Σε συστάσεις προς την Κύπρο για την ενίσχυση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 7(2γ) της Σύμβασης της Βαρσοβίας κατά του ξεπλύματος χρήματος, προβαίνει έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης.
Στην έκθεσή τους για την Κύπρο, οι εισηγητές, σημειώνουν πως οι κυπριακές αρχές έχουν θεσπίσει «κάποια μέτρα» για την εφαρμογή του άρθρου 7 (2γ) της σύμβασης, προσθέτοντας ωστόσο ότι διαθέσιμα μέτρα αφορούν μόνο σκοπούς λήψης πληροφοριών και τα αποτελέσματά τους δεν μπορούν να κατατεθούν στο δικαστήριο ως έγκυρα τεκμήρια.
«Οι αρχές καλούνται ως εκ τούτου να τροποποιήσουν την υφιστάμενη νομοθεσία και να θεσπίσουν την παρακολούθηση τραπεζικών εργασιών για μια καθορισμένη περίοδο», αναφέρεται στην έκθεση και σημειώνεται ότι η παρακολούθηση πρέπει να καλύπτει όλες τις υποθέσεις σοβαρών εγκλημάτων, που καλύπτονται από το παράρτημα της Σύμβασης.
Συνεπώς, σημειώνεται, οι αρχές/ΜΟΚΑΣ θα μπορούν να αξιολογήσουν και να επικοινωνήσουν τα αποτελέσματα αυτής της παρακολούθησης κατόπιν αιτήματος από άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο στη Σύμβαση, ανεξαρτήτως του αδικήματος που αναφέρεται στη Σύμβαση.
Ειδικότερα, οι εισηγητές αναφέρονται στο άρθρο 55 (Ε1) της εθνικής νομοθεσίας για παρεμπόδιση ξεπλύματος χρήματος, το οποίο προνοεί ότι η Μονάδα «δίδει εντολή προς υπόχρεη οντότητα για την αναστολή ή τη μη εκτέλεση συναλλαγής ή τον έλεγχο της κίνησης τραπεζικού λογαριασμού, όταν υπάρχει εύλογη υποψία ότι η συναλλαγή σχετίζεται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας για σκοπούς ανάλυσης ύποπτης συναλλαγής ή για μελλοντική έκδοση ή εγγραφή διατάγματος δέσμευσης ή δήμευσης περιουσίας».
Σημειώνουν μάλιστα ότι κατά την περίοδο 2015 -2019 εκδόθηκαν 20 εντολές παρακολούθησης.
Σε αυτή τη βάση, οι εισηγητές καταλήγουν ότι κάποια στοιχεία του άρθρου 7(2γ) της σύμβασης περιλαμβάνονται στην εθνική νομοθεσία και εξηγούν ότι η αναφορά για «κάποια στοιχεία» γίνεται διότι το μέτρο καλύπτει μόνο την ΜΟΚΑΣ και για σκοπούς αδικημάτων ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και όχι στα άλλα αδικήματα που αναφέρονται στο παράρτημα της σύμβασης.
Επίσης, οι εισηγητές σημειώνουν ότι οι αδυναμίες που διαπίστωσαν στην εφαρμογή του άρθρου 55 (2γ) της εθνικής νομοθεσίας έχουν επίσης επιπτώσεις στο εύρος εφαρμογής του άρθρου 19(1) της Σύμβασης, που αφορά στην εξουσία της Μονάδας να εκδώσει εντολή στις υπόχρεες οντότητες, για καθορισμένη περίοδο, για παρακολούθηση τραπεζικών εργασιών κατόπιν αιτιολογημένων αιτημάτων από άλλες εθνικές αρχές καταπολέμησης ξεπλύματος χρήματος.