Μία σημαντική πλευρά της κατάστασης στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη αφορά τη δημογραφία.
Παρότι υπάρχει μια δυσκολία στον ακριβή υπολογισμό, πάντως μπορούμε με σχετική ασφάλεια να πούμε ότι στην έκταση που βρίσκεται δυτικά του Ιορδάνη, ή κατά τη γνωστή έκφραση «από το ποτάμι έως τη θάλασσα», αυτό, δηλαδή, που μπορεί να περιγραφεί ως η ιστορική Παλαιστίνη (ή η Γη του Ισραήλ) και περιλαμβάνει τόσο το κράτος του Ισραήλ (στα λεγόμενα σύνορα του 1967) όσο την Κατεχόμενη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, ζει, αθροιστικά, ο ίδιος αριθμός Εβραίων και Αράβων.
Ορισμένοι μάλιστα, όπως ο Ισραηλινός δημογράφος Άρνον Σόφερ έχουν υποστηρίξει ότι η αναλογία των Εβραίων στο συνολικό πληθυσμό αυτής της έκτασης είναι περίπου στο 47%. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η αναλογία θα μπορούσε να τροποποιηθεί ακόμη περισσότερο με βάση τις καταγεγραμμένες δημογραφικές δυναμικές του Παλαιστινιακού πληθυσμού.
Και βέβαια σε αυτούς τους αριθμούς δεν μετράμε τους αναγνωρισμένους Παλαιστίνιους πρόσφυγες εκτός συνόρων, σε γειτονικές χώρες.
Όμως, ανάμεσα στους δύο πληθυσμούς υπάρχει σημαντική διαφορά ως προς το καθεστώς και τα δικαιώματα.
Οι Παλαιστίνιοι σε όλα τα διαφορετικά καθεστώτα τους έχουν στην πραγματικότητα λιγότερα δικαιώματα. Ακόμη και οι Παλαιστίνιοι πολίτες του Ισραήλ, οι «Ισραηλινοί Άραβες», που έχουν καθεστώς πολίτη του Ισραήλ και ψηφίζουν στις εκλογές, αντιμετωπίζουν διακρίσεις.
Οι Παλαιστίνιοι στη Δυτική Όχθη έχουν τα περιορισμένα δικαιώματα που εγγυάται η Παλαιστινιακή Αρχή και σε μεγάλο μέρος της υπόκεινται και στις Ισραηλινές αρχές αλλά ενίοτε και στη βία των εποίκων. Η συνθήκη είναι αρκετά δυσμενής, ακόμη και όταν τους δίνεται η δυνατότητα να εργάζονται στο Ισραήλ.
Στη Γκάζα τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα γιατί εκεί υπήρχε εδώ και χρόνια και το καθεστώς του αποκλεισμού που είχε επιβάλει το Ισραήλ.
Τι θα γίνει με τους Παλαιστίνιους;
Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα γίνει με όλο αυτόν τον Παλαιστινιακό πληθυσμό.
Τυπικά, η προοπτική λύσης δύο κρατών, με βάση τις αποφάσεις του ΟΗΕ θα σήμαινε ότι κάποια στιγμή οι Παλαιστίνιοι της Δυτικής Όχθης, της Γάζας και της προσφυγιάς θα γίνονταν πολίτες του νέου Παλαιστινιακού κράτους.
Μόνο που το Ισραήλ εδώ και πολλά χρόνια δεν επιθυμεί στην πράξη μια τέτοια λύση.
Καμιά ισραηλινή κυβέρνηση μέχρι τώρα δεν έχει βγει ρητά να το πει, όμως δεν έχει κάνει και βήματα μετά την κατάρρευση των συμφωνιών του Όσλο σε αυτή την κατεύθυνση.
Μετά το 1967 το Ισραήλ υποστήριξε ότι τα Κατεχόμενα αποτελούν περιοχή «στρατιωτικής κατοχής» (belligerent occupation) για τη δική του ασφάλεια.
Τυπικά έτσι τα αντιμετωπίζει και τώρα έστω και ένα έχει αποτραβηχτεί από τη Γάζα και έχει παραχωρήσει αρμοδιότητες στην Παλαιστινιακή Αρχή σε ένα τμήμα της Δυτικής Όχθης.
Στο πλαίσιο των συμφωνιών του Όσλο υποτίθεται ότι κάποια στιγμή θα δεχόταν ένα Παλαιστινιακό κράτος σε τμήμα της Δυτικής Όχθης και στη Γάζα. Όμως, αυτό δεν είναι πιθανό.
Αντιθέτως, ο τρόπος που έχουν επεκταθεί οι εποικισμοί μαζί με τα αμυντικά έργα των Ισραηλινών έχουν κατακερματίσει σε τέτοιο βαθμό τη Δυτική Όχθη ώστε να καθίσταται σχεδόν αδύνατο η έκταση που περισσεύει να μπορεί να συγκροτήσει κρατική οντότητα.
