακή ενδονοσοκομειακή λοίμωξη και συνεπώς τους χορηγείται αντιβιοτική αγωγή.
Στην Ελλάδα, η κατανάλωση προωθημένων αντιβιοτικών, όπως οι καρβεπενέμες και τα πολυμιξίδια, ήταν η υψηλότερη στην Ευρώπη (Defined Daily Dose, ανά 1000 άτομα = 50,8% έναντι 33,7% της ΕΕ).
Πρόσφατα στοιχεία από 10 μεγάλα ελληνικά νοσοκομεία αποκάλυψαν 3 μικρόβια που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 50% των νοσοκομειακών λοιμώξεων, και στα οποία η αντοχή απέναντι στα υπάρχοντα αντιβιοτικά έχει αυξηθεί σημαντικά.
Η ίδια μελέτη εκτιμά το ετήσιο κόστος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων για το ελληνικό σύστημα υγείας σε 124 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στα νοσοκομεία καθώς άτομα με ήπια έως μέτρια συμπτώματα COVID-19, όπως βήχας και πυρετός, λαμβάνουν προληπτικά αντιβιοτικά για την περίπτωση που αναπτύξουν βακτηριακές λοιμώξεις.
Αναφορικά με την κατανάλωση των αντιβιοτικών στη κοινότητα, η χώρα μας φαίνεται πως κατέχει τη δεύτερη θέση μετά την Κύπρο και είναι σχεδόν διπλάσια έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα του 2020. Συγκεκριμένα, ο δείκτης ημερησίων δόσεων (DDD) ανά 1000 κατοίκους στην κοινότητα βρέθηκε να είναι 32,4 έναντι 18 που ήταν ο μέσος όρος για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε τον σημαντικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει μια παγκόσμια απειλή στη δημόσια υγεία και την οικονομία. Αντίστοιχη απειλή αποτελεί όμως και η μικροβιακή αντοχή, η οποία εκτιμάται ότι είναι η κύρια αιτία θνησιμότητας για 2.100 άτομα ετησίως τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η οποία εν απουσία παρεμβάσεων αναμένεται να ενταθεί σημαντικά τα επόμενα έτη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2023, οι σχετιζόμενοι με την COVID-19 θάνατοι στη χώρα ήταν σε αριθμό παρόμοιοι (2.840 σύμφωνα με το Worldmeter) με τους θανάτους από την μικροβιακή αντοχή.
Στο πλαίσιο αυτό, σήμερα περισσότερο από ποτέ, κρίνεται απαραίτητη η λήψη πολιτικών παρεμβάσεων για τη διαχείριση αυτής της «αόρατης» πανδημίας.
Στον κόσμο
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), η μικροβιακή αντοχή αποτελεί μια από τις 10 πιο σοβαρές απειλές για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως. Η επιβάρυνση από τη μικροβιακή αντοχή είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς εκτιμάται ότι κάθε χρόνο καταγράφονται 5 εκατομμύρια θάνατοι που σχετίζονται με την μικροβιακή αντοχή και από αυτούς, οι 1,3 εκατ. ή το 26% αυτών αποδίδεται εξ’ ολοκλήρου στη μικροβιακή αντοχή.
Μπορεί τα αντιβιοτικά αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις του 20ου αιώνα, αφού χάρις σε αυτά προλήφθηκαν πληθώρα θανατηφόρων ασθενειών που οφείλονταν σε μικροβιακό παράγοντα, όμως η αλόγιστη ή συχνά λανθασμένη χρήση τους, οδηγεί στην ανάπτυξη μικροβίων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά.
Οι εκτιμήσεις του ΠΟΥ δείχνουν ότι μέχρι το 2050 οι θάνατοι λόγω της μικροβιακής αντοχής θα ξεπεράσουν τα 10 εκατομμύρια κατ΄ έτος σε παγκόσμια κλίμακα, αριθμός μεγαλύτερος από τους θανάτους που προκαλούν καρκίνος και διαβήτης μαζί.
Το κόστος της μικροβιακής αντοχής για την παγκόσμια οικονομία υπολογίζεται στα 100 τρις. δολ., ισοδύναμο με το κόστος της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Και δυστυχώς, η παρουσία της πανδημίας COVID-19, ενέτεινε το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής.
Μελέτες δείχνουν πως η κατανάλωση αντιβιοτικών έναντι των δευτεροπαθών λοιμώξεων ή πολλές φορές και ως προφύλαξη έναντι μιας COVID-19 λοίμωξης, αυξήθηκε κατά 11,2% τον πρώτο χρόνο της πανδημίας.
Επιπλέον, πρόσφατη μελέτη υπογράμμισε τη συσχέτιση μεταξύ της αύξησης των κρουσμάτων της COVID-19 και της λήψης αντιβιοτικών. Συγκεκριμένα, εκτιμήθηκε πως η αύξηση στα μηνιαία COVID-19 κρούσματα οδηγεί σε αύξηση στην κατανάλωση των αντιβιοτικών.