Αισίως πλησιάζουμε στη λήξη μιας χρονιάς, όπου υπό τις περιστάσεις, ήταν καλή. Αν λάβουμε υπόψη τις επιπτώσεις από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, την εκτόξευση στα ύψη του ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού, τη μεγάλη άνοδο των επιτοκίων και άλλων παρενεργειών, η οικονομία μας κινήθηκε ικανοποιητικά.
Ωστόσο, τώρα δημιουργούνται νέες προκλήσεις που χειροτερεύουν, αντί να βελτιώνουν το ρευστό τοπίο στην οικονομία. Αναφερόμαστε στην κρίση στο γειτονικό μας Ισραήλ, η οποία κανείς δεν ξέρει ποια τροπή θα λάβει στη συνέχεια καθώς και στις προεκτάσεις που μπορεί να έχει στην παγκόσμια, αλλά και στη δική μας οικονομία.
Μπροστά σ’ αυτά τα δεδομένα, εμείς θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, διότι οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι. Ιδιαίτερα, πρέπει να προσέξουμε το σκέλος των δημοσίων δαπανών, οι οποίες τελευταία παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση.
Μπορεί ο προϋπολογισμός του 2024 να είναι πλεονασματικός και τα έσοδα του κράτους να αυξήθηκαν, όμως οι δαπάνες πήραν ανησυχητικά ανοδική πορεία.
Ενδεικτικά, αναφέρομε ότι το κράτος αύξησε τα έξοδα του με τα 60 εκατ. ευρώ που έδωσε (χωρίς στόχευση) για αυξημένη ΑΤΑ, τα 196 εκατ. ευρώ που έδωσε για στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων από τον αυξημένο πληθωρισμό, τους συμπληρωματικούς προϋπολογισμούς που αποστέλλονται καθημερινά στη Βουλή, την έξτρα δαπάνη που ζητά το Υπουργείο Υγείας για συντήρηση του ΟΚΥΠΥ, τις επιπλέον δαπάνες για τις συνεχώς αυξανόμενες νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται στο δημόσιο και πολλά άλλα.
Όλες αυτές, οι αυξημένες δαπάνες δεν μπορούν παρά να επηρεάσουν τα δημόσια ταμεία και τη διακύμανση του δημοσίου χρέους. Ήδη, τις ανησυχίες γι΄ αυτές τις εξελίξεις, τις έχει διατυπώσει πριν λίγες μέρες και το Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Είναι, λοιπόν, φανερόν ότι πρέπει να μπει κάποιο φρένο στις δαπάνες και τα έξοδα του κράτους, ώστε να μη διακυβευθεί η δημοσιονομική ευρωστία του κράτους. Ειδικά, θα πρέπει να προσεχθούν οι μη παραγωγικές δαπάνες, δηλαδή αυτές που αφορούν το κρατικό μισθολόγιο και τη συντήρηση και λειτουργία της κρατικής μηχανής, οι οποίες σημειώνεται ότι απορροφούν το 55% των δημοσίων εσόδων.
Το Υπουργείο Οικονομικών, που ήδη αντιλήφθηκε ότι αυξήθηκαν πολύ οι δαπάνες, θα πρέπει εκτός από τις δημόσιες εκκλήσεις του Υπουργού για αυτοσυγκράτηση, να αρχίσει να απορρίπτει αιτήματα και διεκδικήσεις για νέα έξοδα.
Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η αυξημένη ροπή προς δαπάνες, γιατί στο τέλος θα αρχίσουν τα προβλήματα με τη ρευστότητα του κράτους και όλες τις συνακόλουθες επιπτώσεις.
Αυτή η αυτοσυγκράτηση πρέπει να γίνει, γιατί δεν ξέρουμε πως θα εξελιχθούν τα πράγματα τη νέα χρονιά και κυρίως ποιες νέες πραγματικές ανάγκες ενδέχεται να εμφανιστούν στο μέλλον. Ήδη, φέτος ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μας θα είναι μειωμένος στο 2 – 2,5% του ΑΕΠ, οπότε το 2024 μπορεί να υπάρξουν απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις που να επιβραδύνουν περισσότερο την ανάπτυξη της οικονομίας και άρα θα μειώσουν και τα προβλεπόμενα έσοδα του κράτους.
Έγκαιρα, επισημαίνουμε αυτές τις διαπιστώσεις μας και καλούμε την κυβέρνηση να καταστεί πιο φειδωλή στην αύξηση των εξόδων της. Αν δεν κάνει εξοικονομήσεις, σήμερα που έχει χρήματα, πότε θα κάνει;
Προσοχή, λοιπόν, γιατί σαν να χάσαμε την μπάλα με τα κρατικά έξοδα …..
Ιωσήφ Ιωσήφ