Σημειώνουμε εδώ το ιδιαίτερο καθεστώς της Ανατολικής Ιερουσαλήμ: Για το Ισραήλ είναι ήδη ουσιαστικά προσαρτημένη, όμως το τυπικό διεθνώς αναγνωρισμένο καθεστώς την περιλαμβάνει στις κατεχόμενες εκτάσεις.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι αυτή τη στιγμή το καθεστώς των Παλαιστινίων είναι στην πράξη ένα καθεστώς απάρτχαϊντ, ανάλογο με αυτό της Νότιας Αφρικής πριν το 1991. Αυτό γεννά αντικειμενικά πίεση να αποκτήσουν ισότιμα δικαιώματα, είτε μέσα από δύο κράτη, όπως ρητά προβλέπουν οι αποφάσεις του ΟΗΕ, είτε προοπτικά μέσα από την ενδεχόμενη διαμόρφωση ενός δημοκρατικού κράτους για όλη την Ιστορική Παλαιστίνη (ή τη Γη του Ισραήλ) με ισότιμη παρουσία Εβραίων και Αράβων (η λεγόμενη λύση «ενός κράτους» που όμως προσκρούει στον καταστατικό προσδιορισμό του Ισραήλ ως Εβραϊκού κράτους).
Το ερώτημα της προσάρτησης
Για την Ισραηλινή ακροδεξιά, που εκφράζει σε μεγάλο βαθμό και τους εποίκους τα πράγματα είναι απλά. Κατά βάση θέλει την προσάρτηση αυτών της Δυτικής Όχθης με ένα ερώτημα εάν και σε ποιους από τους Παλαιστινίους και υπό ποιες προϋποθέσεις θα δινόταν ιθαγένεια. Και γιατί είναι τέτοιες οι πληθυσμιακές αναλογίες που στα μάτια αυτών των ρευμάτων φαντάζει αδύνατο να ενσωματωθεί το σύνολο των Παλαιστινίων.
Ο Νετανιάχου κατά καιρούς έχει κάνει παραλλαγές προτάσεων για την προσάρτηση τμήματος της Δυτικής Όχθης, ξεκινώντας από τις περιοχές των εποικισμών (και των γύρω εκτάσεων), ενώ συζήτηση είχε γίνει και για την κοιλάδα του Ιορδάνη.
Μια σημαντική προσάρτηση περιλάμβανε και το «Σχέδιο Τραμπ» για την ειρήνη, παρότι τυπικά περιλάμβανε και κάποιες εκτάσεις για το Παλαιστινιακό κράτος.
Βεβαίως, ανεξαρτήτως της προώθησης σχεδίων προσάρτησης είναι σαφές ότι η τρέχουσα ισραηλινή κυβέρνηση κυρίως προωθούσε μια λογική να «προσπεραστεί» το Παλαιστινιακό στην εξωτερική πολιτική, π.χ. μέσα από την «εξομάλυνση» των σχέσεων με άλλες αραβικές χώρες χωρίς πρότερη δρομολόγηση λύσης για το Παλαιστινιακό.
Ο πειρασμός της εθνοκάθαρσης και η Γάζα
Το Ισραήλ δεν έχει μια ρητή πολιτική εθνοκάθαρσης των Παλαιστινίων, δηλαδή μεθοδευμένης εξώθησής τους σε έξοδο από τις περιοχές όπου ζουν τώρα.
Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κέντρα μέσα στο Ισραήλ που όντως θα ήθελαν να δουν να μειώνεται ο συνολικός αριθμός Παλαιστινίων που ζουν «από το ποτάμι μέχρι τη θάλασσα», εκτιμώντας ότι έτσι θα μειωνόταν και η πίεση που ασκείται σε σχέση με το Παλαιστινιακό.
Το θέμα αυτό ήρθε ξανά στο προσκήνιο με αφορμή την κατάσταση στη Γάζα. Οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί μαζί μάλιστα με την απαίτηση να μετακινηθεί ένας πληθυσμός περίπου ενός εκατομμυρίου από το βόρειο τμήμα της λωρίδας προς το νότιο, αυτό που είναι πιο κοντά προς την Αίγυπτο έκανε αρκετούς να σκεφτούν ότι το Ισραήλ θα ήθελε να δει έναν μεγάλο αριθμό κατοίκων της Γάζας να εγκατέλειπαν τον θύλακα, κάτι που θα σήμαινε, ας μην το ξεχνάμε, μια νέα προσφυγιά για ανθρώπους που στη Γάζα βρέθηκαν ως πρόσφυγες, μια νέα Νάκμπα.
Μέχρι τώρα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο έχουν υπάρξει έντονες αντιδράσεις, πρώτα και κύρια από την Αίγυπτο που δεν θα ήθελε να υποδεχτεί ένα τόσο μεγάλο κύμα προσφύγων, αλλά και από τις ευρωπαϊκές χώρες που ανησυχούν για μια αύξηση των προσφυγικών ροών.
Βεβαίως την ίδια στιγμή το πρόβλημα παραμένει. Όσο το Ισραήλ δεν σκέπτεται με όρους λύσης του Παλαιστινιακού, μέσα από ένα Παλαιστινιακό κυρίαρχο κράτος και μένει στη λογική της κατοχής, την ώρα που οι δημογραφικές δυναμικές είναι πολύ συγκεκριμένες, ο «πειρασμός της εθνοκάθαρσης» θα επανέρχεται, όχι τόσο ως ρητή στόχευση, όσο ως το όριο των διαφόρων επιλογών ακόμη και όταν απλώς γίνονται στο όνομα της «ασφάλειας».
Στοιχείο που τελικά καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την άμεση επανεκκίνηση της συζήτηση για την αντιμετώπιση του πυρήνα του προβλήματος.
Παναγιώτης Σωτήρης, In.gr