Η Capital Intelligence Ratings ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι αναθεώρησε την προοπτική για τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση ξένου νομίσματος (LT FCR) και την Αυτόνομη Αξιολόγηση Τραπεζών (BSR) της Τράπεζας Κύπρου απο σταθερή σε θετική.
Αναφέρει ότι επιβεβαιώνεται η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση ξένου νομίσματος (LT FCR) και η βραχυπρόθεσμη αξιολόγηση ξένου νομίσματος (ST FCR) της Τράπεζας με «BB» και «B», αντίστοιχα.
Ταυτόχρονα, η CI Ratings επιβεβαίωσε την Αυτόνομη Αξιολόγηση Τραπεζών (BSR) της Τράπεζας στο ‘bb’. Η δομική χρηματοοικονομική ευρωστία (CFS) έχει ανέβει στο «bb+» από «bb».
«Η αναθεώρηση της προοπτικής των LT FCR και BSR σε θετική και η προς τα πάνω προσαρμογή της αξιολόγησης του δείκτη CFS αντικατοπτρίζει την πολύ βελτιωμένη καθαρή και λειτουργική κερδοφορία της Τράπεζας και τον μειωμένο δείκτη ΜΕΔ σε συνδυασμό με ισχυρούς δείκτες κεφαλαίων το 3ο τρίμηνο του 2023», αναφέρει.
Προσθέτει ότι αυτοί οι παράγοντες μαζί ενίσχυσαν την ικανότητα απορρόφησης πιστωτικών ζημιών και την ανθεκτικότητα της Τράπεζας, ειδικά σε περίπτωση πιθανών δυσμενών αλλαγών στο λειτουργικό περιβάλλον.
«Οι υγιείς οικονομικές επιδόσεις της Κύπρου συνέβαλαν στη βελτίωση του λειτουργικού περιβάλλοντος των τραπεζών όσον αφορά τους κινδύνους ποιότητας του ενεργητικού, παρά τις μέτριες ευκαιρίες δανεισμού και την κερδοφορία», σημειώνει.
Επιπλέον, αναφέρει ότι η λειτουργική και καθαρή κερδοφορία της Τράπεζας βελτιώθηκε σημαντικά το 9μηνο του 2023, αν και από χαμηλή βάση, έχοντας επιστρέψει σε θετικό έδαφος το 2021.
“Το υψηλό επίπεδο ρευστότητας με τη μορφή μετρητών έχει ωφελήσει σημαντικά το καθαρό περιθώριο επιτοκίου ενόψει των απότομα υψηλότερων επιτοκίων και της καθυστερημένης ανατιμολόγησης των καταθέσεων. Η αποτελεσματική διαχείριση του κόστους συνέβαλε στην καλύτερη κερδοφορία”.
Αναφέρει ακόμη ότι αναμένει ότι η υγιής κερδοφορία θα συνεχιστεί το 2024, αν και η πληθωριστική πίεση στα λειτουργικά έξοδα θα αντισταθμίσει τουλάχιστον εν μέρει την εξοικονόμηση κόστους βραχυπρόθεσμα».
Όσον αφορά τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια, αναφέρει ότι τα ΜΕΔ έχουν μειωθεί σημαντικά τα τελευταία τρία χρόνια λόγω των πωλήσεων αλλά και μέσω οργανικών μειώσεων ΜΕΔ όπως διαγραφές, εισπράξεις.
Επιπρόσθετα, σημειώνει ότι τα ακίνητα REMU εξακολουθούν να αποτελούν το 4% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων το 3ο τρίμηνο του 23ου έτους, και επομένως μεγαλύτερα από τα δηλωμένα ΜΕΔ και ισοδυναμούν με το 42% του συνόλου των ιδίων κεφαλαίων κάτι που θεωρείται σημαντικό.
«Αν και αναγνωρίζουμε τα σημαντικά ποσά των συνεχιζόμενων πωλήσεων ακινήτων, θεωρούμε ότι τα ακίνητα της REMU αποτελούν μέρος των αναδιαρθρώσεων δανείων και, κατά συνέπεια, σχεδόν ΜΕΔ. Η Τράπεζα στοχεύει να μειώσει στο μισό το ποσοστό των ακινήτων REMU μέχρι το τέλος του 2025», σημειώνει.